Η εξέγερση του Πολυτεχνείου είναι ίσως μια από τις πιο δύσκολες περιπτώσεις στη νεότερη ελληνική ιστορία για μια ψύχραιμη, επιστημονική εκτίμηση και οι λόγοι είναι αρκετοί: δεν είναι ούτε τόσο μακρινή, ώστε να αποτελεί αντικείμενο ψυχρής ιστορικής μελέτης (πολλοί από τους αφανείς και εμφανείς πρωταγωνιστές ζουν και έχουν ξεκάθαρη άποψη) αλλά ούτε τόσο κοντινή, ώστε η μυθολογία που τη συνόδευσε να αντιστέκεται σε εναλλακτικές ερμηνείες, δριμεία κριτική ή ακόμη και αποδόμηση.
Δεν αποτελεί και κάποιο πρωτότυπο συμπέρασμα -πολλοί συνάδελφοι δημοσιογράφοι, μελετητές και συγγραφείς- συμφωνούν ότι το Πολυτεχνείο αποτέλεσε το τοτέμ της Μεταπολίτευσης που ήρθε να φτιασιδώσει όλα τα ταμπού, τα λάθη και τις ενοχές της Αριστεράς και της Δεξιάς για την περίοδο πριν και κατά τη διάρκεια της δικτατορίας. Πράγματι, δεν είναι τόσο το Πολυτεχνείο, όσο οι διαδοχικές επέτειοι του που αξιοποιήθηκαν την περίοδο της Μεταπολίτευσης από όλες τις πολιτικές δυνάμεις για διαφορετικούς λόγους και σκοπιμότητες. Από τα κόμματα της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, το ΚΚΕ, το ΠΑΣΟΚ μέχρι και τη Νέα Δημοκρατία.
Η υπέρβαση που συμβαίνει με την εξέγερση του Πολυτεχνείου συνίσταται στο γεγονός ότι για πρώτη φορά, κόντρα στους ανταγωνισμούς και τη διάσπαση των εξόριστων και εγχώριων αντιδικτατορικών οργανώσεων, συγκροτήθηκε ένα κίνημα μαζικής δράσης «από τα κάτω» το οποίο χτιζόταν στους φοιτητικούς χώρους από το 1972. Ωστόσο όσοι από τη νέα γενιά του Πολυτεχνείου, η οποία ορμητικά ερχόταν να αναλάβει πρωταγωνιστικό ρόλο στο Μεταπολιτευτικό σκηνικό, οργανώθηκαν κομματικά στη συνέχεια, διεκδίκησαν το συλλογικό ήθος και τη συλλογική ανάμνηση ως κεντρικό ταυτοποιητικό στοιχείο της μεταδικτατορικής προσωπικής δράσης τους.
Τα χρόνια μετά την πρώτη εξέγερση του Πολυτεχνείου χαρακτηρίζονται όχι τόσο από το περιεχόμενο της ίδιας της εξέγερσης του 1973 αλλά από το νέο περιεχόμενο που λαμβάνουν οι ίδιες οι επέτειοι του. Για παράδειγμα στην πρώτη επέτειο της εξέγερσης τα κόμματα και οι οργανώσεις των αριστεριστών πρωταγωνιστούν, επιχειρώντας να επιβάλλουν την παρουσία τους στο υπό διαμόρφωση πολιτικό σκηνικό. Είναι η εποχή που το αυτόνομο εργοστασιακό κίνημα οργανώνεται ανεξάρτητα από τις οδηγίες και την γραμμή των δυο ΚΚΕ και προσπαθεί να συνδεθεί με το φοιτητικό κίνημα που προέκυψε από το Πολυτεχνείο.
Ωστόσο, τις χρονιές που θα ακολουθήσουν, ο ανταγωνισμός ανάμεσα στα κόμματα της Νέας Αριστεράς και του ΚΚΕ από τη μια πλευρά, και από την άλλη, η προοδευτικά αυξανόμενη επιρροή του ΠΑΣΟΚ ως απορροφητή τάσεων της νέας Αριστεράς και του κέντρου θα αρχίσει να αποτυπώνεται έντονα. Ο θάνατος του Αλέκου Παναγούλη σε αυτοκινητικό δυστύχημα την παραμονή της Πρωτομαγιάς του 1976 αλλά και ο θάνατος του 16χρονου μαθητή Σιδέρη Ισιδωρόπουλου, μέλους της οργάνωσης Κ.Ο. Μαχητής την επόμενη ημέρα (όταν τραυματίστηκε από διερχόμενο αυτοκίνητο, προσπαθώντας να διαφύγει τη σύλληψη αστυνομικών γιατί κολλούσε αφίσες που καλούσαν στην απεργία της Πρωτομαγιάς) θεωρήθηκαν ως τεκμήριο μιας «νέας τρομοκρατίας» ενός κράτους που δεν είχε αποχουντοποιηθεί. Άλλωστε η Συνταγματική Πράξη που καθόρισε τα όρια των δικών της Χούντας και θεσπίστηκε από την κυβέρνηση Καραμανλή όριζε ότι θα δικάζονταν οι «πρωταίτιοι», εκείνοι δηλαδή οι αξιωματικοί που ανέτρεψαν το πολίτευμα. Οι υπόλοιποι, όσοι δηλαδή διετέλεσαν υπουργοί, στελέχη, αστυνομικοί άλλα όργανα της χούντας αφέθηκαν ελεύθεροι, διατηρώντας τις θέσεις τους στον κρατικό μηχανισμό.
Στο παραπάνω πλαίσιο, η επέτειος του Πολυτεχνείου γίνεται ένα πεδίο ανταγωνισμού ανάμεσα στην αφήγηση που προωθούν τα κοινοβουλευτικά κόμματα της αστικής δημοκρατίας που επιδιώκουν την αποχουντοποίηση μέσω του συμβιβασμού και της εγγύησης των δημοκρατικών θεσμών (όσο εύθραυστοι και αν είναι αυτοί) και σε εκείνη την αφήγηση που προωθεί το αίτημα ότι «ο αγώνας συνεχίζεται» μαζικά, κινηματικά και όχι κομματικά, ενάντια στην κρατική καταστολή με συγκεκριμένη πολιτική και ιδεολογική στόχευση για την εξέλιξη ενός εργατικού κινήματος.
Επιπλέον τον Μάϊο του 1976, η κυβέρνηση Καραμανλή ψηφίζει το νόμο 330, ο οποίος επιδιώκει να εμποδίσει το συσσωρευμένο κίνημα απεργιών που εξελίσσεται στην ελληνική βιομηχανία μέσω του εργοστασιακού συνδικαλισμού. Αυτό προκαλεί μια σειρά πανελλαδικών απεργιακών κινητοποιήσεων και διαδηλώσεων στην οποία πρωτοστατούν οι οικοδόμοι και καταλήγουν σε βίαιες συγκρούσεις με την αστυνομία. Τότε η κυβέρνηση προωθεί την εικασία του «αριστεροχουντισμού» (δηλαδή προβοκατόρικων στοιχείων από την άκρα αριστερά μέχρι την άκρα δεξιά) ως παράγοντα αποσταθεροποίησης του κοινοβουλευτισμού και επιβάλλει μέτρα ποινικοποίησης της πολιτικής δράσης. Ωστόσο, καθώς η αποχουντοποίηση του κράτους δεν έχει πραγματοποιηθεί, οι επέτειοι του Πολυτεχνείου έρχονται να εκφράσουν από τη μια πλευρά την ανάγκη για διασφάλιση της πολιτικής δράσης ως συστατικό μιας δημοκρατίας και από την άλλη την αντιπαράθεση ανάμεσα στην Αριστερά και το ΠΑΣΟΚ για το ποιος θα πρωτοστατεί στην πρωτοκαθεδρία αυτής της διεκδίκησης.
Η επέτειος του Πολυτεχνείου το 1980 σημαδεύεται με βίαιες συγκρούσεις ανάμεσα στην αστυνομία και τους διαδηλωτές, όταν η αριστερή μειοψηφία της ΕΦΕΕ προσπαθεί να «σπάσει» την απαγόρευση για πορεία μέχρι την αμερικανική πρεσβεία. Από τις συγκρούσεις ΜΑΤ και διαδηλωτών χάνουν τη ζωή τους η Σταματίνα Κανελλοπούλου και ο Ιάκωβος Κουμής, 21 και 26 ετών αντίστοιχα. Οι εφημερίδες της εποχής ρίχνουν την ευθύνη σε «άγνωστους προβοκάτορες» και αρχίζει ένας νέος κύκλος πολιτικής βίας, ο οποίος τροφοδοτεί και ενισχύει ένα νέο κίνημα αμφισβήτησης και πολιτικής αντιπαράθεσης.
Ωστόσο είναι σαφές ότι τόσο από τις εξελίξεις στη γειτονική Ιταλία με την καταστολή του κινήματος της Αυτονομίας, την έκρηξη της τρομοκρατίας με τη δολοφονία του Άλντο Μόρο και το γενικότερο γεωπολιτικό κλίμα του Ψυχρού Πολέμου, υπάρχει μεγάλη ανησυχία και ανάγκη για εξομάλυνση του πολιτικού σκηνικού στην Ελλάδα. Το ΠΑΣΟΚ που διανύει το δρόμο προς την εξουσία ενσωματώνει σταδιακά τμήματα του νέου εργατικού κινήματος και τάσεων που βρίσκονται πιο αριστερά από το ΚΚΕ, ενώ την ίδια στιγμή ένοπλες οργανώσεις επηρεασμένες από τον γκεβαρισμό και τον επαναστατικό μαρξισμό και αναρχικοί συναγωνίζονται ή συνεργάζονται (ανάλογα με την περίοδο) για τις δικές τους στοχεύσεις.
Οι επέτειοι του Πολυτεχνείου θα αποτελέσουν στο εξής το πεδίο αυτής της ιδεολογικής και πολιτικής αναμέτρησης, καθώς τα κόμματα διεκδικούν τη μερίδα του λέοντος τόσο του «κληρονομικού χαρίσματος» των ιδεών πίσω από την εξέγερση του Πολυτεχνείου, όσο και της επιρροής τους στον αντίστοιχο πολυσυλλεκτικό χώρο όσων εξεγέρθηκαν και δολοφονήθηκαν.
Κάποιο κατηγορούν ότι το ΠΑΣΟΚ υιοθέτησε τυχοδιωκτικά τα αιτήματα της Αριστεράς που εκφράστηκαν στην εξέγερση του Πολυτεχνείου για να κερδίσει εκλογικά, άλλοι ότι η Αριστερά αναγκάστηκε να υιοθετήσει την στρατηγική του ΠΑΣΟΚ εγκαταλείποντας την προώθηση των αιτημάτων της γενιάς του Πολυτεχνείου. Όταν το 1985 το ΠΑΣΟΚ έχει αρχίσει και φθείρεται από τις αντιφάσεις της «Αλλαγής» και στο πλαίσιο της οικονομικής λιτότητας, δημιουργείται ένα κύμα αντίδρασης μέσα στο ΠΑΣΟΚ, το οποίο εναντιώνεται στη σοσιαλδημοκρατία της συναίνεσης και προσπαθεί να στρέψει τον προσανατολισμό προς τα αριστερά.
Η δολοφονία του 15χρονου Μιχάλη Καλτεζά από τον αστυφύλακα Αθανάσιο Μελίστα στα Εξάρχεια κατά τη διάρκεια μικροεπεισοδίων στην επέτειο του Πολυτεχνείου το 1985 θα προκαλέσει ένα τεράστιο κύμα εξέγερσης και επεισοδίων με εισβολή των ΜΑΤ στο Χημείο και σύγκρουση της ΠΑΣΚΕ με τους αναρχικούς. Είναι προφανές ότι τα δραματικά γεγονότα του Πολυτεχνείου του '85 θα αποτελέσουν αφορμή και πεδίο ριζοσπαστικοποίησης νέων αλλά και μια επιχείρηση αναβίωσης των διάφορων κινημάτων που «προσχώρησαν» και απογοητεύτηκαν από την «Αλλαγή». Παράλληλα η δολοφονία Καλτεζά στα Μεταπολιτευτικά χρόνια τερματίζει το κλίμα συναίνεσης μεταξύ αστυνομίας και πολιτικά προωθημένων πολιτών, ανοίγοντας ένα νέο κύκλο βίας και πολιτικής αντιπαράθεσης, ο οποίος θα διαρκέσει ολόκληρη τη δεκαετία του '80 και στη συνέχεια θα λάβει νέα τροπή.
Εφεξής, κάθε επέτειος του Πολυτεχνείου θα λειτουργεί ως μετεωρολογικό δελτίο για τις εκάστοτε πολιτικές συνθήκες της αντίστοιχης εποχής και θα λειτουργεί ως δείκτης κατανόησης για την υποχώρηση ή την άνοδο των μαζικών κοινωνικών κινημάτων στη πολιτική ζωή της Ελλάδας. Μπορεί το σύνθημα «1, 2, 3, πολλά πολυτεχνεία» να συμβολίζει την ανάγκη για «διαρκή αγώνα», όμως, είναι φανερό ότι κάθε επέτειος μετά την εξέγερση του 1973 λειτουργεί ως αποσπασματική «συνέχεια» της «Μεταπολίτευσης» και δείχνει πώς -κράτος και κοινωνία- επιλέγουν κάθε φορά να ανταποκριθούν στο «αφήγημα» που φιλοτέχνησαν οι πρωταγωνιστές της. Ο αυθορμητισμός, θεμελιώδες συστατικό της 17ης Νοεμβρίου 1973, συνιστά σήμερα συλλογική φαντασίωση.