Ο γράφων αιφνιδιάστηκε από το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών, όπως είχε αιφνιδιαστεί και από την ψήφο υπέρ του Brexit. Ίσως επειδή επιμένει σε μια ορθολογική προσέγγιση των ζητημάτων και δυσκολεύεται να κατανοήσει το εύρος της αντίδρασης -προφανώς όχι απολύτως αδικαιολόγητης- σημαντικού μέρους του εκλογικού σώματος στις δύο συγκεκριμένες χώρες, αλλά και στην Ευρώπη γενικότερα, που πνέει μένεα κατά της «συστημικής εξουσίας». Τα αίτια είναι ένας συνδυασμός οικονομικών προβλημάτων και ανισοτήτων, καθώς και ζητημάτων ταυτότητας.
Υπάρχουν ουσιαστικοί λόγοι ανησυχίας για την ικανότητα του κ. Τραμπ να ενώσει μια βαθιά πολωμένη κοινωνία, κατάσταση για την οποία φέρει και ο ίδιος σημαντική ευθύνη. Αλλά πέραν των σημαντικών προβλημάτων που θα κληθεί να διαχειριστεί εντός συνόρων, η εκλογή νέου Αμερικανού προέδρου αποτελεί γεγονός πλανητικής σημασίας λόγω της ηγεμονικής θέσης και παγκόσμιας παρουσίας των ΗΠΑ. Θα έχει ενδιαφέρον ασφαλώς στο επόμενο διάστημα η προσπάθεια κατανόησης ή καλύτερα αποκρυπτογράφησης των θέσεων και αναμενόμενης πολιτικής του κ. Τραμπ σε διεθνή ζητήματα. Η εν λόγω άσκηση δεν θα είναι απλή, καθώς ο κ. Τραμπ ήταν μέχρι σήμερα εξαιρετικά φειδωλός και υπεραπλουστευτικός στις σχετικές δηλώσεις του, ενώ δεν είναι σαφές ποιο θα είναι το επιτελείο του σε θέματα εξωτερικής πολιτικής και εθνικής ασφάλειας.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι γνώσεις του Τραμπ για την εξωτερική πολιτική, και ιδιαίτερα για την Ευρώπη, είναι εξαιρετικά περιορισμένες και περιστρέφονται κυρίως γύρω από τα επιχειρηματικά του συμφέροντα και δραστηριότητες.
Οι κύριοι τομείς ανησυχίας αφορούν τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, τη γενικότερη προσέγγιση του κ. Τραμπ σε θέματα πυρηνικών εξοπλισμών, τη συμφωνία για την κλιματική αλλαγή, το ΝΑΤΟ και το ρόλο των ΗΠΑ στην Ευρώπη και τη σχέση με τη Ρωσία (όπου αναμένεται να είναι πιο ήπιος, σε σχέση με την κυρία Κλίντον). Η δε γενικότερη προσέγγισή του σε θέματα εξωτερικής πολιτικής έχει περισσότερα στοιχεία απομονωτισμού, ενώ συστηματικά χρησιμοποιεί σκληρές εκφράσεις για το Ισλάμ.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι γνώσεις του για την εξωτερική πολιτική, και ιδιαίτερα για την Ευρώπη, είναι εξαιρετικά περιορισμένες και περιστρέφονται κυρίως γύρω από τα επιχειρηματικά του συμφέροντα και δραστηριότητες. Έτσι, είναι πιθανόν ότι η επιρροή των θεσμικών οργάνων θα είναι αρκετά σημαντική, όπως επίσης και η αντίστοιχη του Κογκρέσου (η συνεργασία του οποίου με τον κ. Τραμπ δεν θα είναι, πάντως, εύκολη, παρά την όποια ιδεολογική συγγένεια).
Αισιόδοξο σενάριο: ο κ. Τραμπ επιλέγει ικανούς συνεργάτες για θέματα εξωτερικής πολιτικής, «ακούει» το Κογκρέσο και τους αρμόδιους κρατικούς φορείς και οι συγκρούσεις και θεαματικές αλλαγές περιορίζονται στο εσωτερικό της χώρας, με την εξωτερική πολιτική να εμφανίζει περισσότερο εικόνα συνέχειας παρά ρήξης με την πολιτική Ομπάμα. Τα απαισιόδοξα σενάρια είναι δυστυχώς πάρα πολλά και ορισμένα εξ αυτών είναι εξαιρετικά ανησυχητικά.