Τι είναι η πατρίδα μας; Μην είν' η ανάπτυξη; Μην είναι τα πρωτογενή ψηλά πλεονάσματα; Μην είναι οι επενδύσεις που χρυσολάμπουν; Μην είναι οι θέσεις εργασίας και η παραγωγή πλούτου;
Μπααααα! Γιατί, τι να τα κάνεις όλα αυτά όταν έχεις «πλεόνασμα ψυχής»;
Έχεις, όμως;
Διαχρονικά, φτιάξαμε για την Ελλάδα μια ιστορία κομμένη και ραμμένη αρχικώς σε μέτρα κιμπάρικα, την οποία στη συνέχεια μεταποιήσαμε ολίγον... τσουρούτικα. Πάντα, όμως, εμείς ήμασταν οι «καλοί»!
Χωρίς ποτέ να δίνουμε σημασία στο εκάστοτε ιστορικό πλαίσιο και στις ιδιαιτερότητες του, έχουμε ξεκαθαρίσει στο μυαλό μας π.χ. πως όταν οι πρόγονοί μας κατακτούσαν χώρες ή και ολόκληρες ηπείρους με αιματηρούς πολέμους το έκαναν για να εκπολιτίσουν τους βάρβαρους, ενώ όταν άλλοι λαοί έκαναν το ίδιο το έκαναν επειδή ήταν αιμοσταγείς ιμπεριαλιστές. Ξεκάθαρα πράγματα! Εμείς δώσαμε τα φώτα σε όλους, εμείς δώσαμε τον πολιτισμό, την πολιτική, τα πάντα! Ως εδώ ήμασταν large...
Γιατί μετά στένεψε το κοστουμάκι. Αλλά και πάλι βρήκαμε τη λύση: Προφανώς για ό,τι κακό μας συνέβη τα κατοπινά χρόνια έφταιγε το γεγονός ότι μας ζήλευαν για όσα είχαν προηγηθεί! Ακόμα πιο ξεκάθαρα πράγματα.
Γιατί ποτέ δεν επιδιώξαμε να είμαστε, όχι ισχυροί, αλλά όρθιοι στα δικά μας πόδια, νοικοκυραίοι αξιοπρεπείς, αλλά προτιμάμε να είμαστε παράδειγμα αναξιοπιστίας στο εξωτερικό και στο εσωτερικό να κακοποιούμε την αξιοπρέπεια ως κουρελιασμένο τσιτάτο;
Και κάπως έτσι, με το «περασμένα μεγαλεία και διηγώντας τα να κλαις», φτάσαμε στη σύγχρονη εποχή, αυτή μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και τον Εμφύλιο έως σήμερα, που ανέλαβε να «μπετονάρει» μια μίζερη αντίληψη για την Ελλάδα, που ως μοναδικό αποκούμπι είχε τα μεγαλεία του χθες -ή πιο σωστά του προχθές και βάλε- και ως δικαιολογία είχε (και συνεχίζει να έχει) τις θεωρίες συνωμοσίας σε βάρος της χώρας που έχει πάντα ήλιο!
Από το «εμείς θα ζήσουμε κι ας είμαστε φτωχοί» και το «τι να τα κάνεις τα λεφτά αφού εσύ έχεις καρδιά», μέχρι τις πρωθυπουργικές δηλώσεις ότι «τον ήλιο και το τσίπουρο δεν θα μας τα πάρουν ποτέ» και ότι «όσα πλεονάσματα κι αν έχουν στις χώρες τους, δεν θα πιάσουν ποτέ τα πλεονάσματα ψυχής του ελληνικού λαού», αυτό που συμβαίνει είναι ότι εμπεδώνεται σταθερά μια αντίληψη κακομοιριάς, με άλλοθι τη θυματοποίηση της χώρας μας. Και μάλιστα αυτό συμβαίνει παρότι εδώ και χρόνια έχουμε καρπωθεί πολλά από τα οφέλη της προόδου που συντελείται παντού, τα οποία όμως προτιμούμε να τα αντιμετωπίζουμε ως κάτι που ούτως ή άλλως μας το χρώσταγαν (από τότε που ήμασταν large, όπως λέγαμε πριν) και που δεν το αξιοποιούμε μακροπρόθεσμα, αλλά το εκμεταλλευόμαστε πρόσκαιρα.
Η ευθύνη για όλα αυτά βαραίνει στο σύνολό τους τις κυβερνήσεις που πέρασαν και δεν προσπάθησαν να αλλάξουν αυτή την πραγματικότητα, αλλά η σημερινή κυβέρνηση είναι, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη, εκείνη που όχι μόνο αποδέχεται αλλά και ενισχύει αυτή την πραγματικότητα! Θα μου πεις ότι είναι κεντρική φιλοσοφία του κομμουνισμού (με τις ιδέες του οποίου ανδρώθηκαν πολιτικά -και μάλιστα στη μετακομμουνιστική περίοδο της Ευρώπης- οι κυβερνώντες σήμερα) η συλλογική μιζέρια, που ανάγει το κράτος σε προστάτη-πατερούλη. Αλλά το ερώτημα είναι: πώς είναι δυνατόν να αποδεχόμαστε εμείς οι ίδιοι αυτή την πραγματικότητα;
Ναι, οι πρόγονοί μας υπήρξαν σπουδαίοι! Αλλά εμείς τι κάνουμε για να σταθούμε στο ύψος τους; Σε όσα μας κληροδότησαν; Έχουμε σκεφτεί ότι αυτοί που βρίζουμε και σνομπάρουμε και λέμε ότι «όταν εμείς είχαμε πολιτισμό εκείνοι ήταν σκαρφαλωμένοι στα δέντρα και έτρωγαν βελανίδια», σέβονται περισσότερο από εμάς όσα τους κληροδότησαν οι δικοί μας πρόγονοι;
Και όχι, δεν είμαστε οι μόνοι που πέρασαν δύσκολα! Κι άλλοι πέρασαν πολέμους και κατακτητές και σκλαβιά και εμφυλίους και διχασμούς και πολλά ακόμα. Αλλά γιατί εκείνοι έπεσαν και σηκώθηκαν και ξανάπεσαν και ξανασηκώθηκαν και προχώρησαν μπροστά και έφτιαξαν σύγχρονα, ευνομούμενα κράτη, με πλεονάσματα που αποδίδονται στους πολίτες τους, ενώ εμείς προτιμάμε να είμαστε οι κακομοίρηδες με το χέρι απλωμένο για δανεικά, που όταν έρθει η ώρα να τα ξεπληρώσουμε φωνάζουμε για την αδικία των ισχυρών; Γιατί ποτέ δεν επιδιώξαμε να είμαστε, όχι ισχυροί, αλλά όρθιοι στα δικά μας πόδια, νοικοκυραίοι αξιοπρεπείς, αλλά προτιμάμε να είμαστε παράδειγμα αναξιοπιστίας στο εξωτερικό και στο εσωτερικό να κακοποιούμε την αξιοπρέπεια ως κουρελιασμένο τσιτάτο; Γιατί προτιμάμε η «ψυχή» που επικαλούμαστε να είναι παραδοχή αδυναμίας αντί να είμαστε ψυχωμένοι στον αγώνα να γίνουμε καλύτεροι;
Ας ξαναδούμε, λοιπόν, τι είναι αυτό που «κουβανείς μες στην ψυχή σου», που «η ψυχή σου στήνει εμπρός σου», όπως θα έλεγε ο Καβάφης. Γιατί αυτά που ακούμε τώρα είναι απλώς παρηγοριά στον άρρωστο μέχρι να βγει η ψυχή του...