2025: Εκτιμήσεις στη σφαίρα του απρόβλεπτου

Βαδίζουμε σε ένα νέο έτος, με τρεις αποφασιστικούς ηγέτες στις τρεις πυρηνικές υπερδυνάμεις αντιμέτωπους και με αμοιβαία καχυποψία σε ένα παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος.
imagedepotpro via Getty Images

Όλες οι εκτιμήσεις για τις εξελίξεις για το 2025 ξεκινούν με την προσπάθεια αποκρυπτογράφησης των προθέσεων του νέου Προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ. Ίσως για πρώτη φορά υποβαθμίζεται, σε τέτοιο σημείο, μάλλον υπερβολικά, η δύναμη του αποκαλούμενου αμερικανικού «βαθέως» (ή καλύτερα θεσμικού) κράτους. Ο νεοεκλεγείς και αναμένων να ορκιστεί Πρόεδρος έχει καταφέρει να δημιουργήσει εύλογες ανησυχίες, σε εχθρούς και φίλους, για τις επιλογές του ενώ η φήμη του ως απρόβλεπτου ηγέτη, καίτοι δεν υποστηρίζεται πλήρως από την πρώτη θητεία του, ενισχύει τη διαπραγματευτική του ικανότητα και την εικόνα του ως αποφασιστικού ηγέτη.

Βαδίζουμε λοιπόν σε ένα νέο έτος, με τρεις αποφασιστικούς ηγέτες στις τρεις πυρηνικές υπερδυνάμεις αντιμέτωπους και με αμοιβαία καχυποψία σε ένα παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος. Συγχρόνως σε εξέλιξη είναι και μια πρωτόγνωρη τριετής σύγκρουση στα όρια της Heartland και «αψιμαχίες» στην περιφέρεια της. Στην Ευρώπη, οι κυβερνήσεις, περισσότερο ή λιγότερο, σημαντικών κρατών φαίνονται ασταθείς και αντιμέτωπες με μια ευρεία λαϊκή αγανάκτηση και αναζήτηση εκπλήρωσης μάλλον υπερβολικών, ίσως και ανέφικτων, προσδοκιών από τους αποπροσανατολισμένους πολίτες τους.

Οποιαδήποτε πρόβλεψη ή μάλλον πιο δόκιμη η λέξη εκτίμηση, θα πρέπει να λάβει ως βασικό σημείο τις προθέσεις και ενέργειες του νέου Αμερικανού Προέδρου. Φυσικά και δεν παραγνωρίζουμε και τη βούληση και θυσίες των λαών που αρκετές φορές, συνεπικουρούμενοι και από αποφασιστικές ηγεσίες και εκμεταλλευόμενοι τις περιστάσεις, κατορθώνουν να εξαναγκάσουν τους μεγάλους παίκτες σε τροποποίηση των σχεδίων τους. Ειδικά σήμερα, σε μια εποχή έντονης αβεβαιότητας και γενικότερης αστάθειας, οι αποφασισμένοι, συγκροτημένοι και με επίγνωση, διεθνείς δρώντες διαθέτουν σημαντικά πλεονεκτήματα.

via Associated Press

Ας προσπαθήσουμε όμως να αποκωδικοποιήσουμε τις προθέσεις του ηγέτη με προμετωπίδα το «America first» ξεφεύγοντας από τις υπεραπλουστεύσεις. Ο ίδιος αλλά και το σύνολο του αμερικανικού κατεστημένου εδώ και δύο τουλάχιστον δεκαετίες διακρίνουν στο πρόσωπο της Κίνας τον ανερχόμενο διεκδικητή μιας μερικής ή ολικής παγκόσμιας ηγεμονίας. Το ευαγγέλιο του επιθετικού ρεαλισμού του Mearsheimer, «Η τραγωδία της πολιτικής των Μεγάλων Δυνάμεων» αποκλείει την οικειοθελή εκχώρηση οιασδήποτε έκφανση της ηγεμονίας άνευ σύγκρουσης (όχι αναγκαστικά στρατιωτικής). Εδώ φυσικά επεισέρχεται το κόστος της διατήρησης της ηγεμονίας με βασική αρχή την οικονομία δυνάμεων που βασίζεται στην αποφυγή σύμπλευσης των δυνητικών αντιπάλων. Άρα η Κίνα θα πρέπει να απομακρυνθεί από τη Ρωσία και ανάποδα.

Αυτό δεν μπορεί να επιτευχθεί με οικονομικό πόλεμο εναντίον και των δύο χωρών ταυτόχρονα ούτε με έμμεσες αψιμαχίες εναντίον τους (έστω και μέσω αντιπροσώπων). Η σύνεση επιβάλει να απομονώσεις τον πλέον επικίνδυνο αντίπαλο (Κίνα) άρα να δώσεις «λύση» και ευνοϊκό «παράθυρο εξόδου» στον έτερο (Ρωσία).

Προφανώς και στην κατεύθυνση αυτή θα κινηθεί ο Ντόναλντ Τραμπ έχοντας και τη (υπόγειο) στήριξη των απογοητευμένων και κουρασμένων Ευρωπαίων που μάλλον προσδοκούν μια τέτοια λύση υπό την προϋπόθεση να τη χρεωθεί κάποιος τρίτος (ΗΠΑ). Η ευρωπαϊκή «αναγκαστική» (κατά ευφημισμό) συμπόρευση με την αμερικανική πολιτική θα επιβραβευθεί με υποχώρηση του Προέδρου Τραμπ από τους ακραίους διακηρυγμένους και αμοιβαία καταστροφικούς για το παγκόσμιο εμπόριο δεσμούς έναντι της Ευρώπης. Στην περίπτωση αυτή θα αποδειχθεί -για άλλη μια φορά- ότι η ύπαρξη ενός και μόνου πόλου (ΗΠΑ), έστω και οικονομικά ασθενέστερου, υπερισχύει της πολυφωνίας των κρατών-μελών μιας ισχυρής οικονομικά αλλά συνάμα πολιτικά ανερμάτιστης ένωσης. Δηλαδή κατά κάποιο τρόπο μπορούμε να αισιοδοξούμε για μια παύση των εχθροπραξιών στο μέτωπο της Ουκρανίας και στην έναρξη ατέρμονων ειρηνευτικών συζητήσεων για το μέλλον των επίμαχων περιοχών. Το έχουμε ξαναδεί το έργο, το προαιώνιο θέμα ακαδημαϊκών συζητήσεων, δίκαιο εναντίον ειρήνης!

Βέβαια ο ουδέτερος παρατηρητής μπορεί να πανηγυρίζει για την επιστροφή της ειρήνης και να παρηγορεί τον υποχωρούντα με αναφορές σε ασαφή ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας, στο διεθνές δίκαιο και στη μελλοντική εγκαθίδρυση δημοκρατικού καθεστώτος στη Μόσχα που θα αποκηρύξει τις πολεμικές περιπέτειες του καθεστώτος Πούτιν! Σίγουρα, σε πολλές δυτικές πρωτεύουσες, πολιτικοί και διπλωμάτες, ξαναμελετούν το «μακρύ τηλεγράφημα» του George Kennan αντικαθιστώντας τις αναφορές στο σοβιετικό καθεστώς με το «putin-ικο» και προσδοκώντας μια επανάληψη της ιστορίας με την εκ των έσω κατάρρευση του τελευταίου. Ίσως μάλιστα και να ελπίζουν ότι μετά τη φυσιολογική αποδήμηση του Πούτιν, η Ρωσία να κληθεί να αναλάβει το ρόλο της Δυτικής Γερμανίας στην αντιμετώπιση του νέου εχθρού (Κίνας). Μέχρι τότε θα μπορούμε -η Δύση- να «παίζουμε» άμυνα με την Κίνα, ευελπιστώντας στη διάδοση των φιλελεύθερων ιδεών και την ενδυνάμωση μιας μεσαίας τάξεως που κάποια στιγμή θα επιζητήσει και πραγματική πολιτική εκπροσώπηση. Στο παιχνίδι αυτό -της αμήχανης αναμονής- βοηθάει και η Κίνα που εκ ιδιοσυγκρασίας θεωρεί το χρόνο να δουλεύει υπέρ αυτής και μάλλον δεν θα θελήσει (ακόμα) να διακινδυνεύσει περιπέτειες στη Ταϊβάν. Θα συνεχίσει όμως τις χαμηλής έντασης συνεχόμενες και με μακροχρόνια εστίαση υβριδικές ενέργειες στα παρακείμενα νερά (δηλαδή στη δική της «κίτρινα πατρίδα») έναντι των αδύναμων γειτόνων της ενώ θα ενισχύει τους σκληρούς συντελεστές ισχύος της.

Tomas Ragina via Getty Images

Όσο για το μέλλον της Ευρώπης, ας ελπίσουμε ότι η συνειδητοποίηση της αδυναμίας και τρωτότητας της, θα εξαναγκάσει τις κατακερματισμένες -στις περισσότερες χώρες- πολιτικές δυνάμεις να προχωρήσουν με υπευθυνότητα σε υιοθέτηση στρατηγικών επιβίωσης τους μέσω της ενδυνάμωσης του πραγματικού ευρωπαϊκού ονείρου όπως το ονειρεύτηκαν οι πρωτεργάτες του. Υπάρχουν ελπίδες το δίπολο Trump-Putin να επιδράσει θετικά στην κατεύθυνση της ευρωπαϊκής ενοποίησης, αρκεί να βρεθούν οι ηγεσίες που θα εμπνεύσουν.

Σε αυτές τις συνθήκες, νέες δυνάμεις εμφανίζονται με αξιώσεις να αναλάβουν σημαντικό περιφερειακό ρόλο ή ακόμη και εξισορροπητικό μεταξύ των επονομαζόμενων Μεγάλων Δυνάμεων. Σε αυτές τις δυνάμεις εντάσσεται και η Τουρκία με συνεχώς αυξανόμενο ρόλο, αυτοπεποίθηση, ισχύ αλλά και δομικές αδυναμίες.

Αλλά ας έρθουμε στα καθ’ ημάς. Θα συνεχιστεί άραγε η πολιτική των ήρεμων νερών (και αέρων) και το 2025; Ορισμένοι απαντούν ότι αυτό θα εξαρτηθεί από την Τουρκία και τις βλέψεις της. Άλλοι απαντούν πιο εύστοχα ότι θα αυτό θα εξαρτηθεί από την Ελλάδα και το πόσο υποχωρητική θα εμφανιστεί έναντι των επαναλαμβανόμενων τουρκικών διεκδικήσεων. Η συνέχιση των εργασιών για την πόντιση του καλωδίου ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδος-Κύπρου-Ισραήλ σίγουρα θα δοκιμάσει τις σχέσεις μας. Βέβαια μπορεί να βρεθούν μεσοβέζικες λύσεις, όπου και οι δύο χώρες να δίνουν την άδεια εκτέλεσης των εργασιών και αμφότεροι να διακηρύσσουν ότι αυτή ζητήθηκε μόνο από αυτούς!

Θα προχωρήσει άραγε η Άγκυρα σε τουρκοσυριακό μνημόνιο δυναμιτίζοντας τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και παραβιάζοντας κατάφορα τα κυριαρχικά δικαιώματα της Κύπρου; Καθώς η σημερινή της επιρροή της Τουρκίας επί της Δαμασκού είναι σημαντική και το μέλλον των τουρκοσυριακών σχέσεων φαίνεται ευοίωνο, μάλλον αμφότερες οι πλευρές δεν θα προστρέξουν στην άμεση κατάρτιση μιας παρόμοιας συμφωνίας. Αφενός η Δαμασκός θέλει να περιορίσει τις τριβές με το δυτικό κόσμο και αφετέρου η Άγκυρα θεωρεί ότι επί του παρόντος μπορεί να δρέψει περισσότερους καρπούς έναντι της Ελλάδος επισείοντας την απειλή της σύναψης της και επιλέγοντας τη βέλτιστη στιγμή της προσπάθειας υλοποίησης της. Ας ελπίσουμε ότι δεν θα της προσφέρουμε και την ικανοποίηση παρακολούθησης εσωτερικών κομματικών διενέξεων, εσωστρέφειας και σπασμωδικών κινήσεων.

Η επιμελής και υπομονετική στρατηγική του γείτονα αντιμετωπίζεται μόνο με ανάλογες κινήσεις μακράν των δηλώσεων εσωτερικού εντυπωσιασμού και με άοκνες προσπάθειες. Ένας τέτοιος στόχος θα πρέπει να είναι και η επέκταση των χωρικών μας υδάτων γεγονός που προϋποθέτει διπλωματική στήριξη, ισχυρές ένοπλες δυνάμεις (προϋποθέσεις η ισχυρή οικονομία και η εθνική συνοχή) και άδραξη ευκαιριών. Κάθε νομοθέτημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πρέπει να εξετάζεται με γνώμονα την εξυπηρέτηση των εθνικών στόχων εντασσόμενο σε μια σταθερή στρατηγική. Επειδή όμως κάθε νόμισμα έχει δύο όψεις, ελλοχεύει πάντα ο κίνδυνος, θέσεις και ρυθμίσεις της Ένωσης να χρησιμοποιηθούν ως πρόσχημα για την εξεύρεση επώδυνων συμβιβαστικών λύσεων.

Αυτό όμως που πρέπει να κατανοήσουμε και να εμπεδώσουμε είναι ότι η γειτονική χώρα έχει αντιληφθεί ότι το βασικό της πλεονέκτημα στην μεταξύ μας αντιπαράθεση δεν είναι η διαφορά της ισχύος υπέρ της, αλλά το μεγαλύτερο ρίσκο που η ίδια αποδέχεται να λάβει σε κάθε διμερή κρίση που δημιουργείται. Αυτό το δεδομένο δύσκολα ανατρέπεται ενώ είναι και αποσταθεροποιητικό καθώς μπορεί να οδηγήσει την άλλη πλευρά σε λανθασμένες εκτιμήσεις.

via Associated Press

Βέβαια εκτιμώ ότι για το 2025, εφόσον και η Ελλάδα δεν προχωρήσει σε «προκλητικές» ενέργειες (πάντα κατά την αντίληψη της Άγκυρας), η Τουρκία θα στραφεί στα ανατολικά της σύνορα και στο πρόβλημα των Κούρδων. Στο μυαλό μας πάντα αναζητούμε τον τρίτο που θα αναλάβει να αντιμετωπίσει τον Τούρκο για εμάς (συνήθως με την ελάχιστη δυνατόν δική μας συνδρομή)! Αγωνιούμε εδώ στην Ελλάδα μήπως η Τουρκία και οι ελεγχόμενες από αυτή ομάδες επιτεθούν στις κουρδικές δυνάμεις (Syrian Democratic Forces) και οι τελευταίες, για άλλη μια φορά, υποχωρήσουν υπό τα πλήγματα των ισχυρότερων αντιπάλων και δούμε νέες σφαγές και εκτοπίσεις πληθυσμών. Οποιαδήποτε σύγκρουση είναι απάνθρωπη και συνιστά τραγωδία, ο μεγαλύτερος όμως για εμάς κίνδυνος δεν είναι μια βίαιη εκτόπιση των Κούρδων από τα τουρκοσυριακά σύνορα. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι μια επιτυχής ενσωμάτωση των Κούρδων στο νεοθωμανικό όνειρο που θα απαλλάξει την Άγκυρα από τον κουρδικό εφιάλτη και θα εντάξει τη δυναμικότητα αυτών των ανθρώπων στην ισχύ της. Όσο υπάρχουν συγκρούσεις και εκατέρωθεν ακρότητες τόσο αυτό το ενδεχόμενο απομακρύνεται και είναι αποδεδειγμένο ότι ένας λαός 30 εκατομμυρίων δεν υποτάσσεται. Κυνικό αλλά κυνικός είναι και ο κόσμος που ζούμε.

Συνοπτικά με τις ελληνοτουρκικές θέσεις θα επαναλάβω την τοποθέτηση μου, ένα χρόνο πριν από το ίδιο φιλόξενο βήμα: Δεν διατηρώ αισιοδοξία για μια ειλικρινή προσέγγιση για επίλυση των προβλημάτων μας καθώς οι τουρκικές διεκδικήσεις υπερβαίνουν πλέον κάθε όριο, όχι μόνο αμοιβαίου συμβιβασμού αλλά ακόμη και αποδεκτής συζήτησης-διαπραγμάτευσης. Οι υπερβολικές αυτές διεκδικήσεις δεν αποτελούν μέρος της γνωστής μεθοδολογίας διαπραγματεύσεων με την παράθεση υπερβολικών απαιτήσεων ώστε να υπάρξει χώρος αναδίπλωσης. Οι τουρκικές διεκδικήσεις αποτελούν πλέον μέρος της τουρκικής φαντασίωσης για τον πλήρη έλεγχο της Ανατολικής Μεσογείου (και όχι μόνο) και απειροελάχιστες και μόνο συμβολικού περιεχομένου υποχωρήσεις μπορεί να προσφερθούν εκ μέρους της. Αυτή την πρόβλεψη εκτιμώ ότι θα συνεχίσω να την επαναλαμβάνω για τα ερχόμενα χρόνια. Κατά μια έννοια η επανάληψη της μπορεί να εκληφθεί και ως θετικό γεγονός, δηλαδή της μη πραγμάτωσης μιας βίαιης σύγκρουσης με άγνωστες συνέπειες. Σε κάθε περίπτωση, εύκολες λύσεις δεν υπάρχουν, απαιτείται σοβαρότητα, συνέπεια και υπευθυνότητα. Καλή χρονιά!

Δημοφιλή