Αμφιβολίες για το κατά πόσο τα δισεκατομμύρια ευρώ που έχει δώσει η ΕΕ στην Τουρκία προκειμένου να τη βοηθήσει να αντιμετωπίσει τις μεταναστευτικές ροές, κυρίως από τη Συρία, έχουν πράγματι αντίκτυπο εκφράζονται στην έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου.
«H βοήθεια της ΕΕ για τους πρόσφυγες στην Τουρκία είναι επωφελής τόσο για τους πρόσφυγες όσο και για τις κοινότητες υποδοχής, χωρίς όμως να έχει τον αναμενόμενο αντίκτυπο και χωρίς να διασφαλίζεται η βιωσιμότητά της» αναφέρουν οι ελεγκτές της ΕΕ.
«Παρά τις πρόσφατες βελτιώσεις, η χρηματοδότηση πολλών δισεκατομμυρίων ευρώ της ΕΕ για τους πρόσφυγες στην Τουρκία θα μπορούσε να έχει καλύτερη σχέση ποιότητας-τιμής όπως και μεγαλύτερο αντίκτυπο. Παρόλο που η διευκόλυνση για τους πρόσφυγες στην Τουρκία, ύψους 6 δισεκατομμυρίων ευρώ, έχει καλύψει τις ανάγκες των προσφύγων και των τουρκικών κοινοτήτων υποδοχής τους, τα χρηματοδοτούμενα έργα έχουν καθυστερήσει και είναι αβέβαιο αν θα διατηρηθούν μετά τη λήξη της στήριξης της ΕΕ» τονίζουν οι ελεγκτές και προσθέτουν ότι διαπίστωσαν αδυναμίες στην αξιολόγηση του κόστους των έργων από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
«Η Επιτροπή απέτυχε να αξιολογήσει συστηματικά κατά πόσον το κόστος των έργων ήταν εύλογο, γεγονός που θέτει σε κίνδυνο την αποτελεσματικότητά τους» τονίζεται μεταξύ άλλων.
Υπενθυμίζεται ότι στο πλαίσιο της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας για το μεταναστευτικό του 2016, η Ένωση δεσμεύτηκε να παράσχει τουλάχιστον 6 δισεκατομμύρια ευρώ - τα μισά από τον προϋπολογισμό της ΕΕ και τα μισά απευθείας από τα κράτη μέλη - για να βοηθήσει την Άγκυρα να διαχειριστεί την εισροή μεταναστών που προέρχονται από τη Συρία. Σε αντάλλαγμα, η Τουρκία δεσμεύτηκε να εμποδίζει τους μετανάστες να περάσουν στην Ευρώπη. Συνολικά εκταμιεύθηκαν σε ισόποσες δόσεις το 2016-2017 και το 2018-2019- πάνω από 5 δισ. ευρώ.
Η Τουρκία τον Μάρτιο του 2016, ένα μήνα μετά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας, δήλωσε ότι ο αριθμός των μεταναστών που περνούσαν παράνομα στην Ελλάδα είχε μειωθεί από περίπου 6.000 ημερησίως τον Νοέμβριο του 2015 σε περίπου 130 ημερησίως.
Όμως αξίζει να θυμίσουμε ότι το 2020 σημειώθηκε μια σημαντική εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού όπου χιλιάδες μετανάστες μέσω της Τουρκίας έφτασαν στα σύνορα στον Έβρο με στόχο να περάσουν στην Ελλάδα. Λίγο αργότερα το 2021, οι ηγέτες της ΕΕ ανακοίνωσαν επιπλέον 3 δισεκατομμύρια ευρώ για τους πρόσφυγες στην Τουρκία, συμφωνία που χαρακτηρίστηκε ως μεγάλη επιτυχία και λειτούργησε ως πρότυπο για άλλες πιο πρόσφατες και περίπλοκες συμφωνίες όπως για παράδειγμα αυτή με την Τυνησία και ακόμη περισσότερο με την Αίγυπτο.
Σήμερα η Τουρκία φιλοξενεί πάνω από 4 εκατομμύρια καταγεγραμμένους πρόσφυγες και όπως αναφέρει η Μπετίνα Γιάκομπσεν, επικεφαλής του ελέγχου για τα κονδύλια προς την Τουρκία «Σε μια δύσκολη πολιτική συγκυρία, η Διευκόλυνση για τους Πρόσφυγες στην Τουρκία παρείχε την κατάλληλη στήριξη στους πρόσφυγες και τις κοινότητες ...Ωστόσο, αυτό θα μπορούσε να είχε γίνει με οικονομικά αποδοτικότερο τρόπο και με μεγαλύτερο αντίκτυπο, ενώ κάθε άλλο παρά βέβαιο είναι το μέλλον των έργων στην Τουρκία, όταν η ροή της ενωσιακής βοήθειας στερέψει».
Όμως δεν είναι μόνο αυτό το πρόβλημα, οι ελεγκτές της ΕΕ δεν μπόρεσαν να αξιολογήσουν τη βελτίωση της εκπαίδευσης και της υγείας, αλλά και την καλύτερη ενσωμάτωση των των προσφύγων και των μεταναστών.
«Τα προγραμματισμένα έργα, όπως η επαγγελματική κατάρτιση και η παροχή επιχειρηματικής βοήθειας στους πρόσφυγες, υλοποιήθηκαν σε γενικές γραμμές. Ωστόσο, η παρακολούθηση αυτών ήταν ανεπαρκής, καθώς δεν ήταν ικανή να μετρήσει τον αντίκτυπο» τονίζεται στην έκθεση και αναφέρεται ως παράδειγμα ότι δεν υπήρξε καμία ενέργεια που να παρακολουθεί την πορεία της επαγγελματικής απασχόλησης των προσφύγων ή την πορεία των επιχειρήσεων που έλαβαν οικονομική βοήθεια.
Ομοίως, συνεχίζει η έκθεση, κατασκευάστηκαν νέα σχολεία για τους πρόσφυγες, αλλά οι ελεγκτές δεν μπόρεσαν να λάβουν επαρκή στοιχεία από το τουρκικό υπουργείο Παιδείας προκειμένου να καταφέρουν να αξιολογήσουν τον αντίκτυπο που είχαν οι νέες αυτές δομές στους ωφελούμενους.
Σύμφωνα με την έκθεση η Επιτροπή κατάφερε να διασφαλίσει τη βιωσιμότητα μόνο των έργων υποδομής, όπως τα σχολεία και τα νοσοκομεία, αλλά όχι της κοινωνικοοικονομικής στήριξης, ενώ τα εμβληματικά της έργα για την εκπαίδευση και την υγεία δεν είναι βέβαιο ότι θα συνεχιστούν χωρίς τη στήριξη της ΕΕ.
Επίσης γίνεται αναφορά και στις δυσκολίες της δράσης των διεθνών ΜΚΟ λέγοντας πως η Κομισιόν προσπάθησε να βελτιώσει το περιβάλλον λειτουργίας των διεθνών ΜΚΟ, αλλά η έλλειψη πολιτικής βούλησης των εθνικών αρχών υπονόμευσε την όποια προσπάθεια.