Ειδικοί υπολογιστών δημιούργησαν ένα σύστημα τεχνητής νοημοσύνης που έχει καταφέρει να προβλέψει σωστά τα αποτελέσματα εκατοντάδων υποθέσεων που εκδικάστηκαν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Σύμφωνα με τους δημιουργητές του, το σύστημα προέβλέψε μάλιστα τις ετυμηγορίες με ακρίβεια 79%.
Όπως περιγράφεται σε μια μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό PeerJ Computer Science, το σύστημα τεχνητής νοημοσύνης λειτουργεί αναλύοντας περιγραφές δικαστικών υποθέσεων που υποβάλλονται στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Αυτές οι περιγραφές περιλαμβάνουν περιλήψεις των νομικών επιχειρημάτων, σύντομα ιστορικά των υποθέσεων και τη συναφή νομοθεσία. Οι υποθέσεις έπειτα ομαδοποιούνται σε τρεις κύριες παραβάσεις του δικαίου των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένης, της απαγόρευσης των βασανιστηρίων και της εξευτελιστικής μεταχείρισης, το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη και το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής.
Το πρόγραμμα στη συνέχεια διακρίνει κάποια επαναλαμβανόμενα μοτίβα σε αυτά τα δεδομένα, συσχετίζοντας τα με οριστικές αποφάσεις του δικαστηρίου -για παράδειγμα το είδος των αποδεικτικών στοιχείων που υποβλήθηκαν, καθώς και το ακριβές τμήμα της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου που η υπόθεση φέρεται να παραβίασε. Τελικά, προέκυψαν διάφορα συμπεράσματα. Συγκεκριμένα, υποθέσεις που αφορούν συνθήκες κράτησης (π.χ. πρόσβαση σε τροφή, νομική υποστήριξη, κλπ) είχαν περισσότερες πιθανότητες να καταλήξουν σε μια θετική απόφαση - δηλαδή ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα ενός ατόμου είχαν παραβιαστεί, ενώ υποθέσεις που αφορούν θέματα ποινής (για παράδειγμα, πόσο καιρό έχει φυλακιστεί κάποιος) είχαν περισσότερες πιθανότητες να καταλήξουν σε αθώωση.
Το νέο σύστημα τεχνητής νοημοσύνης γεννά όμως ένα μεγάλο, γενικότερο ερώτημα: τελικά τα ρομπότ θα αντικαταστήσουν τους ανθρώπους στον επαγγελματικό κόσμο;
Οι ερευνητές διαπίστωσαν επίσης ότι οι αποφάσεις του δικαστηρίου εξαρτώνται περισσότερο από τα στοιχεία της ίδιας της υπόθεσης (για παράδειγμα το ιστορικό), παρά από τα νομικά επιχειρήματα (δηλαδή, το πώς ακριβώς είχε ή δεν είχε παραβιαστεί η Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου). Στη νομική ορολογία, αυτό σημαίνει ότι οι δικαστές τελικά είναι περισσότερο «ρεαλιστές» παρά «φορμαλιστές» , που ενδιαφέρονται περισσότερο για μια «δίκαιη» απόφαση παρά για μια αυστηρή εφαρμογή του νόμου. Αυτή είναι μια παρατήρηση που έχει προκύψει και από άλλες μελέτες σχετικά με αποφάσεις από διάφορα δικαστήρια υψηλού επιπεδου, όπως αυτές του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ.
Στην περίπτωση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, υπάρχει μια τεράστια συσσώρευση υποθέσεων που χρήζουν διεκπεραίωσης και σύμφωνα με τους επιστήμονες, η τεχνητή νοημοσύνη θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να διακρίνει ποιες υποθέσεις είναι πιθανότερο να εμπεριέχουν παραβίαση της Σύμβασης και ως εκ τούτου είναι πιο επείγουσες.
Το νέο σύστημα τεχνητής νοημοσύνης γεννά όμως ένα μεγάλο, γενικότερο ερώτημα: τελικά τα ρομπότ θα αντικαταστήσουν τους ανθρώπους στον επαγγελματικό κόσμο;
Πολλοί ισχυρίζονται ότι πολλά επαγγέλματα δεν πρόκειται να αντικατασταθούν από προιόντα της τεχνολογίας όπως είναι τα ρομπότ. Ενώ είναι λογικό το να υποστηρίζει κανείς τη διατήρηση των επαγγελμάτων που εξακολουθούν να εκτελούνται από τον άνθρωπο, ο ισχυρισμός αυτός συνήθως βασίζεται σε δύο παραδοχές: ότι οι υπολογιστές δεν είναι σε θέση να ασκήσουν κριτική χρησιμοποιώντας τη λογική ή να είναι δημιουργικοί ή να δείχνουν ανθρώπινη κατανόηση, και ότι αυτές οι ικανότητες είναι απαραίτητες για την παροχή επαγγελματικών υπηρεσιών.
Το πρώτο πρόβλημα με αυτή τη θέση είναι εμπειρικό. Όπως δείχνουν διάφορες επιχειρηματικές έρευνες, όταν η εργασία σαν διαδικασία διασπάται σε κομμάτια, πολλά από τα καθήκοντα φαίνεται τελικά να αποτελούν απλώς μια ρουτίνα και να είναι βασισμένα σε διαδικασίες. Δηλαδή δεν έχουν να κάνουν με την κρίση, τη δημιουργικότητα ή τη συμπάθεια/κατανόηση.
Το δεύτερο πρόβλημα με τη θέση ότι τα επαγγέλματα δεν απειλούνται από τα ρομπότ είναι εννοιολογικό. Ισχυρισμοί ότι επαγγελματικοί στόχοι μπορούν να επιτευχθούν μόνο με όντα με ανθρώπινα χαρακτηριστικά στηρίζεται ως επί το πλείστον σε μία εσφαλμένη αντίληψη. Δηλαδή, ότι ο μόνος τρόπος για να ξεπεράσουν τα μηχανήματα τους καλύτερους επαγγελματίες είναι να αντιγράψουν τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν οι επαγγελματίες. Το σφάλμα σε αυτό το σκεπτικό είναι ότι o συνδυασμός ισχυρών υπολογιστών, αναρίθμητων δεδομένων και πολύ σημαντικών αλγορίθμων έχει ήδη «νικήσει» τον άνθρωπο στον κόσμο της εργασίας. Τα συστήματα αυτά δεν αναπαράγουν την ανθρώπινη λογική και σκέψη. Όταν αυτές οι μηχανές έχουν έμπρακτα επιδείξει ότι έχουν τη δυνατότητα να νικήσουν τους καλύτερους παίχτες σε δύσκολα παιχνίδια, όταν προβλέπουν τις πιθανές αποφάσεις των δικαστηρίων με μεγαλύτερη ακρίβεια από ό, τι πολλοί δικηγόροι, ή όταν οι πιθανές εκβάσεις των επιδημιών ως επί το πλείστον καθορίζονται από παρελθοντικά ιατρικά δεδομένα παρά από την ιατρική σαν επιστήμη, γινόμαστε αυτομάτως μάρτυρες των αποτελεσμάτων μη-σκεπτομένων μηχανών υψηλής απόδοσης.
Ένα πράγμα, όμως, που η τεχνητή νοημοσύνη δεν είναι ακόμη σε θέση να κάνει είναι να ονειρευτεί ένα καλύτερο μέλλον, και να πράξει αναλόγως ώστε να φτάσει αυτό το στόχο. Σε κάθε περίπτωση λοιπόν, αυτός είναι ο λόγος που η συνεργασία μεταξύ ανθρώπων και ρομπότ - ή δικηγόρων ρομπότ στην περίπτωση που εξετάζουμε - είναι το καλύτερο μέσο για μια βιώσιμη και αληθινή πρόοδο. Συνεργασία τέτοιου είδους έχει ήδη πραγματοποιηθεί με εξαιρετικά αποτελέσματα στον τομέα της ιατρικής, όπου εξελιγμένα εργαλεία λογισμικού χρησιμοποιούνται ήδη για την έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου, βοηθώντας έτσι τους γιατρούς στην πρωτοβάθμια περίθαλψη να εντοπίζουν τα συμπτώματα στους ασθενείς πιο γρήγορα και με μεγαλύτερη ακρίβεια.
Στον ανεπτυγμένο κόσμο, τα τελευταία χρόνια υπάρχει μεγάλη ανησυχία για διάφορα ζητήματα όπως το υψηλό κόστος της υγειονομικής περίθαλψης, η έλλειψη πρόσβασης στη δικαιοσύνη, η ανεπάρκεια των εκπαιδευτικών συστημάτων, και η αποτυχία των ελεγκτών να αναγνωρίσουν και να σταματήσουν διάφορα οικονομικά σκάνδαλα. Είναι σαφές λοιπόν ότι τα επαγγέλματα πρέπει να αλλάξουν - προς το καλύτερο. Και η τεχνολογία μπορεί να τους αναγκάσει να το κάνουν. Αλλά σε κάθε περίπτωση, η πραγματική πρόοδος πρέπει να έρθει με τη συνεργασία, όχι με την ολική αντικατάσταση του ανθρώπου με ρομπότ στον κόσμο της εργασίας.