Το Netflix, οι μνηστήρες και ο χρόνος

Aς δούμε λίγο πιο σφαιρικά το τηλεοπτικό τοπίο στην Ελλάδα. Μιλάμε για ένα περιβάλλον με ολοένα και υποβαθμιζόμενο περιεχόμενο, αδυναμία ή και απροθυμία παραγωγής ή εισαγωγής νέων ταινιών και σειρών, πτώσης της διαφημιστικής δαπάνης που συντηρούσε τα ιδιωτικά κανάλια επί δεκαετίες, με μικρή διείσδυση της -κατά τα άλλα αξιόλογης- συνδρομητικής τηλεόρασης. Κι όταν τελικά «έρχονται» οι αγαπημένες μας σειρές στη μικρή οθόνη, από Τα Φιλαράκια ως το Game of Thrones, η οπτικοακουστική εμπειρία ασφυκτιά από τον όγκο των διαφημίσεων και την αναμονή για τη μετάδοση του επόμενου επεισοδίου. Με δυο λόγια: too little, too late, too bad.
shutterstock

Ένα από τα πιο αγαπημένα κλισέ της εξέλιξης στην παγκόσμια πολιτιστική βιομηχανία επιμένει να τραβά την προσοχή: η διαδοχική μετάβαση από τον κινηματογράφο στην τηλεόραση, τη βιντεοκασέτα, το DVD, τη δορυφορική και καλωδιακή τηλεόραση. Κάθε γενιά υποπτευόταν ότι το medium διασκέδασης, που διεκδικούσε το χρόνο της, κάποια στιγμή θα έβρισκε τον αντικαταστάτη του. Και κάθε φορά, αιωρείτο το ερώτημα, ποιος θα είναι αυτός;

Σήμερα, πάντως, το αναμφισβήτητο φαβορί είναι το video-on-demand επί συνδρομή, όχι μόνο γιατί επελαύνει σε Αμερική και Ευρώπη, αλλά γιατί σκιαγραφεί ένα καινούριο περιβάλλον απόλαυσης οπτικοακουστικού περιεχομένου που φιλοδοξεί να διαμορφώσει το πώς θα είναι η τηλεόραση τα επόμενα 20 με 25 χρόνια...

Η επέλαση του binge-watching

Την τελευταία δεκαετία είχαμε την ευκαιρία να ζήσουμε τη στροφή της παραγωγής οπτικακουστικού content στις τηλεοπτικές σειρές. Σε σημαντικό βαθμό αυτό οφείλεται σίγουρα στην αδυναμία του Holywood να διατηρήσει το επίπεδο ποιότητας που προσέφερε κάποτε ακόμη και σε παραδοσιακά δημοφιλή genres ταινιών. Κατά γενική ομολογία, γνωρίσαμε σειρές μακράν πιο εντυπωσιακές και καλοδουλεμένες από ταινίες που απλώς φτιάχτηκαν για να υπερκεράσουν το budget τους. Οι αριθμοί μαρτυρούν εντυπωσιακές αλλαγές για τη βιομηχανία διασκέδασης:

• Πάνω από το 70% των καταναλωτών στις ΗΠΑ, ηλικίας 14 ως 48 ετών, βρέθηκαν να έχουν επιδοθεί τουλάχιστον μία φορά στην παρακολούθηση πολλαπλών επεισοδίων μιας σειράς, ή αλλιώς, σε binge-watching και μάλιστα κατά 33% μέσω διαδικτυακής τηλεόρασης, για το γκρουπ 18-24.

• Την ίδια στιγμή, αντίστοιχη έρευνα της Nielsen (Τotal Audience Report) δείχνει ότι κάθε χρόνο, αυτή η ηλικιακή ομάδα παρακολουθεί την «παραδοσιακή» τηλεόραση ολοένα και λιγότερο (τουλάχιστον δύο ώρες λιγότερες την εβδομάδα, κάθε χρόνο. Μεταξύ 2011 και 2015, πάνω από το ένα τρίτο στράφηκαν σε άλλες δραστηριότητες, περιλαμβανομένου του streaming video.

• Για τις νεότερες γενιές, ο τρόπος κατανάλωσης video έχει αλλάξει: το 33% προτιμά τις online πηγές παρακολούθησης, όπως το Netflix και το Hulu Plus, έναντι 29% της κανονικής και καλωδιακής τηλεόρασης.

• Η καταναλωτική δαπάνη για video-on-demand υπηρεσίες στις ΗΠΑ ξεπέρασε, ήδη από το 2014, τη δαπάνη για αγορά DVD και Blu-ray (7,53 δισ. δολάρια έναντι 6,93 δισ.). Εξίσου εντυπωσιακή είναι η διείσδυση του κυρίαρχου παίκτη στο χώρο του συνδρομητικού video streaming, του Netflix, σε λίγα μόλις χρόνια, διαθέτοντας σχεδόν 70 εκατομμύρια συνδρομητές στον κόσμο (εκ των οποίων τα 40 στις ΗΠΑ).

Το απαύγασμα των δυνατοτήτων του ίντερνετ

Αρκετά με τους αριθμούς. Καιρός να εξηγήσουμε για ποιο λόγο η υπηρεσία του video streaming κερδίζει έδαφος και τείνει όχι να συμπληρώσει τα κενά των παραδοσιακών μορφών παρακολούθησης TV αλλά να την αλλάξει και να την κατακτήσει.

Το Netflix, το Amazon Prime, το Hulu και οι νέοι, πιθανώς, παίκτες που σίγουρα θα εμφανιστούν καταφέρνουν να αξιοποιήσουν τρία πολύ βασικά πλεονεκτήματα του διαδικτυακού content:

(1) Το customizability και το usability, δηλαδή τη λογική της προσαρμοστικότητας και της χρηστικότητας που εισήγαγε η ψηφιακή τεχνολογία και την οποία βλέπουμε (με χαρά) να εφαρμόζεται, πχ. στις responsive ιστοσελίδες, τα applications για πολλαπλές συσκευές κ.λπ. Ο χρήστης μπορεί να επιλέξει τη χρήση της υπηρεσίας σε διαφορετικές οθόνες και διαφορετικές ποιότητες, με πολλαπλούς υπότιτλους ή/και μεταγλωττίσεις, ενώ περιηγείται σε ένα ευχάριστο και εύχρηστο περιβάλλον που «διαβάζει» τις προτιμήσεις του, βάσει αλγόριθμου, και προτείνει αντίστοιχους τίτλους, με πολύ μεγάλη επιτυχία. Φυσικά, σε αντίθεση με το πρόγραμμα της κανονικής ή της συνδρομητικής τηλεόρασης, στο video-on-demand βλέπεις ό,τι θέλεις, όποτε εσύ θέλεις και όσο θέλεις.

(2) Το υψηλής ποιότητας περιεχόμενο. Οι βάσεις δεδομένων των streaming video καναλιών διαθέτουν δεκάδες χιλιάδες τίτλους ταινιών και σειρών με εξαιρετικά μεγάλη απήχηση και ποικιλία επιλογών. Κορυφαία παροχή της υπηρεσίας είναι η πλήρης διάθεση όλων των επεισοδίων ή/και σεζόν μιας σειράς για ατελείωτο binge-watching.

(3) Οι χαμηλές τιμές. Η συνδρομή είναι το τίμημα για μια ολοκληρωμένη, υψηλής ποιότητας και εύχρηστη υπηρεσία, χωρίς διαλείμματα για διαφημίσεις, όπως στην παραδοσιακή TV, χωρίς pop-ups και midrolls, όπως στο YouTube και άλλα video hosting websites.

Το Νetflix στην Ελλάδα

Από τις 9 Ιανουαρίου, οπότε και το Netflix έκανε το ντεμπούτο του σε 130 χώρες στον κόσμο, η συνδρομητική διαδικτυακή τηλεόραση είναι πλέον διαθέσιμη και στη χώρα μας. Βέβαια, δεν πέρασαν απαρατήρητα δύο βασικά προβλήματα που έχουν διαπιστωθεί και σε άλλες χώρες, όπως η Γερμανία:

(α) η ποικιλία διαθέσιμου περιεχομένου σε ταινίες και σειρές και

(β) το θέμα των ελληνικών υποτίτλων.

Το πρώτο, όπως έχει αναφέρει η εταιρεία, εξαρτάται από τις συμφωνίες δικαιωμάτων περιεχομένου που κάνει το Netflix (όπως και οι άλλες εταιρείες του χώρου) με τις εταιρείες παραγωγής ή/και διανομής. Σε κάθε χώρα, είναι θέμα χρόνου η ζήτηση να εξομαλύνει την κατάσταση και να βρεθούν φόρμουλες ώστε να γίνει προσβάσιμο ολοένα και μεγαλύτερο μέρος του entertainment content που διαθέτουν οι servers του Netflix.

Όσο για το δεύτερο, είναι αρκετά εύκολο και όχι ιδιαίτερα κοστοβόρο να λυθεί, είτε με τη δημιουργία υποτίτλων από επαγγελματίες μεταφραστές είτε με crowdsourced υπότιτλους. Άλλωστε, στην Ελλάδα δεν έχουμε - ευτυχώς, θα έλεγα! - την «παράδοση» της μεταγλώττισης παντός τύπου τηλεοπτικής παραγωγής, όπως στην Ιταλία για παράδειγμα.

Πέρα από αυτά όμως, ας δούμε λίγο πιο σφαιρικά το τηλεοπτικό τοπίο στην Ελλάδα. Μιλάμε για ένα περιβάλλον με ολοένα και υποβαθμιζόμενο περιεχόμενο, αδυναμία ή και απροθυμία παραγωγής ή εισαγωγής νέων ταινιών και σειρών, πτώσης της διαφημιστικής δαπάνης που συντηρούσε τα ιδιωτικά κανάλια επί δεκαετίες, με μικρή διείσδυση της -κατά τα άλλα αξιόλογης- συνδρομητικής τηλεόρασης. Κι όταν τελικά «έρχονται» οι αγαπημένες μας σειρές στη μικρή οθόνη, από Τα Φιλαράκια ως το Game of Thrones, η οπτικοακουστική εμπειρία ασφυκτιά από τον όγκο των διαφημίσεων και την αναμονή για τη μετάδοση του επόμενου επεισοδίου. Με δυο λόγια: too little, too late, too bad.

Είναι φανερό ότι υπάρχει πεδίο δόξης λαμπρό για μια νέα, φθηνή μορφή τηλεοπτικής κατανάλωσης υψηλής ποιότητας και δημοτικότητας.

Οι μνηστήρες του χρόνου μας

«Γιατί να πληρώσω αφού μπορώ να το κατεβάσω;», θα πουν σίγουρα ορισμένοι φανατικοί binge-watchers. Την απάντηση την έχει δώσει ο ίδιος ο CEO του Netflix, Reed Hastings, όταν ανέφερε ότι η κίνηση του BitTorrent στον Καναδά μειώθηκε 50% όταν ξεκίνησε εκεί η παροχή της υπηρεσίας. Όχι, δεν έσπευσε ο κόσμος ξαφνικά στο Netflix (μόνο) για να μην παραβιάζει τη νομοθεσία περί πνευματικών δικαιωμάτων. Πολύ απλά, «είναι πολύ πιο εύκολο να χρησιμοποιείς το Netflix» από το να κατεβάζεις torrents και να ψάχνεις υπότιτλους, να γεμίζεις δίσκους και στικάκια με ταινίες, ενώ μπορείς να δεις ό,τι σχεδόν θέλεις, με πολύ, πολύ λιγότερα κλικ και περίπου 8-10 ευρώ το μήνα. Για τον Hastings, το παράνομο κατέβασμα ενισχύει τη ζήτηση, κάτι που έχουν παραδεχθεί, εμμέσως πλην σαφώς και άλλες εταιρείες παραγωγής στο παρελθόν.

Όμως, το streaming video δεν είναι πια μια υποσχόμενη καινοτόμα υπηρεσία, αλλά ένα εγχείρημα που αποδίδει καρπούς στα brands που επενδύουν με το όραμα να αλλάξουν το μέλλον της τηλεόρασης:

• Έχει ήδη εμβαθύνει και συνθέσει μια ολοκληρωμένη εμπειρία παρακολούθησης οπτικοακουστικού content στη βάση του διαδικτύου, ενός μέσου που συνεχώς βελτιώνεται τόσο ως προς την τεχνική του υποδομή (ταχύτητες) όσο και ως προς τη διαδραστικότητά του (νέα apps).

• Αλλάζει τον τρόπο με τον οποίο γράφονται τα σενάρια και γυρίζονται οι ταινίες και οι σειρές. «Λέμε στους δημιουργούς να ακολουθήσουν το όραμά τους», παραδέχθηκε ο Hastings στο 10ο συνέδριο Internet & Society, στο Βερολίνο. Δεν υπάρχει πια ανάγκη οι σειρές να φτιάχνονται με γνώμονα εβδομαδιαίο πρόγραμμα προβολής, να επηρεάζεται η πλοκή τους από τα διαλείμματα για διαφημίσεις ή να πρέπει το επεισόδιο-πιλότος να καθορίζει την πορεία της όλης ιδέας. Στα κανάλια video-on-demand επιβιώνουν καλλιτεχνικές δημιουργίες που υπό άλλες συνθήκες θα απορρίπτονταν πριν ακομά ολοκληρωθεί το σενάριό τους.

• Δείχνει το δρόμο για την προσαρμογή της αγοράς. Ο όγκος δεδομένων που απαιτεί το video streaming φέρνει τους παρόχους τηλεπικοινωνιών ενώπιον της ευθύνης τους να εξασφαλίσουν αδιάλειπτη πρόσβαση στο περιεχόμενο που επιθυμούν. Το Netflix, στις ΗΠΑ, ήδη προσφέρει δωρεάν servers αποθήκευσης υλικού στους παρόχους (open connect CDN) για να μπορούν να ανταποκριθούν στη ζήτηση, ενώ οι τελευταίοι, από την πλευρά τους, αναγκάζονται να βελτιώσουν την υποδομή τους, όπως για παράδειγμα στην Αυστραλία.

Μετά απ' όλα αυτά λοιπόν, ο καταναλωτής-τηλεθεατής καλείται να διαλέξει την υπηρεσία και το brand που θα απορροφήσει τον πολύτιμο χρόνο του, ανάμεσα σε δεκάδες τηλεοπτικά κανάλια και προγράμματα, περιλαμβανομένου και του δωρεάν youtube, της συνδρομητικής τηλεόρασης και του παράνομου κατεβάσματος.

Όλα διεκδικούν το χρόνο μας. Και μάλιστα κατ' αποκλειστικότητα. Δεν προτείνουν όλα, όμως, μια νέα μορφή διαδραστικής τηλεόρασης με τις επιλογές που προσφέρει πια το συνδρομητικό video streaming. Ας φανταστούμε πώς θα είναι η τηλεοπτική κατανάλωση, αν σε λίγα χρόνια, αναπτυχθούν νέα brand συνδρομητικού video για τον αθλητισμό, τα ντοκυμαντέρ ή ακόμα και την ενημέρωση, με παραγωγές που θα έχουν εντελώς διαφορετική ροή και προδιαγραφές απ' ο,τιδήποτε έχει να προσφέρει η παραδοσιακή τηλεόραση σήμερα.

Ο κόσμος αλλάζει, η επικοινωνία άλλαξε, οι καταναλωτικές συνήθειες αλλάζουν. Το ίδιο και οι τηλεοπτικοί μνηστήρες που διεκδικούν γενναίο μερίδιο από την ψυχαγωγία μας. Και είναι βέβαιο ότι από δω και μπρος θα τον επιλέγουμε εμείς, όχι εκείνος εμάς.