«Εμείς» κι «αυτοί». Η Ελλάδα ξανά χωρισμένη στα δύο

Βλέπουμε τις χωριστές συγκεντρώσεις, τη μια οι φιλοκυβερνητικοί με σύνθημα «όχι στη λιτότητα», την άλλη οι αντικυβερνητικοί με σύνθημα «μένουμε Ευρώπη». Άλλη μια αφορμή να εκφραστεί ο διχασμός. Αν δει κάποιος τα πράγματα ψύχραιμα και σοβαρά, δεν αντιλαμβάνεται γιατί κάποιος που είναι εναντίον της λιτότητας είναι ντε και καλά εναντίον της συμμετοχής στο ευρώ και γιατί κάποιος που κατεβαίνει την επόμενη μέρα σε συγκέντρωση υπέρ του ευρώ, είναι απαραιτήτως υπέρμαχος της λιτότητας.
alles-schlumpf/Flickr

Συγκέντρωση τη μια μέρα οι «μεν», συγκέντρωση την επόμενη μέρα οι «δε». Έντονος ανταγωνισμός αν θα είμαστε περισσότεροι «εμείς» ή «αυτοί». Η πρόσφατη ελληνική ιστορία είναι γεμάτη από διχασμούς. Ξεκινώντας από τους δυο εμφυλίους που ακολούθησαν την επανάσταση του 1821, τους βασιλικούς και τους αντιβασιλικούς, τον εμφύλιο του 1946-49, τους «εθνικόφρονες» και τους «προδότες» του μετεμφυλιακού κράτους, τους «μπλε της επάρατης δεξιάς» και τους «πράσινους προοδευτικούς» των δεκαετιών του '80 κι '90, τους μνημονιακούς κι αντιμνημονιακούς της δεκαετίας που διανύουμε. Το απλουστευτικό σχήμα «μνημόνιο-αντιμνημόνιο» εφευρέθηκε από τη ΝΔ του Αντ. Σαμαρά για να αντιπολιτευθεί τον Γ. Παπανδρέου. Όταν ο Α. Σαμαράς το εγκατέλειψε είχε ήδη στρωθεί το έδαφος για τον Π. Καμμένο και πρωτίστως τον Α. Τσίπρα ο οποίος ανέβηκε στο «αντιμνημονιακό όχημα», το αξιοποίησε στο έπακρο και τον έφερε στην εξουσία, με την εύκολη συνταγή της ακύρωσης του μνημονίου και της διαγραφής μεγάλου μέρους του χρέους.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, μακριά από τον εκσυγχρονιστικό λόγο της ανανεωτικής αριστεράς του Λ. Κύρκου και του Μ. Παπαγιαννάκη, υιοθέτησε το πολεμικό ύφος του λαϊκισμού και τη μνησικακία. Μέσω απλουστευτικών αντιθετικών ζευγών, όπου οι «καλοί» πολεμούν τους «κακούς», οι «μικροί» τους «μεγάλους», «οι φτωχοί» τους «πλούσιους», ο ένας ενιαίος αγνός λαός τις προδοτικές ελίτ, οι καλοί Έλληνες που θα αλλάξουν την Ευρώπη, τους κακούς ξένους καλλιέργησε το διχασμό που σχηματοποιήθηκε στο δίλημμα που έθεσε ο Αλ. Τσίπρας: «ή εμείς ή αυτοί». Προέβαλε έναν καθαρά εθνικιστικό λόγο, θεωρίες συνωμοσίας και διαρκείς επιθέσεις κατά των ξένων, των σχεδίων των νεοφιλελεύθερων δυνάμεων, της Goldman Sachs, της τριμερούς, της Λέσχης Bilderberg κλπ. Ανορθολογικές προσεγγίσεις, συνωμοσιολογικές θεωρίες και ξενοφοβική ρητορεία αποτέλεσαν τον πυρήνα του λόγου, μεγάλου τμήματος του ΣΥΡΙΖΑ και του συνόλου των ΑΝΕΛ.

Όλες οι μετρήσεις δείχνουν πλέον ότι στην ελληνική κοινωνία υπάρχουν δύο τάσεις: Εκείνοι που θέλουν μια Ελλάδα ανοιχτή στον κόσμο και άρα με κάθε τρόπο την παραμονή της στο ευρώ και την ΕΕ κι εκείνοι που κρίνουν ότι η Ελλάδα πρέπει να πορευθεί μόνη της. Να επιστρέψει στις εποχές των κλειστών συνόρων αντί να παραμείνει σε έναν ευρύτερο οργανισμό, όπως η ΕΕ. Η τάση του «δικού μας δρόμου» είναι εξαιρετικά ισχυρή (αλλά όχι πλειοψηφική) στον ΣΥΡΙΖΑ όπου το 39% τάσσεται υπέρ της δραχμής σύμφωνα με τα αποτελέσματα έρευνας του Μαρτίου του Πανεπιστημίου Μακεδονίας. Υπέρ της δραχμής τάσσεται το 63,5% των ΑΝΕΛ, το 63% του ΚΚΕ και το 50% των ψηφοφόρων της Χρυσής Αυγής.

Οι παραπάνω δυνάμεις, από διαφορετικές αφετηρίες, (κυρίως στην περίπτωση του ΚΚΕ που προβάλει μια εντελώς διαφορετική οπτική) επιθυμούν η Ελλάδα να ακολουθήσει δικό της δρόμο. Είναι κατά βάση εναντίον της παγκοσμιοποίησης κι ονειρεύονται, όπως όλοι οι συντηρητικοί, επάνοδο σε ένα παρελθόν, που είναι αδύνατον να αναβιώσει. Θέλουν μια Ελλάδα, περίκλειστη που θα είναι παραγωγικά

αυτάρκης αντί να ανταγωνίζεται ανοιχτά στην παγκόσμια οικονομία.

Αντιθέτως υπέρ του ευρώ τάσσεται το 92,5% της ΝΔ, το 100% του Ποταμιού, το 86,2% του ΠΑΣΟΚ, αλλά και η πλειοψηφία του ΣΥΡΙΖΑ (53,5%). Το εξαιρετικά ενδιαφέρον είναι ότι περίπου αντίστοιχα είναι τα ποσοστά στα κόμματα εκείνων που θέλουν ρήξη (το ποσοστό εκείνων που θέλουν ρήξη είναι κοντά στα ποσοστά εκείνων που θέλουν επιστροφή στη δραχμή).

Μεγάλο τμήμα του ΣΥΡΙΖΑ ταυτίζεται πολιτικά και πολιτισμικά με την εθνικολαϊκιστική δεξιά. Θέλει μια Ελλάδα κλειστή, επιστροφή στη δραχμή, πιστεύει σε συνωμοσιολογικές θεωρίες και είναι κοινωνικά συντηρητικό. Είναι δύσκολο να ξεχωρίσει κάποιος αυτό το τμήμα του ΣΥΡΙΖΑ από τους ΑΝΕΛ. Η πλειοψηφία όμως του ΣΥΡΙΖΑ έχει άλλα χαρακτηριστικά, είναι υπέρ του ευρώ και μιας ανοιχτής Ελλάδας, δεν πιστεύει σε συνωμοσιολογικές θεωρίες, είναι εναντίον του κοινωνικού συντηρητισμού. Τα παραπάνω εκφράζονται με διαρκείς δηλώσεις και αποτελούν ουσιαστικά τον βαθύτερο λόγο του διχασμού που καταγράφεται στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ. Όμως η υιοθέτηση επιθετικής, διχαστικής ρητορικής από την ηγεσία, έχει φέρει σε δεύτερο πλάνο τα ευρωπαϊκά, ορθολογικά χαρακτηριστικά τα οποία πλέον δύσκολα διακρίνονται. Κυριαρχεί η εθνικολαϊκιστική ανάλυση και το μίσος για τους «άλλους» που είναι προδότες, γερμανοτοσολιάδες, «πέμπτη φάλαγγα» «τρόικα εσωτερικού», υπονομευτές της κυβέρνησης κλπ.

Βλέπουμε τις χωριστές συγκεντρώσεις, τη μια οι φιλοκυβερνητικοί με σύνθημα «όχι στη λιτότητα», την άλλη οι αντικυβερνητικοί με σύνθημα «μένουμε Ευρώπη». Άλλη μια αφορμή να εκφραστεί ο διχασμός. Αν δει κάποιος τα πράγματα ψύχραιμα και σοβαρά, δεν αντιλαμβάνεται γιατί κάποιος που είναι εναντίον της λιτότητας είναι ντε και καλά εναντίον της συμμετοχής στο ευρώ και γιατί κάποιος που κατεβαίνει την επόμενη μέρα σε συγκέντρωση υπέρ του ευρώ, είναι απαραιτήτως υπέρμαχος της λιτότητας.

Η απόφαση που θα λάβει ο Αλ. Τσίπρας για την πορεία της χώρας, θα επηρεάσει καθοριστικά τους νέους συσχετισμούς. Η επιλογή του ευρωπαϊκού δρόμου μοιραία περιορίζει τις εθνικολαϊκιστικές φωνές, που θα αναζητήσουν άλλο αρχηγό με πιθανότερο τη Ζωή Κωνσταντοπούλου, που θα παραλάβει την αντιμνημονιακή σκυτάλη από τον Αλ. Τσίπρα, (που την παρέλαβε από τον Α. Σαμαρά). Η συνεργασία με την ΕΕ κατ' ανάγκην οδηγεί στην υιοθέτηση από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ άλλου αφηγήματος μακριά από το σχήμα «μνημόνιο-αντιμνημόνιο». Αντιθέτως αν ο Αλ. Τσίπρας προχωρήσει σε σύγκρουση με την ΕΕ, τότε η αντιπαράθεση εκείνων που θέλουν παραμονή στο ευρώ κι αυτών που θα υποστηρίζουν την επιστροφή στη δραχμή, θα προσλάβει πραγματικά εκρηκτικές διαστάσεις με απρόβλεπτες συνέπειες. Ας ελπίσουμε ότι βρισκόμαστε στο τέλος μιας ακόμα έντονα διχαστικής περιόδου. Ότι θα αποφύγουμε ακόμη μεγαλύτερες περιπέτειες κι ότι η επιλογή του ευρωπαϊκού δρόμου θα σημάνει υποχώρηση του ανορθολογισμού και κοινό έδαφος συμπόρευσης στα στοιχειώδη.

Δημοφιλή