Κάπου διάβασα αυτές τις μέρες ότι τα νέα μέτρα με την αύξηση της θητείας στο στρατό ξηράς που φαίνεται να κλειδώνουν τα τελευταία εικοσιτετράωρα, είναι η λύση στο μακροχρόνιο πρόβλημα της τουρκικής προκλητικότητας και της ετοιμότητας μας. Τότε ξαφνικά μου ήρθε στο μυαλό το λαϊκό άσμα που λέει «έλα στην παρέα μας φαντάρε»…
Αυτά που θα πω δεν είναι κάποιο αποκύημα της φαντασίας μου. Πηγάζουν από προσωπικές εμπειρίες της δικής μου στρατιωτικής θητείας στις Ειδικές Δυνάμεις, πριν δύο χρόνια. Αυτό που είδα κατά τη διάρκεια της θητείας μου είναι ότι τελικά λίγοι ενδιαφέρονται πραγματικά για την στρατιωτική εκπαίδευση των εφέδρων και τη μαχητική ισχύς των Ενόπλων Δυνάμεων.
Όταν λέω στρατιωτική εκπαίδευση εννοώ καθαρά την τέχνη του πολέμου. Και αυτή είναι σχεδόν ανύπαρκτη στη θητεία.
Το πάγιο πρόβλημα που ταλάνιζε (ή θα έπρεπε να ταλανίζει) τις κυβερνήσεις που πέρασαν όλες τις προηγούμενες δεκαετίες από τη μεταπολίτευση και μετά, ήταν η ορθή αναδιάρθρωση και αναδιοργάνωση των Ενόπλων Δυνάμεων και των προγραμμάτων εκπαίδευσης των εφέδρων. Παρόλα αυτά, ο στρατός παραμένει κολλημένος στο παρελθόν συνοδευόμενος από μια σταθερά λανθασμένη νοοτροπία όσον αφορά τη στρατιωτική θητεία.
Αυτή η λανθασμένη νοοτροπία όμως δεν αφορά μόνο τις κυβερνήσεις και την ιεραρχία των Ενόπλων Δυνάμεων. Αφορά όλους μας.
Σε μια Ελλάδα όπου όλοι είναι έτοιμοι φαινομενικά και μέσω social media να αντιπαρατεθούν και να πολεμήσουν την κάθε Τουρκία, όπου όλοι φλέγονται ξαφνικά και πωρώνονται με τα εθνικά, με τα κυριαρχικά μας δικαιώματα και τα συναφή, αυτοί οι ίδιοι είναι που θα βάλουν τον απόστρατο τρίτο ξάδερφο του γείτονα να κάνει ένα τηλέφωνο στο ΓΕΣ, ώστε «να μην πάει μωρέ το παιδί και πολύ μακριά για τη θητεία του».
Αυτοί που θα βγουν έξω με τις Ελληνικές σημαίες στους δρόμους, ή θα κράξουν την κυβέρνηση για την παραμικρή ολιγωρία στα Ελληνοτουρκικά, αυτοί οι ίδιοι είναι που παρακαλάνε και «γλείφουν» να πέσουν στα μαλακά όταν έρθει η ώρα της δικής τους θητείας ή των παιδιών τους, συντελώντας στην εξελισσόμενη νοοτροπία της δουλοπρέπειας που μαστίζει τη χώρα από τον 19ο αιώνα.
Αλλά επειδή όμως το ψάρι βρωμάει πάντα απ’ το κεφάλι, αυτό αφορά πρωτίστως τους ίδιους τους ιθύνοντες. Τους ανθρώπους από το πάνω ράφι. Αυτοί οι ίδιοι που διατυμπανίζουν την ανάγκη για στρατιωτική ενίσχυση, αύξηση της θητείας και αναδιάρθρωση του στρατού, οι ίδιοι (πλην ελάχιστων εξαιρέσεων) είναι που στρατόπεδο στο Κολωνάκι να υπήρχε, εκεί θα έστελναν τα παιδιά τους.
Αυτό είναι ένα θέμα. Λέγεται ίσως υποκρισία, ίσως και να λέγεται απλή αδυναμία στο κάτω κάτω. Αλλά δυστυχώς υπάρχουν και άλλα θέματα. Και είναι πολλά.
Η αρχική πρόταση της κυβέρνησης για 9 μήνες θητεία παραμεθορίου και 12 μήνες θητεία στην ενδοχώρα, αξιοκρατικά είναι σωστή. Και θα έδινε κίνητρο σε πολλούς «κανακάρηδες» να υπηρετήσουν στον Έβρο ή στα νησιά μειώνοντας έτσι τη θητεία τους κατά 3 μήνες, και καταπολεμώντας τη μάστιγα της δουλοπρέπειας – κοινώς τα βύσματα - τα συγγενικά τηλεφωνήματα και τις φιλικές παρεμβάσεις.
Τα τελευταία εικοσιτετράωρα όμως η πρόταση αυτή δεν φαίνεται να επικυρώνεται και μάλλον οδεύουμε προς μια θητεία εξ’ ολοκλήρου 12 μηνών παντού και για όλους.
Αλλά ποιος αλήθεια πιστεύει πραγματικά πως η λύση στο πρόβλημα είναι η αύξηση της θητείας; Είναι σίγουρα μια κίνηση που θεωρητικά στελεχώνει και ενδυναμώνει το έμψυχο δυναμικό του στρατού. Αλλά για ποιο έμψυχο δυναμικό μιλάμε; Για το δυναμικό της φασίνας και της λάντζας;
Η πραγματική αλήθεια που κρύβεται πίσω από μια στρατιωτική θητεία στις μέρες μας είναι πικρή. Η θητεία έχει καταντήσει ένα αχρείαστο χάσιμο χρόνου για κάθε νέο που σπαταλά τόσους μήνες από τη ζωή και την καριέρα του σε κάτι που έχει καταντήσει ανούσιο και βαρετό. Και πώς να μην είναι βαρετό, από τη στιγμή που περισσότερο χρόνο ξοδεύει κάνοντας τις αγγαρείες του στρατοπέδου παρά εκτελώντας στρατιωτικές ασκήσεις και αυξάνοντας τη μαχητική του ικανότητα.
Ποιος όμως ευθύνεται για αυτό; Οι έφεδροι; Οι αξιωματικοί; Οι διοικητές; Μάλλον όχι. Για αυτό ευθύνεται η αιώνια νοοτροπία μας, που μπορεί να αλλάξει μόνο από την ίδια την κυβέρνηση και τις υψηλές θέσεις της ιεραρχίας των Ενόπλων Δυνάμεων, με καθοριστικές παρεμβάσεις στον τρόπο, στην ποσότητα και στην ποιότητα της στρατιωτικής εκπαίδευσης των εφέδρων.
Προσπερνώντας το ότι οι έφεδροι θα έπρεπε κανονικά να πληρώνονται σαν εργαζόμενοι (ναι, προφανώς δεν εννοώ 8,62 το μήνα), ας υποθέσουμε ότι αυτή τη θητεία για κάποιο λόγο τη χρωστούν στη χώρα.
Αυτή η θητεία, τι τους προσφέρει; Τι τους μαθαίνει; Αν χωρίσουμε τη θητεία σε μήνες, τον πρώτο μήνα (άντε και λίγο το δεύτερο) υπάρχει κάποια – ας τη βαφτίσουμε εκπαίδευση. Τους υπόλοιπους μήνες υπάρχει μόνο αγγαρεία. Λάντζα, φασίνα, καμιά σκοπιά και τιμητική άδεια σε όποιον κάνει το καλύτερο ξύρισμα και το καλύτερο γυάλισμα στα άρβυλα.
Γιατί αυτό τους έμαθαν. Ότι αν δεν είστε καλά ξυρισμένοι και γυαλισμένοι θα «φάτε φυλακή». Και αυτό είναι το πραγματικό πρόβλημα του στρατού και της θητείας. Ότι κοιτάει το δέντρο και χάνει το δάσος.
Η κατάντια αυτή, στο μυαλό μου συνοψίζεται σε μια φράση που μου είπε ένας αξιωματικός όταν ήμουν στους πεζοναύτες: «Ελέφαντα στα 50 μέτρα, οι περισσότεροι που φορούν παραλλαγή και κρατούν όπλο, δεν τον πετυχαίνουν». Τότε τα λόγια του μου είχαν φανεί πολύ απαξιωτικά και διαφώνησα. Αργότερα όμως συνειδητοποίησα ότι είχε δίκιο.
Και αν μελλοντικά στη θέση του ελέφαντα βρεθεί ο εχθρός, τότε και εμείς θα του δείξουμε πόσο καλά είμαστε ξυρισμένοι και γυαλισμένοι…