Ένα Παραμύθι Χωρίς Κακό Λύκο

Αυτή η ιστορία δεν έχει κακό λύκο. Η δική μας όμως, έχει. Και τη Δευτέρα το πρωί που θα ξυπνήσουμε και θα κοιτάξουμε δίπλα μας, τότε, θα τον δούμε να μάς χαμογελάει. Έχει επίσης και δεύτερο λύκο. Τον διχασμό που καραδοκεί ανάμεσά μας. Και όταν έρθει η ώρα να βρεθούμε ανάμεσα στους λύκους, δεν θα υπάρχει περιθώριο για κανένα δημοψήφισμα.
drhenkenstein/Flickr

Aυτές τις μέρες που όλοι κάτι λένε, ίσως μόνο ένα παραμύθι μπορεί να πει κάτι σε όλους, ανεξάρτητα από αυτό που επιλέγουν να ψηφίσουν.

Πλάι σ΄ ένα μεγάλο ποταμό ζούσε ένας Τσιγγάνος μάγος. Μια μέρα, εκεί που πλενόταν, ένα μικρό ποντίκι έπεσε από το ράμφος ενός μεγάλου πουλιού, και προσγειώθηκε μπροστά του. Το σήκωσε στα χέρια του, και με τη βοήθεια του μαγικού ποταμού, το μεταμόρφωσε σε κοριτσάκι. Ο μάγος και η γυναίκα του δεν είχαν αποκτήσει παιδιά, κι έτσι, μόλις της το έφερε στο σπίτι, εκείνη πέταξε από τη χαρά της: «Αχ τι ωραία και καλά που θα το μεγαλώσω!», είπε.

Τα χρόνια πέρασαν, και όταν το κοριτσάκι μεγάλωσε, ο μάγος είπε: «Ήρθε κόρη μου η ώρα να παντρευτείς. Μήπως λοιπόν να έπαιρνες για άντρα σου τον Βασιλιά Ήλιο;». Έκανε τα μαγικά του στο ποτάμι, και την ίδια στιγμή ο Ήλιος εμφανίστηκε μπροστά τους. «Πώς σου φαίνεται κόρη μου για γαμπρός;». «Mπα, δε μ' αρέσει, καίει πολύ και θα με τσουρουφλίσει με τις ακτίνες του», απάντησε η κόρη. Ο μάγος στράφηκε στον Βασιλιά Ήλιο και τον ρώτησε: «Υπάρχει κανείς δυνατότερος από σένα να παντρέψω την κόρη μου;», Και ο Ήλιος απάντησε: «Ναι, το Σύννεφο, γιατί αν πέσει πάνω μου, μπορεί να με κρύψει».

Τότε ο μάγος κατέβασε από τον ουρανό το Σύννεφο και το ρώτησε: «Εσύ, θες να παντρευτείς την κόρη μου;», «Ναι, αλλά πρώτα ρώτησέ την αν κι εκείνη με θέλει». «Θες κόρη μου να παντρευτείς το Σύννεφο;», ρώτησε ο μάγος. «Όχι, δε μ' αρέσει, γιατί όλα πάει και τα σκεπάζει και τα κάνει να φαίνονται σκοτεινά και βρώμικα», απάντησε. «Μήπως υπάρχει κανένας άλλος πιο δυνατός να την παντρέψουμε;», αναρωτήθηκε ο μάγος. «Ναι», απάντησε το Σύννεφο, «πιο δυνατός από μένα είναι ο Άνεμος. Γιατί όταν φυσάει, με διώχνει και δε μπορώ να σταθώ πουθενά».

Κι έτσι ο μάγος έφερε αμέσως μπροστά του τον Άνεμο. «Κόρη, τι λες; Θες να τον παντρευτείς;» «Όχι. Γιατί είναι κρύος και όλη την ώρα αλλάζει. Δεν τον παντρεύομαι». «Κανένας άλλος δυνατότερος από σένα δεν υπάρχει;», ρώτησε απελπισμένος ο μάγος. «Ναι αμέ, το Βουνό. Γιατί το Βουνό δε μπορώ να το μετακινήσω».

Έφερε λοιπόν ο μάγος μπροστά του το Βουνό και το ρώτησε αν επιθυμεί να παντρευτεί τη μονάκριβή του κόρη. «Ναι, αλλά καλύτερα να ρωτήσεις πρώτα και την ίδια», απάντησε εκείνο. «Θες λοιπόν να παντρευτείς το Βουνό;». «Όχι. Παραείναι σκληρό». Και τότε ο μάγος γύρισε και ρώτησε το Βουνό: «Υπάρχει έστω ένας που να είναι ισχυρότερος κι από σένα;».

«Ναι» απάντησε εκείνος, «το Ποντίκι. Γιατί το Ποντίκι σκάβει τρύπες μέσα μου και μπορεί να με γκρεμίσει». Κι έτσι ο μάγος έκανε τα μαγικά του, ώσπου εμφανίστηκε μπροστά του το Ποντίκι. «Κόρη, θες το Ποντίκι να το παντρευτείς;». «Ναι» αποκρίθηκε αυτή, «αλλά τότε θα πρέπει να με ξανακάνεις κι εμένα ποντίκι». Κι έτσι κι έγινε.

Η ιστορία αυτή ερμηνεύεται ποικιλοτρόπως. Σε διάφορες παραλλαγές της ταξιδεύει αιώνες τώρα ανά τον κόσμο. Η Najma Ayashah που την αφηγείται, εξηγεί πως έχει να κάνει με το γιατί πρέπει να μένει κανείς εκεί που ανήκει, «με αυτούς που μοιάζει. Αλλά και σαν ένα μάθημα για το ότι οι άνθρωποι πρέπει να αφήνονται να κάνουν τις δικές τους επιλογές.* Έχοντας στο μυαλό τους όχι μόνο αυτό που φαίνεται, αλλά και αυτό που δεν φαίνεται. Χωρίς να ξεγελιούνται από αυτό που μοιάζει με δύναμη, έπαρση, όγκο ή ορμή, και χωρίς να υποτιμούν εκείνο που μοιάζει μικρό και ανήμπορο. Γιατί οι μεγάλες ανατροπές γίνονται με μικρά βήματα. Εκεί είναι η κοινωνική και η ατομική ευθύνη του καθενός από εμάς. Σκάβοντας πολλές, μικρές τρύπες. Κοπιάζοντας, προσπαθώντας και πείθοντας. Όχι μόνο καταγγέλοντας και κραυγάζοντας, ούτε μόνο διεκδικώντας. Μέχρι να αναγκαστεί το Βουνό να αλλάξει.

(Κρατώντας ίσως και όσα αξίζουν, και χτίζοντας και κάτι στη θέση όσων γκρεμίζονται, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία...)

Το παραμύθι έχει πολλά όχι, και μόνο ένα ναι. Τα αμέτρητα όχι που αυτές τις μέρες -αυτά τα χρόνια- στοιχειώνουν το μυαλό μας. Ανάμεσα όμως στην αγωνία του «όχι» και στην αγωνία του «ναι», υπάρχουμε κι εμείς. Που δεν πιστεύουμε στη λιτότητα αλλά επιθυμούμε να ανήκουμε στην ομάδα κρατών με το υψηλότερο, παρά τις ελλείψεις και τα λάθη του, δημοκρατικό και κοινωνικό κεκτημένο. Που λυγίζουμε μπροστά στις αυτοκτονίες, την ανεργία και την απελπισία όσων ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας, αλλά παίρνουμε θάρρος από κάθε χειρονομία αλληλεγγύης και ανθρωπιάς. Που δε βλέπουμε τους εαυτούς μας σαν άβουλα γρανάζια ενός απρόσωπου συστήματος, αλλά σαν ενεργούς πολίτες μιας κοινωνίας που εξελίσσεται και αλλάζει. Που δεν πιστεύουμε ότι για όλα φταίνε οι άλλοι, γιατί αυτό αφαιρεί όχι μόνο κομμάτι της δικής μας ευθύνης αλλά και των δικών μας δικαιωμάτων. Που αγαπάμε την πατρίδα μας επειδή εδώ γεννήθηκε η δημοκρατία, αλλά δεν συμπεραίνουμε πως η δημοκρατική ψήφος μας ζυγίζει βαρύτερα από εκείνη των γειτόνων μας. Που γνωρίζουμε τη σύγχρονη ιστορία όχι μόνο από τα βιβλία, αλλά και από τις πικρές μνήμες και αφηγήσεις μέσα στα σπίτια μας. Που φοβόμαστε τους διχασμούς γιατί γνωρίζουμε τι σημαίνουν. Που δε φοβόμαστε να ζήσουμε με λιγότερα, αλλά ξέρουμε ότι πιο ευάλωτοι είναι οι πιο αδύναμοι ανάμεσά μας. Που αντιλαμβανόμαστε την αξιοπρέπεια σαν καθημερινή πρακτική και όχι σαν αναγγελία ούτε ιδιοκτησία καμιάς παράταξης. Που θέλουμε ξεκάθαρα ερωτήματα για να δίνουμε ξεκάθαρες απαντήσεις. Που δεν θέλουμε να εγκλωβιζόμαστε σε διλήμματα, αλλά να έχουμε επιλογές. Που πειθόμαστε με επιχειρήματα και όχι συνθηματολογία. Που δεν αντιλαμβανόμαστε την ταυτότητά μας ως μονοδιάστατη έννοια αλλά πολλαπλή, δημιουργική και πάλλουσα. Που δεν θέλουμε να χωριζόμαστε σε στρατόπεδα, αλλά να οικοδομούμε συναινέσεις.

Το Ποντίκι του παραμυθιού δεν είναι άβουλο ούτε ανίκανο. Μπορεί να σκάψει το Βουνό μέσα στα σπλάχνα του, και να το κάνει να αλλάξει. Λίγο ή πολύ, αργά ή γρήγορα, ο καθένας και η καθεμιά όσο μπορεί, και όλοι μαζί περισσότερο. Μέσα όμως, όχι έξω, γιατί τότε το ποντίκι είναι πια αδύναμο και μόνο του, εκτεθειμένο στα στοιχεία.

Και κάτι ακόμα. Αυτή η ιστορία δεν έχει κακό λύκο. Η δική μας όμως, έχει. Και τη Δευτέρα το πρωί που θα ξυπνήσουμε και θα κοιτάξουμε δίπλα μας, τότε, θα τον δούμε να μάς χαμογελάει. Έχει επίσης και δεύτερο λύκο. Τον διχασμό που καραδοκεί ανάμεσά μας. Και όταν έρθει η ώρα να βρεθούμε ανάμεσα στους λύκους, δεν θα υπάρχει περιθώριο για κανένα δημοψήφισμα.

ΥΓ. - Τα παραμύθια των Ρομά κουβαλούν μέσα τους σοφία και ψήγματα ιστορίας. Παραδείγματα επιβίωσης στο περιθώριο της κοινωνίας. Ή αλλιώς, την ιστορία ιδωμένη από τα άκρα. Αυτό το παραμύθι μου έρχεται στο μυαλό κάθε φορά που βλέπω μανιφέστα να ξεφτίζουν, γιατί αποκαθιστά την πίστη μου στη δύναμη του καθενός και της καθεμιάς από μας. Αλλά και επειδή οι Ρομά, όπως και πολλοί άλλοι, σαν μια από τις πιο ευπαθείς ομάδες της κοινωνίας, γνώρισαν στην ιστορία τους το πιο σκοτεινό πρόσωπο του λύκου.

*Diane Tong, Gypsy Folktales. New York: Harcourt Brace and Company, 1989, σελ. 17-19.

Δημοφιλή