Από τις αρχές του 2020 το φαινόμενο «Κορωνοϊός» έχει μπει στις ζωές μας, είναι μέρος της καθημερινότητάς μας και έχει σημαντικό ρόλο στον τρόπο που σκεφτόμαστε και συμπεριφερόμαστε. Είναι μία νέα συνθήκη, -κατά τεκμήριο- ικανή να αλλάξει την ως τώρα «κανονικότητα» σε παγκόσμια κλίμακα. Οι επιπτώσεις του φαινομένου της πανδημίας είναι μαζικές, ποικίλες και συχνά αλληλένδετες μεταξύ τους, διαμορφώνοντας έτσι μία μεγάλη, σύνθετη και πολύπλευρη εικόνα· μία εικόνα που όλοι οι άνθρωποι προσπαθούμε να διαχειριστούμε, να ερμηνεύσουμε και να ελέγξουμε μέσα από τις σκέψεις μας, τα συναισθήματά μας και τη συμπεριφορά μας. Ο καθένας με τον τρόπο του…
Όπως για κάθε φαινόμενο, έτσι και για τον κορωνοϊό, ο άνθρωπος ως σκεπτόμενη μηχανή κατασκευάζει τις γνώσεις του με βάση τα ερεθίσματα που δέχεται από το περιβάλλον του. Ωστόσο, οι άνθρωποι ως «σοφές σκεπτόμενες μηχανές» δεν λειτουργούν όλοι με τον ίδιο τρόπο, δεν επεξεργάζονται με τον ίδιο τρόπο τις πληροφορίες, και έτσι δεν καταλήγουν στις ίδιες κατασκευές γνώσης. Κατά Moscovici (1995), υπάρχουν κατασκευές γνώσης από «επαγγελματίες σοφούς», δηλαδή επιστήμονες, υπάρχουν κι άλλες από «αδαείς σοφούς», δηλαδή καθημερινούς ανθρώπους. Τα υλικά και η μέθοδος που χρησιμοποιεί ο καθένας από τους δύο για να «χτίσει» τη γνώση είναι εντελώς διαφορετικά, και αυτά είναι που τον καθιστούν «επιστήμονα» ή «αδαή σοφό».
Ο μεν πρώτος, λοιπόν, χρησιμοποιεί την επιστημονική σκέψη, ο δε δεύτερος χρησιμοποιεί την πρακτική και καθημερινή σκέψη. Ο «επαγγελματίας σοφός» -με αίσθημα αβεβαιότητας- ακολουθεί μία λογική διαδικασία ξεκινώντας από συγκεκριμένα δεδομένα και καταλήγει σε ορθά συμπεράσματα, που δύσκολα απαλλάσσονται της αβεβαιότητας. Χρησιμοποιεί συγκεκριμένες μεθόδους επεξεργασίας των δεδομένων και κριτήρια ελέγχου των υποθέσεων ή της εγκυρότητας των απαντήσεων στα ερωτήματα που θέτει. Ο «καθημερινός σοφός», από την άλλη, ο «κύριος καθένας», γεμάτος σιγουριά και αυτοπεποίθηση, ακολουθεί συνήθως μία διαδικασία εκλογίκευσης, ξεκινώντας από ήδη διαμορφωμένες ιδέες και πεποιθήσεις τις οποίες προσπαθεί να επιβεβαιώσει επιλέγοντας συγκεκριμένα και ελλιπή δεδομένα που επιβεβαιώνουν τις πεποιθήσεις του, καταλήγοντας ακόμη πιο βέβαιος γι’ αυτές. Και οι δύο διαδρομές, λογικής και εκλογίκευσης, καταλήγουν στην κατασκευή της γνώσης: της επιστημονικής και έγκυρης γνώσης από τη μία και της γνώσης του αδαούς από την άλλη. Το φαινόμενο της πανδημίας του κορωνοϊού είναι ένα αντιπροσωπευτικό παράδειγμα «συνύπαρξης» των δύο σοφών.
Η κρισιμότητα και η σφοδρότητα της πανδημίας της νόσου COVID-19, όπως θα περίμενε κανείς, έστρεψε τα βλέμματα της «παγκόσμιας κοινωνίας» στους επιστήμονες γιατρούς, στον επιστημονικό τρόπο σκέψης και στις επιστημονικές θεωρίες για τη διαχείριση του κινδύνου. Παράλληλα, ο «απλοϊκός σοφός», ο «κύριος καθένας», ο «ούτε πολύ έξυπνος, ούτε πολύ χαζός, ούτε πολύ μορφωμένος, ούτε πολύ αμόρφωτος», «εγώ κι εσείς, για παράδειγμα…» (βλ. Moscovici, 1995:72) με τον δικό του καθημερινό (ή/και συνομωσιολογικό) τρόπο σκέψης και τις δικές του υποκειμενικές θεωρίες καθημερινής χρήσης (ή/και θεωρίας συνωμοσίας) δεν έμεινε έξω από τη σκηνή· δεν έμεινε θεατής, αλλά διεκδίκησε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο όνομα της Αλήθειας, του κοινού καλού, και της σωτηρίας της ανθρωπότητας.
Στάθηκε απέναντι στους επιστήμονες και είπε γεμάτος σιγουριά «Δεν πιστεύω στον κορωνοϊό! Δεν υπάρχει πανδημία! Φάσκετε και αντιφάσκετε. Λέτε ψέματα. Μας θεωρείτε αδαείς και θέλετε να μας ελέγξετε! Εξυπηρετείτε σκοτεινά συμφέροντα!». Στη συνέχεια, επέλεξε τα στοιχεία «που πρέπει» και τα συνέδεσε με τον τρόπο «που πρέπει», ώστε να υποστηρίζεται η συγκεκριμένη πεποίθηση, χωρίς να ελέγχεται η αξιοπιστία των στοιχείων και του τρόπου σύνδεσής τους. Άλλωστε, για τον «αδαή σοφό» σημασία δεν έχει η αλήθεια των πεποιθήσεων, αλλά το προσωπικό αίσθημα επιβεβαίωσής τους, που ενισχύει την (ψευδ)αίσθηση ελέγχου των καταστάσεων και επιφέρει την εσωτερική ηρεμία.
Και στο σημείο αυτό χρειάζεται προσοχή. Εδώ κρύβεται η μεγάλη παγίδα της καταπάτησης της λογικής, στο όνομα της λογικής: Η παγίδα, δηλαδή, του άκριτου αφορισμού, του ηθικού αποκλεισμού, των εύκολων και απλοϊκών ερμηνειών και των βεβιασμένων γενικεύσεων για τη συμπεριφορά του «αδαούς» από έναν άλλον «αδαή», που χρησιμοποιεί τα ίδια μέσα με τα οποία ο πρώτος απέρριψε τον επιστήμονα. Οι λογικές πλάνες, δεν καταρρίπτονται με άλλες λογικές πλάνες. Το ήθος των επιστημόνων δεν προασπίζεται με αντεπιθέσεις κατά του ήθους των επικριτών τους. Όπως αναφέρεται και πιο πάνω, η ειδοποιός διαφορά βρίσκεται στον τρόπο σκέψης, και αυτό είναι το διακύβευμα. Όταν ο δημόσιος διάλογος κυριαρχείται από την τοξικότερη μορφή του «διαλόγου του πεζοδρομίου», όποια και αν είναι η κατεύθυνση, εκείνος που υπονομεύεται και πλήττεται έτι περισσότερο είναι η λογική.
Καταληκτικά, μία σημαντική σημείωση, η οποία δεν είναι «ευκόλως εννοούμενη». Ο άνθρωπος ως σκεπτόμενη μηχανή παραγωγής γνώσης, δεν παράγει κατασκευές μονάχα για τα φαινόμενα του κόσμου που τον περιβάλλει, αλλά και για τα υπόλοιπα μέλη της κοινωνίας με τα οποία συμβιώνει. Πέρα από την κατασκευή της γνώσης για το φαινόμενο της πανδημίας, οι άνθρωποι κατασκευάζουμε τη γνώση μας και για τους υπόλοιπους «αδαείς σοφούς», αλλά και για τους «επαγγελματίες». Οι κατασκευές μας για τον κόσμο μας επηρεάζουν τόσο εμάς τους ίδιους, όσο και τον ίδιο τον κόσμο. Μπορεί ο «επιστήμονας σοφός» να μην κινδυνεύει από τις εκάστοτε κατασκευές που έχουν οι άλλοι γι’ αυτόν (αυτή άλλωστε είναι και η δύναμή του), ωστόσο οι «καθημερινοί» και «πρακτικοί σοφοί», δηλαδή «εγώ κι εσείς», κινδυνεύουμε άμεσα από τις αναπαραστάσεις μας γι’ αυτόν, διότι οι αναπαραστάσεις έχουν την τάση να καθοδηγούν τη στάση και τη συμπεριφορά μας απέναντι στα πράγματα.
Μπορεί η τάση αμφισβήτησης της επιστημονικής έγκυρης γνώσης σε θέματα υγείας, όπως οι χημειοθεραπείες κατά του καρκίνου, λόγου χάρη, να ξεκινά και να καταλήγει σε εμάς τους ίδιους, ωστόσο σε θέματα όπως η πανδημία της νόσου Covid-19, τα εμβόλια και η κλιματική αλλαγή, η δαρβινική θεωρία της εξέλιξης δεν εφαρμόζεται γιατί οι επιπτώσεις της άρνησης δε θα χτυπήσουν την πόρτα μόνο του αρνητή. Είναι υπόθεση όλων.