Ποιους εξέφρασε τελικά το δημοψήφισμα; Τι είναι αυτό που κάνει μία δημοκρατικά εκλεγμένη δυτική κυβέρνηση να υπερασπίζεται ένα αυταρχικό καθεστώς της Λατινικής Αμερικής; Υπάρχουν ξεχασμένοι πολίτες στην Ελλάδα της κρίσης; Πόσο ορθή είναι στη σημερινή συνθήκη η θεωρία της αριστερής θυσίας για την μετέπειτα κεφαλαιοποίηση της ήττας της; Θα πρέπει η ελληνική κοινωνία να υποταχθεί στην τυχαιότητα (στην εκκοσμικευμένη όψη της μοίρας) και αν όχι τι οφείλει να αλλάξει;
Το δημοψήφισμα μία στιγμή ομοιομορφίας
Το δημοψήφισμα ήταν η τέλεια στιγμή ομοιομορφίας του μεγαλύτερου τμήματος της κοινωνίας. Η τελευταία έχοντας ενσωματώσει τον εθνορομαντικό λόγο του αντιμνημονίου βίωνε την εκδήλωση της πολιτικής της άρνησης ως υπέρτατη στιγμή συλλογικής ανάτασης.
Ένα σύνολο κληρονομημένων ιδεών, περήφανων απωθημένων, οικονομικού αναλφαβητισμού, αντισυστημικών ονειρώξεων, κακοχωνεμένων εκδοχών του εμφύλιου, φαίας κυβερνητικής προπαγάνδας και αντιτραπεζικού πάθους, η τακτική της ελπίδας μέσα από την επικράτηση του απόλυτου χάους, μία αίσθηση του αδούλωτου έθνους που αναπολεί γαϊδουράκια να μεταφέρουν φαγητό σε απόμερα ταβερνάκια και η οποία φαντασιώνεται την αυθεντικότητα στις εποχές των μεταποιημένων ρούχων που δεν έζησε ή ακόμα και αν το έκανε τις εξωραΐζει στο βάθεμα του χρόνου, η ''μικρά'' Ελλάδα της οχύρωσης και της συγκινησιακής φλυαρίας έδωσε το στίγμα της αμφισβητώντας έμπρακτα το ευρωπαϊκό καταναλωτικό μοντέλο, τις ίδιες δηλαδή επιταγές του δυτικού εκδημοκρατισμού
Η μετέπειτα διαχείριση του αποτελέσματος από την ηγεσία με διαφορετικό ενδεχομένως τρόπο από την βούληση της πλειοψηφίας σε καμία περίπτωση δεν ακυρώνει το πολεμικό ήχο εκείνων των ημερών. Η αμηχανία της επί πλέον να μιλήσει για εκείνες τις στιγμές δρα μάλλον επιβεβαιωτικά του αδιεξόδου στο οποίο με τις κινήσεις της οδηγήθηκε η χώρα.
Βενεζουέλα: ένα καθεστώς εντός
Η κυβερνητική άρνηση αποδοκιμασίας του καθεστώτος της Βενεζουέλας, ήτοι η ομερτά αποδοχής των διαρρηγμένων ζωών και του ερειπωμένου μέλλοντος, των ταραχών, των λεηλασιών και της εγκληματικότητας, του οικονομικού μαρασμού και του διευρυμένου υποσιτισμού ερμηνευμένη στον ιστορικό χρόνο δεν πρέπει να προξενεί εντύπωση.
Η Βενεζουέλα είναι ο Σημαντικός Άλλος για τον σοσιαλισμό που δεν κάναμε ακόμα. Ένα είδος απολογίας, το άλλοθι για την μνημονιακή στροφή. Όχι το φάντασμα της νεότητάς τους μα ένα καθεστώς εντός. Ο ιστορικός λογαριασμός που αν έγινε, ποτέ δεν ολοκληρώθηκε.
Ο καθοδηγητής που θα μας έδινε ζωοτροφές, ο απελευθερωτής των φτωχών και της πείνας ως αναγκαίας προϋπόθεσης διατήρησης της επανάστασης, η λαϊκοταξική συμμαχία εξουσιαστικής εδραίωσης, ο ινστρούχτορας εφαρμοσμένης πολιτικής στον οποίο οφείλουμε να σταθούμε αλληλέγγυοι τώρα που η μυθοπλασία του ιμπεριαλιστικού κατεστημένου λυσσαλέα τον πολεμά. Μάταια επομένως κάποιος θα αναζητά αποκηρύξεις και φωνές για την καταπάτηση των ατομικών δικαιωμάτων, μάταια θα αγανακτεί με τους αιματοβαμμένους δρόμους και τις ουρές για τρόφιμα.
Όσο θα αυξάνει η μπολιβαριανή βαναυσότητα τόσο θα μεγαλώνει η συνενοχή, τόσο θα πολλαπλασιάζεται ο διεθνισμός της πιο ακραίας αδικίας.
Η κοινοτοπία του κακού δεν ανήκει μόνο στους πρωταγωνιστές της κανονικότητας αλλά σαφέστατα και στους υποστηρικτές, εκκολάπτεται δε από τις μοιραίες εκείνες ελίτ που βλέπουν την φυσικοποίση της βίας και αδιαφορούν αν δεν την επιδοκιμάζουν στα κρυφά.
Ρουβίκωνες και ξεχασμένοι πολίτες
Oι 'Ρουβίκωνες' δεν μπορούν να αναγνωριστούν σαν ανορθογραφία αναρχικής βίας (βαθιά συντηρητικής και μονότονης) ή αυτόνομης τελετουργίας, παρά ως η εδραίωση μίας διάχυτης κουλτούρας επιτρεπτικότητας που εξαρτά αλλά και εξαρτάται από την εξουσία.Εξάλλου όταν στρέφονται κατά του κοινοβουλευτισμού και ο ίδιος ο επιβλέπων το αντικείμενο της πολεμικής τους αδιαφορεί (κυρίως λεκτικά γιατί σε πράξεις δεν μπορεί να κάνει και πολλά) τότε μπορούν να εκληφθούν μόνο ως δύο πράγματα: είτε ως τυχαίοι ακίνδυνοι, είτε ως δυνητικοί σύμμαχοι.
Τα Εξάρχεια, η Μόρια και το Μενίδι αναδεικνύονται σε τοπογραφικά σημεία της χώρας αλλά και σε μη τόπους, εκκενωμένους από κάθε διάσταση προστασίας, στους οποίους ο νόμος δεν εφαρμόζεται, η παραβατικότητα γεννάται και διαιωνίζεται και όπου οι ανθρώπινες ζωές γίνονται αντικείμενο εκμετάλλευσης, πεδίο διαχείρισης των εκεί ισχυρών.
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις οι πλέον αδύναμοι των συμπολιτών μας μπαίνουν σε μία κατάσταση να αναμετρηθούν με την ανυπαρξία διακυβέρνησης. Στην πραγματικότητα -και σαφέστατα σε διαφορετική ένταση μεταξύ τους (στα Εξάρχεια για παράδειγμα μοιάζει να συνυπάρχει το γκέτο με την αστικότητα)- είναι σαν να τους αφαιρούνται τα δικαιώματα του πολίτη, τα ίδια τα ανθρωπινά χαρακτηριστικά τους. Ιδίως στην περίπτωση της Μόριας αλλά και εν γένει των hot spot ο τόσο διαφησμένος, μονοπωλιακός, σχεδόν μυθοποιημένος ανθρωπισμός της αριστεράς αποδείχτηκε μία απάτη που συντρίβει κάθε άτομο δημοκρατικών ευαισθησιών.
Το ευγενές ψεύδος της θυσίας
Αναφέρεται συχνά στον δημόσιο διάλογο η λεγόμενη νεκροφιλία της Αριστεράς η τάση της δηλαδή να τρέφεται από τις ήττες της, τις οποίες μάλιστα επιδιώκει προκείμενου να στήσει τον μύθο του κατατρεγμένου -εκείνου που αιωνίως προσπαθεί αλλά δεν τα καταφέρνει γιατί δεν τον αφήνουν-, να κεφαλοποίησει την συμπάθεια που προκαλεί η 'θυσία΄της. Χωρίς να αμφισβητείται το παραπάνω στην διαχρονική ολότητά του, θα ήταν μάλλον αφελές να αποδοθεί η άνοδος του ριζοσπαστισμού στην εξουσία ως μία δογματική διάθεση μαρτύρων που το μόνο που επιζητούσε θα ήταν η απόλυτη καταστροφή. Δεν είναι αυτή η περίπτωσή μας. Η ελληνική κομμουνιστογενής αριστερά, έστω στην μετεξέλιξη της, αποδεικνύεται πολύ σκληρή και συγκροτημένη στον πυρήνα της, με το Mastermind της τον ίδιο δηλαδή τον πρωθυπουργό στο διαρκές απυρόβλητο ενός περιπλανώμενου αυταπατώμενου με αγνές προθέσεις και με μία κυβέρνηση που μετά την ανάληψη της εξουσίας διαρκώς και προγραμματικά χτίζεται με την άνθηση νέων πελατειακών δικτύων, την αναπαραγωγή κρυφών ανισοτήτων, την άλωση των ιδεολογικών μηχανισμών του κράτους, την συσσωμάτωση λαού και θεσμών, και μία διευρυμένη υπόνοια, μία δυνητική ομηρεία να πλανάται πάνω από οτιδήποτε στέκεται ανάχωμα στην κυριαρχία της.
Η υποχώρηση των εκσυγχρονιστικών δυνατοτήτων και η διαμόρφωση μίας κατάστασης τέλματος φαίνεται να αποτελεί αυτοσκοπό. Η μετωπική επίθεση στο μεταπολιτευτικό κεκτημένο συνέβη για να διατηρήσει όλες του τις παθογένειες διακινδυνεύοντας παράλληλα την θεμελιώδη συμβιωτική δυναμική του. Η πτώση των μεσοαστικών στρωμάτων ήταν ο καλύτερος σύμμαχος του νέου ριζοσπαστισμού. Η παραγωγική ανασυγκρότηση κατέστη παρελθόν.
Το παραπάνω πλέγμα σε συνδυασμό με την εξωφρενική φορολογία και τις ασφαλιστικές εισφορές, την ένταση του κορπορατιστικού πνεύματος και του αντιπαραγωγικού δημοσίου, την διαγενεακή αδικία και τους νέο-διορισμούς οδηγούν με ασφάλεια στο συμπέρασμα πως δεν πρόκειται για κάποια θυσία αγνών και οραματιστών πολιτικών αλλά για έναν ισχυρό καθεστωτισμό έτοιμο να κάνει τα πάντα για να διατηρηθεί στην θέση του.
Τι κάνουμε;
Από την αρχή της κρίσης οι φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις βρέθηκαν σε μία κατάσταση αμυντική, υπεράσπισης θεμελιωδών κανόνων κοινωνικής συνύπαρξης. Δέχτηκαν αδυσώπητη κριτική, απρόκλητες επιθέσεις, και θρασύδειλους υπαινιγμούς. Υποστήριξαν άτομα που δεν συμπαθούσαν ιδιαίτερα μόνο και μόνο γιατί αυτά εξασφάλιζαν την παραμονή στον ελεύθερο κόσμο. Βγήκαν στον δρόμο απέναντι σε ένα νόθο δημοψήφισμα ενώ ήταν φανερό πως δεν επρόκειτο να νικήσουν. Μετά από εφτά χρόνια κρίσης, την συριζαικη 'επιτυχία' μετατροπής της χώρας σε μία χρεοαποικία δίχως τέλος, την εθνική ήττα να πλανάται, τον κίνδυνο των χαμένων γενεών, την επιβολή συνθήκης φτώχειας και καθολικής επιβράδυνσης γίνεται αντιληπτό πως η τακτική επιβίωσης έφτασε στα όριά της. Δεν είναι δυνατόν η πορεία του έθνους να έχει αφεθεί στα χέρια εκείνων που επιμελώς πριονίζουν το μέλλον του με τις αρχαϊκές ιδεοληψίες τους. Δεν είναι δυνατόν το χρήμα να περιστρέφεται γύρω από άτομα που έχουν φύγει από την παραγωγή με αποτέλεσμα οι νέοι να εργάζονται αποκλειστικά για την Τρίτη ηλικία.
Δεν υπάρχει πιο θλιβερή εικόνα από μία κοινωνία που διαμαρτύρεται γιατί δεν φτάνουν οι συντάξεις των γιαγιάδων να χαρτζιλικώσουν τα εγγόνια τους ενώ συγχρόνως αδιαφορεί για την ανυπαρξία θέσεων εργασίας για τα τελευταία. Η δάνεια ευημερία ναι μεν τελείωσε αλλά θα πρέπει να υπάρξει μία κάποια ευκινησία ικανή να δημιουργήσει ξανά προοπτικές ανόδου.
Το να συνηθίσει κάποιος τη μετριότητα, τον μιζεραμπιλισμό, την απάθεια, το να αναζητά όλο και λιγότερα για το μέλλον του, το να αγνοούνται ο διεθνής καταμερισμός εργασίας και οι σύγχρονες ανησυχίες για την σχέση εργατικού δυναμικού και νέων μέσων παραγωγής, το να μη μιλά για αποδοτικότητα, παραγωγή πλούτου, ευκαιρίες επένδυσης και συμμετοχής είναι η πραγματική συλλογική βλάβη.
Το κατενάτσιο οφείλει να γίνει επίθεση, αγώνας για ελευθερία.
αναδημοσίευση από την the Books' Journal
http://booksjournal.gr/slideshow/item/2585-katenatsio-gia-tin-eleftheria?utm_source=dlvr.it&utm_medium=twitter