Η 25η Νοεμβρίου έχει οριστεί ως η Παγκόσμια ημέρα εξάλειψης της βίας κατά των γυναικών και προσφέρεται ιδιαιτέρως ως μία ιδανική ευκαιρία έντονου προβληματισμού για όλους τους πολίτες του δυτικού σύγχρονου κόσμου, που στιγματίζεται - ακόμα παραδόξως - από εκτεταμένα κρούσματα έμφυλης βίας.
Η βία κατά των γυναικών διαπερνά όλους τους πολιτισμούς, όλες τις χώρες, τις κοινωνίες και τις εποχές...Δεν γνωρίζει κοινωνική διαστρωμάτωση και δεν κάνει ηλικιακές διακρίσεις. Η διαχρονικότητα της κοινωνικής αυτής παθογένειας, που αναγνωρίζεται πλέον ως έγκλημα με άμεσες και έμμεσες επιπτώσεις τόσο για τις γυναίκες θύματα όσο και για τη κοινωνία στο σύνολό της, εδράζεται σε μία εξίσου διαχρονική νοσηρή νοοτροπία περί αδυναμίας του γυναικείου φύλου.
Τούτο επιβεβαιώνει η πρόσφατη και πιο ολοκληρωμένη έως σήμερα πανευρωπαϊκή έρευνα για τη βία κατά των γυναικών, που διενεργήθηκε από τον Οργανισμό Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ (FRA). Σύμφωνα με αυτή, μία στις 10 γυναίκες έχει υποστεί κάποια μορφή βίας από την ηλικία των 15 ετών ενώ μια στις 20 έχει πέσει θύμα βιασμού. Περισσότερες από 7 στις 10 γυναίκες σε όλο τον κόσμο έχουν υποστεί σωματική κακοποίηση σε κάποιο στάδιο της ζωής τους. Οι αριθμοί είναι συνήθως φλύαροι...
Στην Επιτροπή Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, που συμμετέχω, επιμένω με παρεμβάσεις και σχετικές εκθέσεις, ότι το πρόβλημα πρέπει να αντιμετωπιστεί στη βάση της ουσιαστικής ευαισθητοποίησης και εκπαίδευσης των κοινωνιών μας. Ξεκινώντας από την οικογένεια και το σχολείο, είναι απαραίτητο να θέσουμε τα θεμέλια της αναγκαίας υγιούς κουλτούρας ενάντια στη βία αλλά και στις νοσηρές αντιλήψεις που τη συντηρούν.
Σε αυτή την προσπάθεια ο ρόλος της Ευρώπης αναδεικνύεται εξόχως σημαντικός και ικανός να αποδώσει στη βία κατά των γυναικών την αναγκαία πολιτική διάσταση. Ορισμένα κράτη μέλη αναγνωρίζουν ήδη την «ενδοοικογενειακή βία» ή τη βία από «στενό σύντροφο», ως ζητήματα που χρήζουν κρατικής παρέμβασης και δεν αποτελούν θέματα ιδιωτικής φύσεως. Η λογική αυτή πρέπει να διαπεράσει τη νομοθεσία όλων των κρατών μελών της ΕΕ και ενδεχομένως να αποτελέσει βάση νομοθετικών πρωτοβουλιών σε τρίτα κράτη. Διότι συνεχίζουν να άγονται από έμφυλα στερεότυπα και κοινωνικές ή πολιτιστικές αγκυλώσεις, που αποδέχονται τη βίαιη συμπεριφορά.
Για να καταπολεμήσουμε όμως τη βία, πρέπει επιπλέον να γνωρίζουμε την πραγματική της έκταση και φύση. Ως εκ τούτου, υποστηρίζουμε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο την αναγκαιότητα χρηματοδότησης από την ΕΕ περισσότερων προγραμμάτων έρευνας κρουσμάτων έμφυλης βίας, με την υποστήριξη ενδεχομένως της Eurostat, αλλά και ενθάρρυνσης των γυναικών να δημοσιοποιούν τα περιστατικά βίας που υφίστανται.
Ο κοινωνικός στιγματισμός του δράστη και η δίκαιη τιμωρία του αποτρέπουν από μελλοντικά φαινόμενα αυτοθυματοποίησης των γυναικών θυμάτων βίας, που εμφανίζονται συχνά ακόμα και στις δυτικές κοινωνίες.
Η βία κατά των γυναικών, συμπεριλαμβανομένης της εμπορίας (trafficking) κοριτσιών και γυναικών με σκοπό την πορνεία, αποτελεί χωρίς αμφιβολία την πιο διαδεδομένη σήμερα κατάφορη παραβίαση των βασικών θεμελιωδών δικαιωμάτων της γυναίκας. Υπονομεύει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, ισοπεδώνει την ανθρώπινη ψυχή και συνιστά ευθέως έγκλημα κατά της ανθρωπότητας.
Η καταπολέμησή της πρέπει να ξεκινά πάντα με την παραδοχή ότι η βία δεν είναι ενέργεια επίδειξης ισχύος. Αποτελεί, αντιθέτως, πράξη απόλυτης δειλίας, ανανδρίας και αθλιότητας, απέναντι στην οποία δεν κλείνουμε τα μάτια και επιδεικνύουμε μηδενική ανοχή.