Αν ένα συναίσθημα διαφεντεύει την καθημερινότητα των πολιτών της χώρας μας και προΐσταται της ψυχοσωματικής υγείας, τότε αυτό σίγουρα δεν είναι άλλο από αυτό της απελπισίας. Η απελπισία μεταφράζεται ως απουσία ελπίδας, φόβος και αδράνεια. Τρία συναισθήματα άρρηκτα συνδεδεμένα μεταξύ τους, τα οποία είναι ικανά να διαμορφώσουν την προσωπικότητα του ατόμου και να καταστείλουν την πνευματική επαγρύπνηση, εφόσον συμμαχήσουν με το συναίσθημα της συνήθειας. Στο πρόσωπο της συνήθειας ο Σάμιουελ Μπέκετ έβλεπε «έναν πολύ καλό σιγαστήρα». Έναν σιγαστήρα στο όπλο που ακούει στο όνομα «φόβος», το οποίο είτε κατέχει η εξουσιάζουσα αρχή για την καθοδήγηση της κοινής γνώμης είτε στρέφουμε εμείς στον εαυτό μας ως πνευματικοί αυτόχειρες στην σκέψη κάθε μιας νέας ιδέας ή σε κάθε νέα προσπάθεια ξεβολέματος.
Η προαναφερθείσα κατάσταση, ακολουθούμενοι μια συλλογιστική πορεία με συνειρμική διάσταση, είναι δυνατόν να παρομοιαστεί με το σύνδρομο του βραστού βατράχου. Η συγκεκριμένη θεώρηση, αν και οφείλει την ύπαρξη στον Όλιβερ Κλερκ, έγινε ευρέως γνωστή επιστημονικά χάρη στην εισαγωγή της από τον Ντάνιελ Γκόλμαν στην κατηγορία της συναισθηματικής νοημοσύνης στον χώρο εργασίας. Η θεώρηση αυτή αντλεί την έμπνευση της από την ιστορία του πειράματος με έναν βάτραχο. Το πείραμα αυτό εκφράζεται με δύο διαφορετικές πράξεις και αντίστοιχα αποτελέσματα. Aκολουθώντας την πρώτη πράξη, αν τοποθετήσουμε έναν βάτραχο σε νερό που έχει βράσει, αυτός ενστικτωδώς θα πεταχτεί έξω και θα προσπαθήσει να σωθεί. Αντιθέτως, κατά την δεύτερη προσπάθεια, αν τοποθετήσουμε τον ίδιο βάτραχο σε κρύο νερό, το οποίο σταδιακά θα θερμαίνεται, αυτός μην έχοντας τη νοητική ικανότητα να αντιληφθεί το τι συμβαίνει γύρω του, τελικώς θα βράσει και δεν θα επιβιώσει.
Η ανάλυση της περιγραφής της παραπάνω θεώρησης οδηγεί σε μια εύλογη απορία. Αυτό που τελικά στέρησε την ζωή από το βάτραχο ήταν το βραστό νερό καθεαυτό ή η αδυναμία του να αντιληφθεί το πότε είναι η κατάλληλη στιγμή να πηδήξει ώστε να σωθεί; Όποια απάντηση και να δοθεί, οδηγούμαστε αναμφισβήτητα στο συμπέρασμα ότι κάθε είδους επιδείνωση η οποία υφίσταται με αργό και σταδιακό ρυθμό, περνάει απαρατήρητη λόγω της συνεχής προσαρμοστικότητάς μας στις συνέπειες που δημιουργεί αυτή με το πέρασμα του χρόνου. Αυτή η βουβή διαδικασία προσαρμογής αλλά και συνήθειας σε κάθε νέα δυσμενή πραγματικότητα λειτουργεί ως φρένο σε κάθε προσπάθεια εναντίωσης και αντίδρασης και πολλές φορές παραλύει την ικανότητα και ταχύτητα απόκρισης μας σε κάθε νέα εξέλιξη.
Εύκολα κανείς θα μπορούσε να διαπιστώσει ότι η ταύτιση της χώρας μας και ειδικότερα των πολιτών αυτής με την παραπάνω θεώρηση είναι αναπόφευκτη. Αναμφίβολα, βιώνουμε μια επιθετική οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά κρίση η οποία δημιούργησε και εξακολουθεί να δημιουργεί μια νέα τάξη πραγμάτων. Το «βράσιμο» γίνεται φανερό σε όλες τις εκφάνσεις της δημόσιας ζωής και ισούται με λιγότερες ευκαιρίες, κατακρεουργημένους στόχους και αδρανοποιημένους πολίτες που παρακολουθούν ως θεατές τις εξελίξεις. Άλλωστε, η πάση θυσία συντήρηση από πολλούς, μιας αυτοεικόνας ενός αδικημένου και προπάντων προδομένου πολίτη σύμφωνα με την οποία οι ευθύνες για την υπάρχουσα κατάσταση ανήκουν αποκλειστικά σε πολιτικούς ηγέτες και πολιτικά μορφώματα, περισσότερο κοιμίζει παρά αφυπνίζει.
Στο ίδιο μήκος κύματος, η αμάθεια «μυθοποιείται» σε πολλές περιπτώσεις. Πάμπολλα σχέδια σωτηρίας από κερδοσκοπικές πολιτικές ηγεσίες και επιφανείς «μεσσίες» είναι πάντοτε έτοιμοι να προσφέρουν εν μια νυκτί την αλλαγή. Παράλληλα, και ως επακόλουθο της αμάθειας, τα «άκρα» τείνουν να αποκτούν όλο και περισσότερη δημοτικότητα στις μέρες μας και η φαινομενική επιλογή «στρατοπέδου» γίνεται όλο και πιο σύνηθες. Άλλωστε, οι μονοδιάστατες επιλογές δίνουν εύκολες απαντήσεις σε σύνθετα ερωτήματα και σε γλιτώνουν από τον κόπο της αμφισβήτησης του εαυτού σου και των γύρω σου. Είσαι σίγουρος για το δικό σου δίκαιο αλλά και για το δικό τους άδικο και πορεύεσαι με την ηρεμία της βεβαιότητας αυτής.
Η παραπάνω κατάσταση η οποία παίρνει την μορφή μάστιγας, δείχνει να επηρεάζει σε μεγαλύτερο βαθμό και με πιο άμεσο τρόπο τις νεότερες ηλικίες, τα άτομα της οποίας τείνουν να επαναπροσδιορίζουν με ταχύτατους ρυθμούς διάφορες πτυχές της καθημερινότητας τους. Οι στόχοι αυτών πλέον τοποθετούνται στο εξωτερικό. Σε μια «ιδεατή» γι’αυτούς Ευρώπη, στην αγκαλιά της οποίας θεωρούν ότι μακροπρόθεσμα και με συνεχή προσπάθεια θα ανταμειφθούν. Καμιά διάθεση για προσπάθεια επίτευξης των στόχων στην χώρα τους, διακαής φόβος για τυχόν αποτυχία και ένα αίσθημα ανακούφισης όταν τελικά επιτύχουν την φυγή τους. Άλλωστε η αντιμετώπιση ενός νέου εργαζομένου ως «αναλώσιμος» από ανωτέρους στο εργασιακό περιβάλλον σε συνδυασμό με την καταβολή πενιχρών μισθών δείχνει να δικαιολογεί την παραπάνω απόφαση τους και να ισοπεδώνει κάθε ελπίδα για μελλοντική επαγγελματική ανέλιξη και επιτυχία στην χώρα του. Η πανεπιστημιακή μόρφωση, με αυτόν τον τρόπο, δείχνει να χάνει την αξιοπιστία της όσον αφορά την επαγγελματική αποκατάσταση στα μάτια των πολιτών καθώς τα τυπικά προσόντα πλέον δεν αποτελούν προϋπόθεση για την εξασφάλιση εργασιακής στέγης και απόψεις τύπου «τι να τα κάνω τα πτυχία» αποκτούν όλο και περισσότερους υποστηρικτές.
Τελικά υπάρχει ο χρόνος, η ικανότητα και η διάθεση να σωθούμε λίγο πριν την καταστροφή; Ναι, υπάρχει, παρόλο που έχουμε καθυστερήσει αρκετά. Βέβαια η σωτηρία απαιτεί και προϋποθέτει πολύ προσπάθεια και έναν επαναπροσδιορισμό-επαναπροσανατολισμό της καθημερινότητάς από το κάθε άτομο ξεχωριστά. Ο εγωκεντρικά αποστασιοποιημένος και απαθής όσον αφορά τις πολιτικές εξελίξεις και ανθρώπινες σχέσεις πολίτης, ο οποίος έχει εγκλωβιστεί στην ατομική του μυθολογία που ο ίδιος έχει δημιουργήσει, οφείλει να σταματήσει να στρέφεται στον εαυτό του ή να αναμένει έναν απομηχανής θεό. Θα πρέπει να αρχίσει να ελπίζει εφόσον δημιουργεί, να ανησυχεί και να σταματήσει να θεωρεί ως λογικό επακόλουθο της σημερινής κατάστασης κάθε μελλοντική δυσχέρεια. Άλλωστε ο φόβος ότι υπάρχει πιθανότητα να στερηθείς περισσότερα όταν στερείσαι ήδη αρκετά, δεν είναι παράλογος. Παράλογη είναι η αποδοχή της μελλοντικής ολοκληρωτικής στέρησης και της προσωπικής αδράνειας ως αποτέλεσμα της απελπισίας. Η σωτηρία βρίσκεται στην αφύπνιση και αυτή με την σειρά της στην συνεργασία, στην πολυδιάσταστη γνώση και στην εξύμνηση της μεσότητας και του καθαρού μυαλού.