Έξι χρόνια πριν, στις αρχές Μαΐου του 2010 μια από τις εμβληματικές εφημερίδες του ελληνικού τύπου που δυστυχώς δεν υπάρχει πια, η Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, δημοσίευσε με αφορμή την επικίνδυνη περίοδο που διένυε τότε η χώρα μια έρευνα με τον τίτλο «Να καεί ή να μην καεί το "μπουρδέλο" η Βουλή;».
Η εφημερίδα ήθελε να μάθει πως ένα σύνθημα που μέχρι πρότινος ακουγόταν -χρόνια τώρα - από κάθε αναρχική πορεία όταν έφτανε στη πλατείας Συντάγματος και πρωτοαντίκρυζε το κτίριο της Βουλής έφτασε να αποτελεί το κεντρικό σύνθημα χιλιάδων απλών ανθρώπων κάθε ηλικίας και πολιτικής τοποθέτησης που διαδήλωναν με οργή και αποστροφή.
Η εφημερίδα απηύθηνε το ερώτημα «Έχει δίκιο ο κόσμος; Να καεί η Βουλή;» σε γνωστά πρόσωπα της ελληνικής δημόσιας ζωής όπως ακαδημαϊκούς, συνθέτες, συνδικαλιστές και, φυσικά, βουλευτές για να δώσουν τις δικές τους ερμηνείες. Απ'ολες τις συνεντεύξεις-εξηγήσεις εκείνη που μου έκανε τότε την μεγαλύτερη εντύπωση ήταν του τραγουδιστή Στάθη Δρογώση, δημοτικού σύμβουλου στο δήμο Αθηναίων εκλεγμένου το 2014 με την παράταξη «Ανοιχτή Πόλη» που είχε τη στήριξη του ΣΥΡΙΖΑ απ' τον οποίο, παρεμπιπτόντως, απεχώρησε μάλλον γεμάτος απογοήτευση πέρσι το καλοκαίρι.
Στο ερώτημα, λοιπόν, της εφημερίδας αν «Έχει δίκιο ο κόσμος; Να καεί η Βουλή;» ο κύριος Δρογώσης έδωσε μια απάντηση-κόλαφο που αξίζει πιστεύω να παρατεθεί αυτούσια: «Πραγματικά η Βουλή δεν νομίζω ότι κυβερνά αυτό τον τόπο. Θλιβερός θίασος κομπάρσων στο θέατρο που λέγεται ελληνική δημοκρατία. "Σοσιαλιστές" που παίρνουν θατσερικά μέτρα και ακροδεξιοί που φωνάζουν τάχα υπέρ της δημοκρατίας. Προοδευτικοί δήθεν αριστεροί με ξύλινο συντηρητικό λόγο. Είναι προκλητικοί, αλλά ποιος νεόπλουτος νεοέλληνας δεν είναι; Η σαπίλα ξεκινά από κάτω. Από τους πρασινοφρουρούς και τους γαλάζιους νεοέλληνες με την κοιλίτσα και την αμορφωσιά. Οι περισσότεροι βουλευτές μας είναι σαν κι αυτούς. Αντιπρόσωποι και εκπρόσωποι της σάπιας Ελλάδας. Μαγκιά, βλαχιά και αρχαίοι πρόγονοι. Ούτε το κάψιμο δεν αξίζουν. Δικαιολογημένη η οργή του κόσμου. Αλλά με μια φωτιά δε θα λυθεί τίποτα. Αυτοοργάνωση, αλληλεγγύη, αξιοπρέπεια. Για τα παιδιά μας.»
Δεν με απασχολεί, στην προκειμένη περίπτωση, αν ο κ. Δρογώσης είναι καλός ή κακός τραγουδιστής ή αν ήταν μέχρι πρότινος φανατικός υποστηρικτής του ΣΥΡΙΖΑ ή άν είναι Ολυμπιακός ή Παναθηναικός. Ή, αν συνεχίζει να πιστεύει αυτά που είπε τότε. Είπε τα πράγματα με τ' όνομά τους. Υπάρχει κάποιος που δεν συμφωνεί; Υπάρχει κάποιος που δε συμφωνεί ότι οι λέξεις- κλειδιά στην περιγραφή Δρογώση το 2010 «θίασος», «δήθεν», «νεοέλληνας», «αμορφωσιά», «μαγκιά», «σαπίλα», παραμένουν προβληματικά και ντροπιαστικά ίδιες και απαρράλαχτες έξι χρόνια αργότερα.
Τα γράφω αυτά γιατί χθες στη συζήτηση στην Επιτροπή της Βουλής που συζητούσε το εθνικά κρίσιμο πολυνομοσχέδιο με τα φορολογικά και τον κόφτη γίναμε για πολλόστή φορά όλοι μάρτυρες της ντροπιαστικής εκδοχής του ελληνικού μνημονιακού κοινοβουλευτισμού.
Βρισιές, χυδαίες φράσεις, αγριεμένες φωνές, ελεεινές αντεγκλήσεις και τραμπουκισμοί που δεν αρμόζουν σε εικοστού πρώτου αιώνα σύγχρονη δημοκρατική χώρα συνόδευσαν την υποτιθέμενη κρίσιμη συζήτηση. Καμία αυτοσυγκράτηση. Μηδέν αξιοπρέπεια.
Ωστόσο, αν η Βουλή της κάθε χώρας αποτελεί την μικρογραφία της κοινωνίας που αντιπροσωπεύει τότε πρέπει πλέον να μιλάμε για μια χώρα που δεν είναι μόνο οικονομικά χρεοκοπημένη. Η ελληνική κοινωνία - και με πονάει πολύ που το γράφω - δεν βιώνει μια βαθιά οικονομική κρίση αλλά και ένα ζοφερό συλλογικό ψυχόδραμα. Με αφορμή, δικαιολογία και πρόσχημα την κρίση, όλες οι συλλογικές ανεπάρκειες κι όλα τα προσωπικά κόμπλεξ έχουν βγει στην επιφάνεια.
Αναρωτήθηκα χθες στιγμιαία, βλέποντας το θλιβερό σόου των Άδωνη Γεωργιάδη, Τσακαλώτου, Μπαλαούρα, Κασιδιάρη &Co, αν το 2010 είχε χαθεί ο έλεγχος και το οργισμένο πλήθος των διαδηλωτών στην κινούμενη άμμο της απόστροφής τους έμπαινε τελικά στο κτίριο της Βουλής, μήπως το σοκ, η ακρότητα της πράξης αυτής καθεαυτής και η ντροπή που θα ακολουθούσε μας ξυπνούσε, μας λύτρωνε;