Το ασφυκτικό δημοσιονομικό πρόβλημα και η αντιμετώπισή του, σε συνδυασμό με την προσφυγική και μεταναστευτική κρίση αποτελούν τον επικίνδυνο κλοιό μέσα στον οποίο κινείται η χώρα μας. Όλα αυτά μέσα σε ένα διεθνές περιβάλλον τρόμου και πανικού που ο ισλαμικός φονταμενταλισμός σπέρνει με την δολοφονική βαρβαρότητά του...Οι δανειακές ανάγκες της χώρας σε συνδυασμό με την έλλειψη ρευστότητας καθώς και το τέρας του χρέους, συνθέτουν το πλαίσιο υλοποίησης του τρίτου βαρύτατου μνημονίου, τη στιγμή που οι πολίτες συνεχίζουν να υφίστανται επώδυνες περικοπές και οι νέοι επιστήμονες να μεταναστεύουν μαζικά και «απελπισμένα» στο εξωτερικό. Το ζήτημα της επιστροφής της οικονομίας σε συνθήκες κανονικότητας και ακόμα περισσότερο σε συνθήκες ανάπτυξης είναι το μεγάλο ζητούμενο, προκειμένου να ανασάνει η κοινωνία, να έρθουν επενδύσεις, οι νέοι άνθρωποι και γενικότερα οι άνεργοι να βρουν δουλειά και η Ελλάδα να ξαναγίνει μια «κανονική» χώρα.
Είναι προφανές ότι για να γίνουν όλα αυτά απαιτούνται μεταρρυθμίσεις, σοβαρότητα και πολιτική βούληση. Και όπως όλοι πια αντιλαμβανόμαστε αυτά συνιστούν αδιαπραγμάτευτες προϋποθέσεις για να ξεκινήσει μια σοβαρή συζήτηση για την διευθέτηση του χρέους. Τα παραπάνω παρά την κεφαλαιώδη σημασία τους δεν συνιστούν τα μοναδικά προαπαιτούμενα για την ανάταξη της χρεοκοπημένης οικονομίας και την συνοχή της ελληνικής κοινωνίας. Η εγγύηση της ασφάλειας και της προστασίας του δημοσίου χώρου ως αυτονόητη λειτουργία ενός σύγχρονου ευρωπαϊκού κράτους δίκαιου, η αντιμετώπιση της βίας και η εμπέδωση της λειτουργίας του κράτους δικαίου στην καθημερινότητα των πολιτών αποτελούν μέγα ζητούμενο στην προσπάθεια επανεκκίνησης της χώρας. Η διασφάλιση της απρόσκοπτης λειτουργίας των πανεπιστημίων για παράδειγμα και η πιστή τήρηση των διατάξεων του Συντάγματος που εγγυώνται την δωρεάν δημόσια εκπαίδευση αποτελεί το 2015 συχνά ζητούμενο στη χώρα μας. Το πρόβλημα έχει απολύτως ταξικό χαρακτήρα, αφού αφορά κυρίως τους φοιτητές που προέρχονται από φτωχές και μέσες ελληνικές οικογένειες, καθώς οι ευπορότεροι επιλέγουν πανεπιστήμια του εξωτερικού στα οποία μεταξύ άλλων είναι βέβαιο ότι δε θα χάσουν κάποια εξάμηνα λόγω καταλήψεων.
Ο κίνδυνος είναι σοβαρός και δεν είναι άσχετος με την επέλαση της ναζιστικής εγκληματικής οργάνωσης που εξακολουθεί να αποτελεί το τρίτο σε δύναμη κοινοβουλευτικό κόμμα.
Επίσης η ύπαρξη επεισοδίων κάθε χρόνο στην επέτειο του Πολυτεχνείου, στα εγκαίνια της ΔΕΘ, και μετά το 2008 στην επέτειο της δολοφονίας Γρηγορόπουλου θεωρείται αυτονόητη και αναμενόμενη. Ακόμα οι δράστες ξυλοδαρμών πολιτικών προσώπων συχνά παραμένουν ανεντόπιστοι και ατιμώρητοι, η δε βία έξω και μέσα στα γήπεδα έχει γίνει περίπου ρουτίνα. Ο κατάλογος των περιστατικών βίας και κατάλυσης των δημοκρατικών αρχών δεν έχει τέλος. «Διανθίζεται» δε συνεχώς, ανάλογα με την ευρηματικότητα των εκάστοτε «ανυπότακτων» πρωταγωνιστών. Ασφαλώς η αρχή της αποφυγής βίαιων μεθόδων καταστολής με την εξάντληση κάθε ειρηνικής απόπειρας για την αποκατάσταση της έννομης τάξης οφείλει να αποτελεί αυτονόητη προτεραιότητα. Η παγιοποίηση όμως ενός καθεστώτος ανομίας και αταξίας ως αναπόδραστης εκδοχής της εγχώριας καθημερινότητας εγγυμονεί κίνδυνους μιας παράλληλης χρεωκοπίας εξίσου επώδυνης και επικίνδυνης με τη δημοσιονομική.
Η διασφάλιση της λειτουργίας του κράτους δικαίου, ιδιαίτερα σε κοινωνίες που μαστίζονται από οικονομική και κοινωνική κρίση, συνιστά αμιγώς προοδευτική πολιτική. Όπως όμως η αγορά (τουλάχιστον για όσους από εμάς δεν πιστεύουν στο νεοφιλελευθερισμό) δεν αυτορρυθμίζεται, έτσι και η προστασία του δημόσιου χώρου απαιτεί θωρακίσεις και ρυθμίσεις. Αλλιώς το κράτος καταρρέει, η χώρα διαλύεται και αργοπεθαίνει. Η ανομία δεν αποτελεί ριζοσπαστισμό, η απονομιμοποίηση του πολιτικού συστήματος και η κρίση αντιπροσώπευσης δεν μπορεί να αποτελούν το εύπεπτο άλλοθι για την ανοχή ή πολύ περισσότερο την αποδοχή ενός υποδόριου κύματος βίας. Η απόπειρα συμψηφισμού των κακώς κειμένων που έχει σωρεύσει στη χώρα η διαφθορά και η ατιμωρησία με την βία που έρχεται ως απάντηση των «εξεγερμένων» πολιτών είναι υποκριτική αλλά πρωτίστως επικίνδυνη. Ο κίνδυνος δεν αφορά μόνο ανησυχίες με θεωρητικό και ιδεολογικό περιεχόμενο που αναφέρονται στο κράτος δικαίου, το κοινωνικό συμβόλαιο και τις δημοκρατικές λειτουργίες. Ο κίνδυνος είναι σοβαρός και δεν είναι άσχετος με την επέλαση της ναζιστικής εγκληματικής οργάνωσης που εξακολουθεί να αποτελεί το τρίτο σε δύναμη κοινοβουλευτικό κόμμα.
Καιρός λοιπόν να θέσουμε στην Ελλάδα της κρίσης και των μνημονίων τα όρια της ανοχής των πολλών και μη προνομιούχων απέναντι σε όσους επιφυλάσσουν ανέλεγκτα για τον εαυτό τους το ρόλο του τιμωρού, του εξολοθρευτή, ή του «δικαίως» αγανακτισμένου. Το δόγμα της ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗΣ τάξης και η εφαρμογή του στην Ελληνική κοινωνία είναι ίσως το ίδιο αναγκαίο με την ένεση ρευστότητας που κάθε τρεις και λίγο αναμένουμε. Ή αλλιώς, όπως θα έλεγε ο Μπιλ Κλίντον αν επιχειρηματολογούσε για το τι χρειάζεται να γίνει στην Ελλάδα «δεν είναι μόνο η οικονομία ανόητε».