Από έρευνα που έγινε πριν μερικά χρόνια, προέκυψε πως από τις 20 καλύτερες επιχειρήσεις σε κάθε κλάδο κατά μέσο όρο οι οικογενειακές επιχειρήσεις κατέλαβαν τις 17 θέσεις. Και δεν είναι τυχαίο, άλλωστε η επιδίωξη των γονιών στην Ελλάδα είναι η εξασφάλιση της κόρης ή του γιου με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Έχοντας ως γνώμονα το «καλό του παιδιού» είναι λογικό ο γονέας να παλεύει για να καταφέρει να εξασφαλίσει την επιβίωση της επιχείρησης του. Μάλιστα το catch phrase είναι: «να κάνουμε κάτι για τα παιδιά μας»
Αν δει κάποιος τους αριθμούς θα διαπιστώσει τις αγκυλώσεις τους: μόνον το 10% από αυτές εξάγουν, η συμμετοχή σε επαγγελματικά clusters και σε συνεργατικά σχήματα είναι μικρή, μόλις το 39% των επιχειρήσεων καταγράφει το στρατηγικό της σχέδιο, ενώ παράλληλα το 11% δέχεται συμβουλή από εξωτερικούς συμβούλους και δυστυχώς μόλις το 23% αντιμετωπίζει ως πρόκληση την εξαγωγική δραστηριότητα.
Από τα στατιστικά φαίνεται η πρόσδεση των οικογενειακών επιχειρήσεων σε έναν κλειστό κύκλο επιχειρηματικών κινήσεων «χαμηλού» ρίσκου και της λεγόμενης στην πιάτσα «πεπατημένης». Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω άλλωστε, το mission statement των επιχειρήσεων αυτών είναι «να κάνουμε κάτι για τα παιδιά μας».
Βέβαια, υπάρχει μία δόση ρεαλισμού στην διαχείριση της οικογενειακής επιχείρησης από μέλη της οικογένειας. Όπως χαρακτηριστικά λέει άλλωστε και ο κ.George Athanassakos, καθηγητής Value Investing στο Richard Ivey School of Business του Καναδά: «Ποτέ δεν επενδύω σε μία επιχείρηση εάν ο CEO δεν έχει μεγάλο μερίδιο μετοχών». Είναι προφανές, πως όταν μία οικογένεια στηρίζει την επιβίωση της σε μία επιχείρηση, θα εφαρμόζει και χρηστή διοίκηση.
Δεν μπορεί όμως το 2015 να στηριζόμαστε ακόμα σε ένα τέτοιο μοντέλο επιχειρηματικής δραστηριότητας. Και δεν είναι μόνο ζήτημα ελληνικό, καθώς οι οικογενειακές επιχειρήσεις καταλαμβάνουν (με βάση εκτιμήσεις ειδικών) περίπου το 60% στην ευρωπαϊκή επιχειρηματικότητα.
Κρίσιμη θα είναι η ικανότητα των διοικητικών στελεχών-μέλη οικογενειών να έχουν «ευήκοα ώτα» προς τις νέες ιδέες που προσφέρουν οι σύμβουλοι τους και να δείξουν εμπιστοσύνη στις νέες μεθόδους management και marketing που προτείνουν.
Οι κρίσεις απαιτούν ρίσκα από τις επιχειρήσεις. Κυρίως απαιτούν από τις υγιείς οικογενειακές επιχειρήσεις να βγάλουν μπροστά τη νέα γενιά που έχει σπουδάσει τα αντικείμενα που οι γονείς-διοικούντες έμαθαν εμπειρικά. Και όχι μόνο διότι οι νέοι θα φέρουν «επιστημοσύνη», αλλά επειδή θα φέρουν μία κουλτούρα συνεργασίας και επαγγελματισμού στο επιχειρείν. Και κυριότερα, με τις γνώσεις τους θα προσφέρουν στον μακροπρόθεσμο στρατηγικό σχεδιασμό των επιχειρήσεων τους.
Ας δοθεί χώρος λοιπόν στα νιάτα, και κυρίως εμπιστοσύνη στους νέους managers να αναλάβουν τα ηνία αλλά και την ευθύνη διοίκησης μίας επιχείρησης. Δίχως αμφιβολία, η οικονομία μας έχει μόνο να κερδίσει από νέους managers και CEOs που θα μετατρέψουν «κλειστές» οικογενειακές επιχειρήσεις σε εξαγωγικές επιχειρήσεις με σύγχρονες μεθόδους εταιρικής διακυβέρνησης.
*Χρησιμοποιήθηκαν στοιχεία από το Project FAMBUS του ΑΤΕΙΘ και του 4ου Ευρωπαϊκού Βαρόμετρου Οικογενειακών Επιχειρήσεων της KPMG.