To 1981 o John Hinckley πυροβόλησε κατά του προέδρου Reagan, ο οποίος τραυματίστηκε σοβαρά στο στήθος μετά από εξοστρακισμό μιας σφαίρας. Εκτός του Reagan τραυματίστηκαν σοβαρά ένας αστυνομικός, ένας σωματοφύλακας της Μυστικής Υπηρεσίας και ο εκπρόσωπος Τύπου του Λευκού Οίκου Jim Brady, που όπως έχει γραφεί σε προηγούμενο άρθρο, στη συνέχεια αναδείχθηκε σε ηγετική μορφή του κινήματος για την απαγόρευση της οπλοκατοχής.
Μετά το περιστατικό η Μυστική Υπηρεσία (Secret Service), η οποία είναι επιφορτισμένη με την φύλαξη του Αμερικανού προέδρου διεξήγαγε έρευνα για να εξακριβώσει πώς συνέβη το περιστατικό, κυρίως πώς μπόρεσε ο Hinckley να αδειάσει το περίστροφο ρίχνοντας και τις έξι σφαίρες σε χρόνο 1.7 δευτερολέπτων, χωρίς έστω να αφοπλισθεί μετά από τους πρώτους πυροβολισμούς. Ο Hinckley αδρανοποιήθηκε με κτύπημα στο κεφάλι τελικά από έναν πολίτη, τον Alfred Andenucci.
To αποτέλεσμα της έρευνας τόσο από την εσωτερική έρευνα της Μυστικής Υπηρεσίας όσο και από ανεξάρτητες έρευνες του τομέα ιδιωτικής ασφάλειας, που στις ΗΠΑ έχει στενή σχέση με τις κρατικές δομές ασφάλειας, κατέληξε στο ότι από την στιγμή που ο δράστης μπορέσει να βγάλει το όπλο και να αρχίσει να πυροβολεί, μειώνεται δραματικά η ικανότητα αντίδρασης των σωματοφυλάκων. Άρα, για να παρασχεθεί αποτελεσματικότερη προστασία θα πρέπει να διερευνηθούν τρόποι ανίχνευσης της πρόθεσης κάποιου να επιτεθεί.
Σε αυτό το πλαίσιο ο ιδρυτής και οι συνεργάτες μίας από τις παλαιότερες και πιο σεβαστές ιδιωτικές ακαδημίες εκπαίδευσης στην ασφάλεια υψηλών προσώπων ανακάλυψαν μία φωτογραφία του Hinckley, δευτερόλεπτα πριν πυροβολήσει. Στη φωτογραφία, μπροστά από τον Hinckley, βρίσκονται εικονολήπτες και δημοσιογράφοι οι οποίοι γελούν διότι μόλις έχει πει ένα αστείο ο πρόεδρος Reagan. Φαίνεται καθαρά πίσω τους o Hinckley, αγέλαστος, με εμφανή την ένταση από το μίσος στο πρόσωπό του.
Έτσι οι ερευνητές ανακάλυψαν ένα βιβλίο που είχε εκδοθεί λίγα χρόνια πριν με τίτλο «Unmasking the face» («Aποκαλύπτοντας το πρόσωπο») του καθηγητού στο τμήμα Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο της California και αυθεντίας στη διερεύνηση της αποτύπωσης των συναισθημάτων στο ανθρώπινο πρόσωπο και στη γλώσσα του σώματος, Paul Ekman και του επί χρόνια στενού συνεργάτη του Wallace Friesen.
Πρόκειται για ψεύτικο χαμόγελο ή αληθινό; Είναι η έκφραση δείγμα μίσους ώστε να αντιδράσουν οι σωματοφύλακες ή απλώς είναι έκφραση απέχθειας; Στις επόμενες δεκαετίες τα αποτελέσματα αυτής της προσπάθειας ενσωματώθηκαν τόσο στην πρακτική της ασφάλειας υψηλών προσώπων, όσο και σε άλλους τομείς των υπηρεσιών ασφάλειας και πληροφοριών, ιδίως στην Ανακριτική.
Αν τώρα κάνουμε εκ των υστέρων μία παρατήρηση του Τούρκου δολοφόνου του Ρώσου πρέσβη και θελήσουμε με βάση αυτές τις αρχές να διαγνώσουμε ασυνήθιστες συμπεριφορές, ξεχνώντας για λίγο ότι ήταν σωματοφύλακας, αλλά να κάνουμε την διερεύνηση αντιμετωπίζοντάς τον ως δράστη εγκλήματος, διαπιστώνουμε τα εξής, βλέποντας το τελευταίο και δραματικότερο βίντεο της δολοφονίας:
Από την αρχή του βίντεο που διαρκεί περίπου δύο λεπτά, ο Αltintas κάνει ύποπτες κινήσεις. Τρεις φορές «τινάζει» το σακάκι του προς τα κάτω πιάνοντας το από τα πέτα, επανειλημμένως φέρει ασυναίσθητα το δεξί χέρι στην αριστερή πλευρά του για να «βεβαιωθεί» ότι το πιστόλι του είναι εκεί. Περπατά προς τα δεξιά του ομιλούντος πρέσβη κοιτώντας τους πίνακες και αμέσως στέκεται και αυτήν την φορά ανοίγει με το δεξί χέρι το σακάκι για να έχει και οπτική επαφή με το πιστόλι. Φέρει το χέρι του στο πρόσωπο αγγίζοντάς το, κάνοντας κλασικές κινήσεις αυτο-αγγίγματος και αυτο - καθησυχασμού και τέλος, πριν πυροβολήσει «φτιάχνει» και πάλι το σακάκι του και φαίνεται να παίρνει μια βαθιά εισπνοή.
Το ερώτημα, τι θα γινόταν αν ήταν παριστάμενη πλήρης ομάδα της Ρωσικής ασφάλειας και αν θα μπορούσε να αντιδράσει και πώς , θα το απαντήσουν οι επαγγελματίες της ασφάλειας. Το δεδομένο είναι ότι δεν υπήρχε ούτε οργανωμένη ομάδα προστασίας ούτε και προσωπικό άλλων Ρωσικών ή Τουρκικών υπηρεσιών ασφαλείας, που θα ήταν ενδεχομένως εκπαιδευμένοι στην ανίχνευση τέτοιων συμπεριφορών.
Eίναι πάντοτε τραγικό να χάνεται μία ανθρώπινη ζωή, πολύ τραγικότερο αν χάνεται με αυτόν τον τρόπο, δεν είναι βέβαια η πρώτη φορά που κάποιος δολοφονείται από τον υποτίθεται σωματοφύλακά του.
Όπως έλεγε και ο Ρωμαίος ποιητής Ιουβενάλιος «Quis custodiet ipsos custodes?» («Ποιος θα φυλάει τους φύλακες;»)