Η οικονομική κρίση και η παρ' ολίγο επίσημη χρεοκοπία της χώρας και τα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής υπήρξαν αποκαλυπτικά για τον τρόπο σκέψης και λήψης αποφάσεων στη χώρα μας. Από την πρώτη στιγμή ενοχοποιήθηκε για όλα το περίφημο μνημόνιο (memorandum), δηλαδή η αποτύπωση επί χάρτου της συμφωνίας ανάμεσα στην Ελλάδα και τους δανειστές της των αμοιβαίων δεσμεύσεων προκειμένου η χώρα μας να εξαφανίσει τα ελλείμματα και να αποπληρώνει το χρέος της. Έτσι με ευκολία και υπεραπλουστεύσεις πολιτικοί και πολίτες χωρίστηκαν σε μνημονιακούς και αντιμνημονιακούς. Στις άλλες χώρες που έγιναν παρόμοια προγράμματα τέτοιου είδους ορολογία δεν χρησιμοποιήθηκε. Ο συμβολισμός του μνημονιακού παρέπεμπε στους «σκληρούς» Έλληνες που είχαν συμμαχήσει με τους κακούς δανειστές και του αντιμνημονιακού στους «ευαίσθητους» που συμπονούσαν το λαό και που θεωρούσαν ότι δεν χρειαζόταν πρόγραμμα λιτότητας παρ' όλη τη χρεοκοπία. Και οι μεν και οι δε εισέπραξαν την ίδια εικόνα της χώρας: ανυπαρξία ισχυρής παραγωγικής φάσης, ύφεση, ανεργία 27% και δυσκολία έως αδυναμία να πραγματοποιηθούν ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις. Μεταρρυθμίσεις στο κράτος, η ανεπάρκεια του οποίου έγινε διεθνώς γνωστή, στο χώρο της οικονομίας στις συναλλαγές, στη φορολογία, στη διακυβέρνηση, στο εμπόριο, στον πρωτογενή τομέα, στις επενδύσεις. Οι μεταρρυθμίσεις βέβαια δεν πρέπει να μένουν στα χαρτιά πρέπει και να εφαρμόζονται, αυτό όμως χρειάζεται αποδοχή, συνεισφορά από τους υπευθύνους και τους πολίτες γενικά και απόφαση να φύγουμε από την πελατειακή λογική και να λειτουργήσουμε ως πραγματικό ευρωπαϊκό κράτος.
Διανύουμε ήδη το τριακοστό τέταρτο έτος συμμετοχής μας στην ΕΟΚ και μετέπειτα Ευρωπαϊκή Ένωση. Επωφεληθήκαμε από τεράστια χρηματοδοτικά προγράμματα και ο αγροτικός κόσμος έζησε εποχές μεγάλης άνεσης, αν και υπάρχουν ερωτηματικά ως προς τη διαχείριση στο θέμα του πρωτογενούς τομέα. Οι μεγάλες εθνικές οδοί, τα δημόσια έργα, οι ολυμπιακοί αγώνες, η καλύτερη και ασφαλέστερη Ελλάδα, η Κυπριακή Δημοκρατία στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η ελεύθερη κυκλοφορία εργαζομένων, αγαθών, υπηρεσιών και κεφαλαίων, ο ρόλος μας στα Βαλκάνια είναι προϊόντα της ενσωμάτωσης μας σ'αυτήν την Ευρώπη που πρόσφερε ειρήνη, ευημερία και ασφάλεια για εξήντα χρόνια. Ο πρωτότυπος αυτός συνασπισμός, μοναδικός στην ιστορία της ανθρωπότητας αποκατέστησε τη ρημαγμένη από τον πόλεμο Ευρώπη, αλλά και το ρημαγμένο από τον σοσιαλισμό, κομμάτι της, δημιουργώντας ένα σύνολο 28 κρατών μελών και 19 χωρών με κοινό νόμισμα. Ορισμένοι θεωρούν αυτονόητα όλα αυτά, νομίζουν ότι είμαστε στον αυτόματο πιλότο και για κάθε παρέκκλιση ή πρόβλημα πρέπει να υπάρχει ο από μηχανής θεός να το λύσει. Καλό είναι να βάλουμε το μυαλό μας να σκεφτεί ποιο θα ήταν το «κόσμος της μη Ευρώπης» για όλους τους ευρωπαίους πολίτες και ιδιαίτερα για τους πιο αδύναμους.
Σκεφτόμαστε όμως έτσι στην Ελλάδα ή μήπως ένα αχαλίνωτο θυμικό μας οδηγεί στην εγκατάλειψη του ορθολογισμού και στην ετερομομφή; Το κοινό αίσθημα οδηγεί δυστυχώς σε συμπεράσματα του τύπου: «για όλα φταίνε οι άλλοι, οι ξένοι, οι μισέλληνες που φθονούν το περήφανο έθνος των Ελλήνων». Η ιστορία επαναλαμβάνεται κατά καιρούς από τότε που δημιουργήθηκε το ελληνικό κράτος. Οι ξένοι μάς ξεγελούν, ενώ εμείς δεν έχουμε ευθύνη για τίποτα, δεν κάνουμε λάθη και ως εκ τούτου υποχρεούνται όλοι να αποδέχονται αυτά που ζητάμε. Στην ιστορία έχει αποδειχθεί ότι οι λαοί κάνουν στέρεα βήματα χωρίς υπαναχωρήσεις όταν αποφασίζουν με το μυαλό τους και δεν επιτρέπουν στο θυμικό και τα συναισθήματα της στιγμής να επηρεάζουν τις αποφάσεις. Όσο για τις ηγεσίες έχουν υποχρέωση να αντιλαμβάνονται την επίδραση και της πιο απλής και καθημερινής διαχείρισης στη μελλοντική πορεία της χώρας.
Σ'αυτή την Ευρώπη γίναμε μέλος όχι τόσο για λόγους γεωγραφικούς όσο για τις αρχές και τις αξίες της που συμμεριστήκαμε και για να φύγουμε από την φτώχεια και την ανασφάλεια. Όποιος χάρη προσωπικής εξουσίας, ιδεολογικών αγκυλώσεων, εγωισμών και συμφέροντος, διακυβεύει τη σημαντικότερη επιλογή στην ιστορία της χώρας δεν υπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, ούτε μπορεί να ελπίζει στη λαϊκή υποστήριξη μετά ταύτα. Η βούληση των λαών είναι απολύτως σεβαστή, μόνο που τίποτα δεν εγγυάται ότι θα είναι συνεχώς η ίδια κάτω από διαφορετικές συνθήκες. Πολύ περισσότερο που ούτε οι ηγεσίες ούτε οι λαοί μπορούν να θεωρηθούν αλάνθαστοι. Έτσι έχει γραφτεί η ιστορία που για να διαβαστεί σωστά χρειάζεται κριτική σκέψη και ορθολογισμός.
Ας ελπίσουμε ότι σήμερα ο Πρωθυπουργός της χώρας αλλά και οι εταίροι μας στη Σύνοδο Κορυφής θα διαβάσουν το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, έτσι όπως ακριβώς είναι κάτω από τις γραμμές. Γιατί τα συναισθήματα μεταβάλλονται, το μυαλό όμως είναι που χαράζει το μέλλον αυτή την ώρα.