Δεκαοκτώ χρόνια μετά την έναρξη του πολέμου της Ουάσιγκτον και των συμμάχους της του ΝΑΤΟ εναντίον των Ταλιμπάν και της Αλ-Κάϊντα στο Αφγανιστάν, επιτέλους η γλώσσα της λογικής άρχισε να πρυτανεύει για το επόμενο βήμα.
Ο πόλεμος αυτός, όπου η Ουάσιγκτον χρησιμοποίησε περισσότερους από 100.000 στρατιώτες υποστηριζόμενους από χιλιάδες νατοϊκών στρατευμάτων, κόστισε περισσότερα 2 τρις δολάρια, εκατοντάδες νεκρούς για τους συμμάχους, με δεκάδες χιλιάδες αεροπορικές επιδρομές, πυραύλους και βόμβες που ισοπέδωσαν πόλεις του Αφγανιστάν και οδήγησαν στο θάνατο σχεδόν 200.000 Αφγανούς, κυρίως αμάχους, αλλά και στη μετανάστευση περισσότερων από 1 εκατομμύριο σε γειτονικές χώρες όπως το Πακιστάν, το Ιράν και η Ινδία και περίπου 250.000 στην Ευρώπη. Τελικά, οι απευθείας διαπραγματεύσεις μεταξύ των εκπροσώπων των Ταλιμπάν και της Ουάσιγκτον ξεκίνησαν στην πρωτεύουσα του Κατάρ, Ντόχα, ως μια προσπάθεια να δοθεί ένα τέλος σε αυτό που ξεκίνησε ο Τζορτζ Γ. Μπους το 2001.
Στις 25 Νοεμβρίου του 2001, η Ουάσιγκτον ανακοίνωσε την ήττα των Ταλιμπάν και της Αλ-Κάϊντα στο Αφγανιστάν με τη διαβεβαίωση ότι η παρουσία των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ θα είναι περιορισμένη μέχρι το σχηματισμό μιας αφγανικής πολιτικής κυβέρνησης που θα ηγηθεί της χώρας και ενός αφγανικού στρατού ικανού να διατηρήσει την ασφάλεια, τη σταθερότητα και την ειρήνη στη χώρα. Το 2004, το Αφγανιστάν κατάφερε να πραγματοποιήσει προεδρικές εκλογές και το 2005 βουλευτικές εκλογές.
Παρ′ όλες τις προσπάθειες της Ουάσιγκτον να αποδείξει την επιτυχία της στρατιωτικής δράσης της μέσω των πλαστών εκλογών που δεν έφεραν στη χώρα κανένα είδος σταθερότητας, είτε οικονομικής, είτε πολιτικής, η κατάσταση χειροτέρευε συνεχώς. Με τον καιρό, οι Ταλιμπάν αναδιοργανώθηκαν και αποκατέστησαν την επιρροή τους στη χώρα. Η επιλογή της Ουάσιγκτον να βασιστεί σε Αφγανούς πολιτικούς που είχαν ζήσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους έξω από το αφγανικό περιβάλλον, δεν ενθάρρυνε την συντηρητική αφγανική κοινωνία να τους αποδεχθεί. Επιπλέον, η οικονομική δομή που εγκαθίδρυσε η Ουάσιγκτον στη χώρα ήταν απολύτως διεφθαρμένη. Έτσι, οι Ταλιμπάν απέκτησαν σταδιακά τον έλεγχο του αφγανικού εδάφους για να φτάσουν, στην αρχή του τρέχοντος έτους, να κατέχουν περισσότερο από το 60%, με τον έλεγχο της Ουάσιγκτον και των συμμάχων που υποστηρίζουν την κυβέρνηση του Αφγανιστάν να περιορίζεται στις κεντρικές πόλεις αντιμετωπίζοντας επιθέσεις σε καθημερινή βάση.
Σε ένα προηγούμενο άρθρο μου μίλησα ορθολογικά για την αναπόφευκτη εξέλιξη στο Αφγανιστάν μετά από μελέτη του αφγανικού πολέμου που έζησαν οι Σοβιετικοί, ο οποίος ήταν ένας από τους πιο σημαντικούς λόγους για την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης. Σε αυτό το άρθρο μίλησα για την αυξανόμενη ρωσική επιρροή στο εσωτερικό των Ταλιμπάν που έχει στόχο να τραβήξει το χαλί της Ουάσιγκτον, όπως έκανε η Ουάσιγκτον μέσω της στήριξης που παρείχε στους Αφγανούς μαχητές εναντίον του Σοβιέτ. Ήδη είχε πραγματοποιηθεί στη Μόσχα μια ειδική διάσκεψη στην οποία κλήθηκαν εκπρόσωποι των Ταλιμπάν και της κυβέρνησης του Αφγανιστάν. Το άρθρο μου κλείνει με ένα σαφές μήνυμα προς την Ουάσιγκτον και τους συμμάχους του ΝΑΤΟ ότι έχει έρθει η ώρα να ξεπεράσουν τον ναρκισισμό και την ματαιοδοξία τους και να χαράξουν το μονοπάτι μιας διπλωματικής πορείας απευθείας με τους Ταλιμπάν για να αποφύγουν την αναπόφευκτη ήττα της Ουάσιγκτον και να σταματήσουν την οικονομική αιμορραγία και τις στρατιωτικές απώλειες στο Αφγανιστάν. Πράγματι, κατά τη διάρκεια της περασμένης εβδομάδας οι πρώτες άμεσες διαπραγματεύσεις μεταξύ των Ταλιμπάν και της Ουάσιγκτον άρχισαν.
Παρά τις διαψεύσεις από την Ουάσιγκτον και τις διαρροές των Ταλιμπάν που δημοσίευσε το πρακτορείο ειδήσεων Reuters για την έκβαση αυτών των διαπραγματεύσεων, είναι σίγουρο ότι υπάρχει θετική εξέλιξη στην αφγανική κρίση. Πηγή μου στο Αφγανιστάν με διαβεβαίωσε ότι οι όροι που τέθηκαν από τους Ταλιμπάν ήταν σαφείς όσον αφορά στον καθορισμό συγκεκριμένου χρονικού ορίου για την αποχώρηση όλων των αμερικανικών στρατευμάτων και των συμμαχικών δυνάμεων του ΝΑΤΟ από το αφγανικό έδαφος ως προϋπόθεση για την επίτευξη οποιασδήποτε λύσης που θα τερματίσει τη σύγκρουση.
Οι ΗΠΑ ανταποκρίθηκαν θετικά σε αυτόν τον όρο και τόνισαν την πρόθεσή τους να αποσύρουν ένα μεγάλο μέρος των δυνάμεών τους από το έδαφος του Αφγανιστάν κατά το διάστημα των επόμενων μηνών. Από την άλλη πλευρά, η Ουάσιγκτον έθεσε ως όρο να σταματήσουν οι Ταλιμπάν όλες τις επιθέσεις εναντίον του στρατού του Αφγανιστάν και των δυτικών δυνάμεων που τον υποστηρίζουν μετά την υπογραφή οποιασδήποτε συμφωνίας. Επίσης, οι Ταλιμπάν θα δεσμευθούν να αποτρέψουν την παρουσία ή τον σχηματισμό οποιασδήποτε τζιχαντιστικής ομάδας που ενδεχομένως να πραγματοποιήσει επιθέσεις εναντίον της Δύσης. Από την πλευρά τους οι Ταλιμπάν επιβεβαίωσαν ότι δεν πρόκειται να σταματήσουν τις στρατιωτικές επιχειρήσεις τους μέχρι να φύγει και ο τελευταίος δυτικός στρατιώτης από το έδαφος του Αφγανιστάν. Μετά το πέρας της συνάντησης, οι δύο πλευρές υποσχέθηκαν να ξανασυναντηθούν σε μια νέα σύνοδο που θα προγραμματισθεί τις επόμενες ημέρες ή εβδομάδες.
Είναι παράδοξο κατά την άποψή μου ότι ο πρώην Πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα που εκπροσωπεί το Δημοκρατικό Κόμμα και υποσχέθηκε να τερματίσει την στρατηγική στρατιωτικών επεμβάσεων για την επίλυση διεθνών συγκρούσεων ακολουθώντας την θεωρία της ήπιας ισχύος, απέρριψε οποιαδήποτε πολιτική λύση με τους Ταλιμπάν και μάλιστα αύξησε τα στρατεύματα στη χώρα. Από την άλλη, ο Τραμπ, εκπρόσωπος του Ρεπουμπλικανικού κόμματος που βλέπει τον πόλεμο ως μοναδική στρατηγική, πήρε την απόφαση να αποσυρθεί από τη Συρία και να αρχίσει πολιτικές διαπραγματεύσεις με τους Ταλιμπάν για να τερματιστεί ο αφγανικός πόλεμος. Το μόνο σίγουρο είναι ότι τώρα το Αφγανιστάν είναι προ των πυλών μιας πολιτικής λύσης που θα αποκαταστήσει την ελπίδα για τον αφγανικό λαό. Όμως, η Ουάσιγκτον προετοιμάζεται για τον επόμενο πόλεμο.