Η -για διάφορους λόγους- απεννενοημένη, κακοσχεδιασμένη και λίαν ερασιτεχνικά εκτελεσμένη (ίσως επειδή η Τουρκική Υπηρεσία Πληροφοριών -ΜΙΤ- ενημέρωσε την κυβέρνηση μερικές ώρες νωρίτερα και κατέστη αναγκαία η επίσπευση της έναρξης του πραξικοπήματος) ενέργεια μερίδας Τούρκων αξιωματικών για την ανατροπή του προέδρου Ερντογάν και της κυβέρνησης του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) θα έχει δραματικές συνέπειες για τη γειτονική χώρα. Ο κ. Ερντογάν θεωρεί ως εγκέφαλο του πραξικοπήματος τον άλλοτε μέντορα και στενό συνεργάτη του Φετουλάχ Γκιουλέν, έναν κληρικό που ζει εδώ και πολλά χρόνια αυτοεξόριστος στην Πενσυλβάνια των ΗΠΑ. Η μεγάλη διείσδυση και επιρροή του κ. Γκιουλέν και του μετριοπαθούς ισλαμικού κινήματος Χιζμέτ, του οποίου ηγείται, στην τουρκική αστυνομία και δημόσια διοίκηση, επέτρεψαν στον κ. Ερντογάν να αποδομήσει σε σημαντικό βαθμό το κεμαλικό κατεστημένο και να αποκτήσει τον έλεγχο της χώρας. Η ρήξη μεταξύ Ερντογάν και Γκιουλέν πριν από μερικά χρόνια οδήγησε σε μια κατά περιόδους πολύ σκληρή αντιπαράθεση και συχνές εκδιώξεις «ανθρώπων του Γκιουλέν» από τον κρατικό μηχανισμό. Αν και είναι σαφές ότι αρκετοί από τους πραξικοπηματίες συνδέονταν με το κίνημα Χιζμέτ, δεν είναι ξεκάθαρο ότι το εγχείρημα είχε την έγκριση του Γκιουλέν.
Με αφορμή το αποτυχημένο πραξικόπημα, και «σαν έτοιμη από καιρό» όπως δήλωσε ο Ευρωπαίος Επίτροπος Χαν, η κυβέρνηση Γιλντιρίμ ξεκίνησε ένα μαζικό πογκρόμ εκκαθαρίσεων όχι μόνο στις ένοπλες δυνάμεις και τα σώματα ασφαλείας, αλλά σε ολόκληρο το δημόσιο τομέα. Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλούν και οι μαζικές παραιτήσεις που ζητήθηκαν από πολλές χιλιάδες πανεπιστημιακών, αλλά και από τρεις χιλιάδες δικαστικούς. Ο συνολικός αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων που φέρεται να διώκεται δικαστικά ή απλώς να απολύεται ήδη ξεπερνά τις 60.000 και δεν αποκλείεται να αυξηθεί σημαντικά. Εκτιμάται ότι ο κ. Ερντογάν εκμεταλλεύεται το πραξικόπημα για να εκκαθαρίσει πλήρως τον κρατικό μηχανισμό όχι μόνο από τους εμπλεκόμενους στο πραξικόπημα και γενικότερα τους ανθρώπους του Γκιουλέν, αλλά και από όσους βρίσκονται σε σημαντικές θέσεις (π.χ. δικαιοσύνη, εκπαίδευση) και δε συμφωνούν απολύτως με τις δικές του θέσεις και στοχεύσεις.
Η εξελισσόμενη κατάσταση στην Τουρκία είναι προβληματική καθώς καταλύεται το (με όποιες ελλείψεις και περιορισμούς) κράτος δικαίου, ακόμη και με λυντσαρίσματα στους δρόμους από τις πολιτοφυλακές Ερντογάν και με λίαν βάναυση μεταχείριση των συλληφθέντων, ενώ στην πράξη καταργείται πλήρως η διάκριση των εξουσιών. Η δε κυβέρνηση και ο Πρόεδρος έχουν κάνει επανειλλημμένα λόγο για επαναφορά της θανατικής ποινής, κάτι που έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις στην ΕΕ, ενώ περιπλέκει την κατάσταση στο ζήτημα της έκδοσης των οκτώ στρατιωτικών που κατέφυγαν στην Ελλάδα, όπου και αιτήθηκαν πολιτικό άσυλο. Εικάζεται δε ότι το επόμενο βήμα για τον κ. Ερντογάν θα είναι η επιτάχυνση των διαδικασιών για αλλαγή του Συντάγματος και ενίσχυση των εξουσιών του Προέδρου της Δημοκρατίας (για να μπορέσει να παίξει αυτό που οι επικριτές του στην Τουρκία ονομάζουν το ρόλο του Σουλτάνου).
Όλα αυτά εγκυμονούν τεράστιους κινδύνους για τη δημοκρατία και την κοινωνική συνοχή και σταθερότητα στη γειτονική μας χώρα. Η πόλωση των τελευταίων ετών, αποτέλεσμα των ενεργειών και επιλογών του κ. Ερντογάν, που επέλεξε να πορευθεί ως ηγέτης μόνο του 50% του τουρκικού λαού (αυτών δηλαδή που τον ψήφισαν) κινδυνεύει να γίνει ακόμη βαθύτερη, οδηγώντας την Τουρκία σε εθνικό διχασμό και, στο χείριστο σενάριο, ακόμη και σε κάποιας μορφής εμφύλια σύγκρουση (πέραν της εδώ και πολλά χρόνια εξελισσόμενης εναντίον των Κούρδων). Αν εξάλλου δεν ελεγχθούν οι εντάσεις στις σχέσεις με τις ΗΠΑ (κυρίως στο πλαίσιο των πιέσεων για έκδοση του Γκιουλέν), και με δεδομένες τις δυσκολίες στις ευρω-τουρκικές σχέσεις, τότε οι γεωπολιτικοί κλυδωνισμοί -με ανοιχτό μέτωπο της Συρίας και τα άλλα προβλήματα ασφαλείας στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου- θα καταστούν ακόμη πιο δύσκολα διαχειρίσιμοι. Και τα απόνερα δεν θα αφήσουν ασφαλώς ανεπηρέαστη τη χώρα μας, είτε μέσω της ιστορίας με τους Τούρκους στρατιωτικούς που έχουν ζητήσει άσυλο, είτε μέσω προβλημάτων στην υλοποίηση της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας για το προσφυγικό.