Στο άκουσμα της λέξης μονομάχος, τα πρώτα πράγματα που έρχονται στο μυαλό είναι η αρχαία Ρώμη, το Κολοσσαίο και ίσως η ομώνυμη ταινία του Ρίντλεϊ Σκοτ. Το θέαμα δύο ανδρών εξάλλου που μάχονται μέχρι θανάτου στην άμμο της αρένας, είναι κάτι που προκαλούσε ανέκαθεν έντονα συναισθήματα.
Οι πιο γνωστοί μονομάχοι υπήρξαν αναμφισβήτητα εκείνοι που ηγήθηκαν της μεγάλης εξέγερσης των σκλάβων, το 73-71 π.Χ, όπως ο θρυλικός Σπάρτακος, ο Κρίξος, ο Γάννικος κ.α.
Οι μορφές αυτές όμως έμειναν στην ιστορία για την επαναστατική δράση τους και τις στρατηγικές τους ικανότητες. Έχουν σωθεί άραγε ονόματα μονομάχων που έγιναν γνωστοί για τα κατορθώματά τους στην αρένα; Κι αν ναι, ποια ήταν αυτά τα κατορθώματα;
Οι μονομάχοι της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας αποτελούνταν, στην συντριπτική τους πλειοψηφία, από κατάδικους και δούλους. Ό μόνος τρόπος για να αποκτήσουν την ελευθερία τους ήταν να κερδίσουν το λεγόμενο rudis. Το έπαθλο αυτό επρόκειτο για ένα ξύλινο σπαθί, το οποίο δινόταν σε όποιον μονομάχο κατάφερνε να διακριθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα στην αρένα. Ο κάτοχος του rudis αναγνωριζόταν ως ελεύθερος πολίτης και μπορούσε να συνεχίσει την ζωή του όπως ήθελε. Έτσι, το ξύλινο σπαθί ήταν το μεγάλο όνειρο κάθε μονομάχου ή σχεδόν κάθε μονομάχου.
Ο Φλάμμα, ένας Σύρος πρωταθλητής της αρένας, αποτέλεσε την εξαίρεση του κανόνα και αρνήθηκε το rudis όχι μία, όχι δύο αλλά τέσσερις φορές! Για τα κίνητρα αυτής της εμμονής του μόνο εικασίες μπορεί να γίνουν. Ίσως ο Φλάμμα να είχε εθιστεί στον κίνδυνο και την δόξα της αρένας. Όπως και να’ χε όμως, κάθε φορά που του προσέφεραν την ελευθερία του, ο Σύρος πρωταθλητής επέλεγε να συνεχίσει να μάχεται, ρισκάροντας την ζωή και την σωματική του ακεραιότητα. Ο Φλάμμα, φονεύθηκε τελικά στην αρένα, σε ηλικία 30 ετών, έχοντας λάβει μέρος σε συνολικά 34 μονομαχίες. Από αυτές, οι 21 ήταν νίκες, οι 9 ισοπαλίες οι 3 ήττες, όπου όμως το κοινό του χάρισε την ζωή, και η μία ήταν η μοιραία για εκείνον αναμέτρηση.
Ο Μάρκος Αττίλιος ήταν ένας πρωτάρης μονομάχος, στην αρχή της καριέρας του. Για κακή του τύχη, στον πρώτο του αγώνα έπρεπε να αντιμετωπίσει τον Ιλαρό, έναν έμπειρο πρωταθλητή, ευνοούμενο του αυτοκράτορα Νέρωνα. Ο βετεράνος αυτός μετρούσε ήδη 13 νίκες και πρόβαλλε ως το αδιαφιλονίκητο φαβορί της αναμέτρησης. Παρόλα αυτά, ο Μάρκος Αττίλιος κατάφερε να ανατρέψει τα προγνωστικά και να νικήσει τον πρωταθλητή Ιλαρό, στον οποίο όμως οι θεατές χάρισαν την ζωή.
Ο δεύτερος αγώνας του νεαρού πρωτάρη ήταν πάλι εναντίον ενός βετεράνου. Αυτήν τη φορά, ο Μάρκος Αττίλιος αντιμετώπισε τον Λεύκιο Ραίκιο Φέλιξ, ο οποίος είχε αναδειχθεί νικητής σε 12 μονομαχίες στη σειρά. Εντούτοις, προς έκπληξη όλων, ο βετεράνος ηττήθηκε πανηγυρικά, ακολουθώντας τη μοίρα του Ιλαρού. Ο Μάρκος Αττίλιος επιβεβαίωσε έτσι ότι ήταν ένας επιδέξιος και ικανός μονομάχος και όχι απλώς ένας τυχερός πρωτάρης. Η συνέχεια της καριέρας του όμως παραμένει εντελώς άγνωστη, παρά το ομολογουμένως εντυπωσιακό ξεκίνημά της.
Ο Καρποφόρος, ήταν ένας bestiarius, δηλαδή ένας μονομάχος που ειδικευόταν στο να αντιμετωπίζει άγρια θηρία στην αρένα. Κατά την διάρκεια των αγώνων για τα εγκαίνια του Κολοσσαίου, το 80 μ.Χ, αντιμετώπισε ταυτόχρονα έναν αγριόχοιρο, μια αρκούδα, ένα λιοντάρι και μια λεοπάρδαλη, καταφέρνοντας να φονεύσει και τα τέσσερα ζώα. Σε μια άλλη αναμέτρησή του, ο Καρποφόρος πλήγωσε θανάσιμα έναν ρινόκερο, όντας οπλισμένος μόνο με ένα δόρυ. Το προσωπικό του ρεκόρ βέβαια σημειώθηκε όταν μέσα σε μία μέρα, αντιμετώπισε και σκότωσε 20 διαφορετικά θηρία. Δεν υπάρχουν άλλες πληροφορίες για την ζωή του Καρποφόρου, αλλά συνήθως ένας bestiarius είχε πολύ μικρότερο προσδόκιμο ζωής από ό,τι ένας μέσος μονομάχος.
Ο Πρίσκος και ο Βέρος, ήταν δυο πρωταθλητές της αρένας, εξαιρετικά δημοφιλείς στο κοινό της Ρώμης. Ο καθένας τους μετρούσε πολλές νίκες και κανείς άλλος μονομάχος δεν θεωρείτο ισάξιός τους. Η μεταξύ τους αναμέτρηση, στους αγώνες για τα εγκαίνια του Κολοσσαίου, ήταν κάτι σαν το ντέρμπι της διοργάνωσης. Οι δύο πρωταθλητές όρμησαν ο ένας εναντίον του άλλου και μάχονταν για πολλή ώρα, χωρίς όμως να παίρνει κάποιος το πλεονέκτημα. Το κοινό είχε συγκινηθεί από αυτήν την αμφίρροπη και αιματηρή αναμέτρηση και παρακαλούσε τον αυτοκράτορα Τίτο, ο οποίος βρισκόταν στο θεωρείο του Κολοσσαίου, να διακόψει τον αγώνα. Εκείνος όμως παρέμενε πιστός στον κανονισμό, που προέβλεπε ότι οι μονομαχίες σταματούσαν μόνο όταν ο ένας από τους δύο αντιπάλους ύψωνε το χέρι του, δηλώνοντας ότι παραιτείται. Έτσι, ο Πρίσκος και ο Βέρος συνέχιζαν να αγωνίζονται με αμείωτη ένταση, όταν ξαφνικά συνέβη κάτι αναπάντεχο. Οι δύο μονομάχοι ύψωσαν ταυτόχρονα το χέρι τους, αναγνωρίζοντας ο ένας την ανωτερότητα του άλλου και εγκαταλείποντας τον αγώνα. Ο αυτοκράτορας, εντυπωσιασμένος, ανακήρυξε νικητές και τους δύο και τους απένειμε το πολυπόθητο rudis, χαρίζοντάς τους έτσι την ελευθερία τους.
Οι περιπτώσεις γυναικών που αγωνίζονταν στην αρένα ως μονομάχοι σπανίζουν αλλά υπάρχουν. Μία τέτοια αναμέτρηση, ανάμεσα σε δύο νεαρές κοπέλες, προξένησε τόσο μεγάλη εντύπωση ώστε απαθανατίστηκε σε ανάγλυφη στήλη, η οποία βρέθηκε στην Αλικαρνασσό. Το εύρημα αυτό απεικονίζει τις δύο γυναίκες, την Αμαζόνια και την Αχίλλεια, να μάχονται, κρατώντας κοντό σπαθί και παραλληλόγραμμη ασπίδα. Τα ονόματά τους, τα οποία ήταν τα ψευδώνυμα που χρησιμοποιούσαν στην αρένα, ίσως φανερώνουν ότι η αναμέτρησή τους αποτελούσε μια αναπαράσταση της μυθικής μονομαχίας μεταξύ του Αχιλλέα και της Πενθεσίλειας, βασίλισσας των Αμαζόνων. Ο αγώνας αυτός είχε διεξαχθεί κατά τον 2ο αιώνα μ.Χ και είχε λήξει με ισοπαλία. Στην επιγραφή αναγράφεται η αρχαία ελληνική λέξη ”ΑΠΕΛΥΘΗΣΑΝ” που μας αφήνει να καταλάβουμε ότι οι δύο γυναίκες κέρδισαν την ελευθερία τους. Ωστόσο μετέπειτα μοίρα των δύο γυναικών παραμένει άγνωστη.