Στην επιστημονική μου καριέρα, έχω βρεθεί πολλές φορές στην θέση του μέλους της επιτροπής αξιολόγησης ή της συμβουλευτικής επιτροπής ερευνητικών προγραμμάτων αλλά και ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και ερευνητικών κέντρων. Θα μου επιτρέψετε να απαριθμήσω - λίγο ακατάστατα - κάποιες από τις επιτροπές που συμμετείχα: αξιολογητής στο Shanghai Synchrotron Radiation Facility στην Κινα, Diamond Light Source του Ηνωμένου Βασιλείου, European Synchrotron Radiation Facility στην Γαλλία, ALBA synchrotron στην Ισπανία· κριτής ερευνητικών προγραμμάτων για τον Φλαμανδικό Οργανισμό για την Έρευνα (FWO), το Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας των ΗΠΑ (NIH), τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Μοριακής Βιολογίας (EMBO), την Welcome Trust και το Συμβούλιο Βιοτεχνολογίας και Βιολογικών Επιστημών (BBSRC) Ηνωμένου Βασιλείου, σε προγράμματα FP7 και H2020 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών (FCT) Πορτογαλίας· καθώς κριτής και αξιολογητής σε πολλές περιπτώσεις στο Ολλανδικό Οργανισμό για την Έρευνα (NWO) στην Ολλανδία όπου εργάζομαι αλλά και σε αρκετές περιπτώσεις (που θα σχολιάσω παρακάτω) στην Ελλάδα όπου μεγάλωσα και σπούδασα (στο τόσο παρεξηγημένο Δημόσιο Πανεπιστήμιο). Η λίστα δεν είναι μεγάλη, ούτε και μικρή.
Στις αξιολογήσεις που έχω συμμετάσχει, τα έξοδα μας είναι πληρωμένα, και υπάρχει και μια μικρή αμοιβή που καλύπτει συνήθως ημερήσια έξοδα. Το σημαντικό όμως σε όλες αυτές τις περιπτώσεις είναι η αίσθηση ότι σε αντιμετωπίζουν με σεβασμό αλλά και σοβαρότητα: ότι η γνώμη της επιτροπής αξιολόγησης μετράει και ότι η (σκληρή) δουλειά που γίνεται, έχει αντίκρισμα στις μελλοντικές αποφάσεις.
Η παραπάνω λίστα, στην Ελλάδα περιλαμβάνει φυσικά την Αρχή Διασφάλισης και Πιστοποίησης της Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση (ΑΔΙΠ). Η εμπειρία μου στην ΑΔΙΠ μικτή: ενώ η διαδικασία ακολουθεί σαφώς τα διεθνή πρότυπα αξιολόγησης, πάντα υπήρξε ασαφές ποιoς ακριβώς είναι ο σκοπός της. Πώς δηλαδή θα χρησιμοποιηθούν τα συμπεράσματα της αξιολόγησης για την βελτίωση των κρινόμενων δομών.
Τα Χριστούγεννα του 2016, υπήρξα μέλος της επιτροπής αξιολόγησης του ΤΕΙ Αθηνών. Προσυπέγραψα, μετά από σκληρή αξιολόγηση μιας εβδομάδας - όπου μάλιστα υπήρξα ο «κακός μπάτσος» της επιτροπής και πολλές φορές έγινα αντιπαθής - το γενικό συμπέρασμα "Worthy of Merit", την ανώτερη δυνατή βαθμολογία. Παρά την εξαιρετική εντύπωση από το ΤΕΙ, μας είχε ξενίσει όλους η εμμονή με την αυτοδύναμη εκπόνηση διδακτορικών διατριβών αποκλειστικά («αυτοδύναμα») εντός του ΤΕΙ. Η επιτροπή, ομόφωνα, εξήγησε σε πολλές περιπτώσεις και γραπτά και προφορικά, ότι ο ρόλος της Τεχνολογικής εκπαίδευσης, είναι να παρέχει εκπαίδευση στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο στους μελλοντικούς εξειδικευμένους επαγγελματίες, αλλά όχι η παραγωγή νέας γνώσης μέσα από την διαδικασία έρευνας, που γίνεται στα Πανεπιστήμια (με την συνεργασία των ΤΕΙ φυσικά). Οι προτροπές μας και οι προτάσεις μας, που σε καμία περίπτωση δεν υποβάθμιζαν το ΤΕΙ, αλλά το ενθάρρυναν να συνεχίσει την εξαιρετική αυτόνομη πορεία του στον χώρο της Τεχνολογικής Εκπαίδευσης, έγιναν απλά το εφαλτήριο για να διεκδικήσει το ΤΕΙ να γίνει Πανεπιστήμιο. Δηλαδή, το ίδιο το ΤΕΙ απαξίωσε την επιτροπή αξιολόγησης αγνοώντας την και ζητώντας να «εξελιχθεί» σε Πανεπιστήμιο (κάτι που εμμέσως πλην σαφώς αποθαρρύναμε, αποθαρρύνοντας την εκπόνηση διδακτορικών στο ΤΕΙ). Κυρίως όμως το ΤΕΙ απαξίωσε τον ρόλο του ως πόλος Αριστείας στην Τεχνολογική Εκπαίδευση, επιλέγοντας να γίνει ένα ακόμα νομοτελειακά σχεδόν μέτριο Πανεπιστήμιο.
Στις κρίσεις ερευνητικών έργων που έχω συμμετάσχει, ποτέ σχεδόν δεν έχω αμειφθεί (εξαίρεση η ΕΕ). Οι αρμόδιες υπηρεσίες αντιμετωπίζουν τους αξιολογητές με σεβασμό, θεωρώντας ότι αφιερώνουν τον χρόνο τους στην αξιολόγηση των ερευνητικών προγραμμάτων που σκοπεύουν να χρηματοδοτήσουν, ώστε να προάγουν την επιστήμη με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Η σχέση οφείλει να είναι αυτή του αμοιβαίου σεβασμού και της αμοιβαίας εμπιστοσύνης: αν δεν υπάρχει και σεβασμός και εμπιστοσύνη, η κρίση δεν έχει καν νόημα.
Και εδώ έρχεται το Υπουργείο του Θιάσου Εφαρμοσμένου Σουρεαλισμού που κυβερνά την πολύπαθη Ελλάδα, με μια δυνατή διεθνή πρωτοτυπία: ακόμα ένας Έλληνας του εξωτερικού υποβάλλει έστω και μία έκθεση αξιολόγησης ενός μεταδιδακτορικού ερευνητικού προγράμματος, οφείλει πλέον να υποβάλλει... πόθεν έσχες. Δηλαδή, το υπουργείο απαξιώνει την ακαδημαϊκή ηθική του κριτή- με τρόπο που κανένας οργανισμός σε καμία από τις χώρες που ανέφερα και σε άλλες που γνωρίζω δεν έχει κάνει, θεωρώντας τον κριτή ύποπτο χρηματισμού! Και για αυτό ζητάει πόθεν έσχες, για να μην τολμήσει ο κριτής να εκβιάσει π.χ. τον φτωχό μεταδιδάκτορα και να χρηματιστεί ώστε να κρίνει θετικά την πρόταση ερευνητικού έργου που υπέβαλλε! Πλήρης έλλειψη σεβασμού και εμπιστοσύνης, πλήρης απαξίωση προς τον κριτή, ακαδημαϊκή και ηθική.
Πέραν όμως από απαξιωτικό, το μέτρο είναι και βαθιά ηλίθιο για τρεις λόγους:
-Εάν κάποιος αξιολογητής θέλει πραγματικά να χρηματιστεί είναι πολύ εύκολο αυτό να μην γίνει ποτέ αντιληπτό στο πόθεν έσχες ειδικά εάν μιλάμε για κατοίκους εξωτερικού.
-Κανείς λογικός άνθρωπος δεν θα μπει στον γραφειοκρατικό κυκεώνα του πόθεν έσχες για να βοηθήσει στην αξιολόγηση μιας επιστημονικής πρότασης και ικανοί κριτές χάνονται.
-Περιορίζοντας de facto την ομάδα αξιολογητών που θα δεχθούν να κρίνουν τις προτάσεις ουσιαστικά ευνοείται η διαφθορά και η διαπλοκή στο κλειστό πλέον «κλαμπ αξιολογητών» που θα δεχθούν να υποβάλλουν πόθεν έσχες.
Θα ήθελα να καλέσω τον κ. Φωτάκη, ο οποίος είμαι βέβαιος ότι αντιλαμβάνεται την απόλυτη βλακεία της απαίτησης υποβολής πόθεν έσχες από αξιολογητές επιστημονικών προγραμμάτων ή ιδρυμάτων στην Ελλάδα, να κάνει το αυτονόητο.