Εναλλακτικοί τίτλοι για το άρθρο θα μπορούσαν να είναι “πως η ανάπτυξη συνυπάρχει με την ακραία ένδεια”, “Όταν ο τρίτος κόσμος ντύνει την Ευρώπη” ή κάτι που θα τονίζει τον άτυπο ανταγωνισμό της φτώχειας, για το ποια από τις φτωχότερες χώρες θα διατηρήσει τους χαμηλότερους μισθούς ώστε να δελεάσει τις πολυεθνικές που καιροφυλακτούν για ...επενδυτικές ευκαιρίες.
Την ευκαιρία στην Αιθιοπία διαπίστωσε εγκαίρως το Πεκίνο με συνέπεια πολλοί αναλυτές να βλέπουν στην Αφρικανική αυτή χώρα την “Κίνα” της Αφρικής1. Είναι οι ακραίοι ρυθμοί ανάπτυξης; Είναι η προσέλκυση ξένων επενδύσεων; είναι οι εξαγωγές, είναι η στενή συνεργασία με την ίδια την Κίνα; είναι η ανάπτυξη των οικονομικών δεικτών που πατάει στην άγρια εκμετάλλευση των ντόπιων εργαζόμενων; Είναι όλα αυτά και πολλά ακόμη.
Ας δούμε αρχικά την ταυτότητα της Αιθιοπίας: Πρόκειται για την πρώτη ανεξάρτητη αφρικανική χώρα, με εκτενές ιστορικό υπόβαθρο, πρωτεύουσα την Αντίς Αμπέμπα, γεωγραφικά περίκλειστη - χωρίς πρόσβαση στη θάλασσα, που με 105 εκ πληθυσμό, αποτελεί το δεύτερο πιο πυκνοκατοικημένο κράτος της Αφρικής. Η οικονομία βασίζεται κυρίως στη γεωργία ενώ δεν υπάρχει επίσημος ελάχιστος μισθός στον ιδιωτικό τομέα. Το σύστημα διακυβέρνησης συνίσταται σε ένα ιδιότυπο, εθνοτικό φεντεραλισμό, που θεωρητικά εξασφαλίζει εκπροσώπηση στις διάφορες εθνότητες της χώρας.
Τον Απρίλιο του 2018 έπειτα από ένα ταραχώδες διάστημα στην πολιτική σκηνή της χώρας, εκλέγεται ως πρωθυπουργός ο Abiy Ahmed, ο οποίος αποδεικνύεται ιδιαίτερα δραστήριος στις μεταρρυθμίσεις που στοχεύουν στην προσέλκυση ξένων επενδύσεων, απελευθερώνει πολιτικούς κρατούμενους, ενισχύει την ελευθερία των ΜΜΕ και κάνει τις πρώτες κινήσεις για την ισότητα των φύλων με την επιλογή γυναικών σε κυβερνητικές θέσεις.
Στην οικονομία, το ΔΝΤ είχε προβλέψει για το 2018 ανάπτυξη 8.5% στην Αιθιοπία, που εφόσον επαληθευόταν, θα ήταν η πιο αναπτυσσόμενη υποσαχάρια χώρα, αποτελώντας συγχρόνως ένα από τα υψηλότερα ποσοστά ανάπτυξης παγκοσμίως. Τελικά το 2018 έκλεισε με 7.7 που συνιστά ένα υψηλότατο ρυθμό ανάπτυξης, ειδικά αν συγκριθεί με το 2.9 των ΗΠΑ, το 2.4 της Ευρώπης και 3% του μέσου όρου διεθνώς2.
Στις θετικές συνέπειες της οικονομικής μεγέθυνσης καταγράφεται ένας βαθμός μείωσης της φτώχειας και βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου των κατοίκων. Οι μεγάλες επενδύσεις στις υποδομές της χώρας έχουν επιφέρει σημαντική πρόοδο σε βασικά δημόσια αγαθά, όπως η παιδεία και η υγεία. Ενδεικτικά, σε επίπεδο της κοινωνικής ευημερίας, δραστική είναι η μείωση της μητρικής θνησιμότητας από 1080 θανάτους ανά 100.000 γέννες το 1995, σε 353 το 2015 και ο περιορισμός του ποσοστού φτώχειας από 45% σε 23% για το ίδιο χρονικό διάστημα.
Που οφείλεται η ανάπτυξη;
Σε μεγάλο βαθμό ωθείται από τη βελτίωση της βιομηχανικής δραστηριότητας μέσω επενδύσεων στις υποδομές και την εκβιομηχάνιση. Για παράδειγμα, το Φράγμα της Μεγάλης Αιθιοπικής Αναγέννησης (GERD) στο Νείλο, που κατά τα άλλα συνιστά αιτία έντασης της χώρας με την Αίγυπτο και το Σουδάν, όταν ολοκληρωθεί θα αποτελεί το μεγαλύτερο υδροηλεκτρικό φράγμα της Αφρικής. Σημαντικό έργο υποδομής είναι και το πρωτοποριακό για την περιοχή, αστικό σιδηροδρομικό δίκτυο που κατασκευάστηκε στην πρωτεύουσα με κινέζικα κεφάλαια και τεχνογνωσία.
Καταλύτες για την ανάπτυξη αποτελούν επίσης:
οι ξένες επενδύσεις με επίκεντρο τη δημιουργία νέων βιομηχανικών πάρκων και τις ιδιωτικοποιήσεις υφιστάμενων κρατικών επιχειρήσεων,
η μεγάλη ζήτηση για πρώτες ύλες σε συνδυασμό με τις υψηλές τιμές τους που ευνόησαν συνολικά την Αφρική,
και τα πολύ φθηνά εργατικά χέρια, που αν και πατάει στην εκμετάλλευση των ντόπιων εργαζομένων, στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία αποτελεί ως γνωστόν μεγάλο δέλεαρ για τις πολυεθνικές.
Και στους τρεις παράγοντες, κοινός παρονομαστής είναι η Κίνα. Καταρχήν το Πεκίνο είχε τεράστια ζήτηση σε πρώτες ύλες για τη δική του βιομηχανία, με την Αιθιοπία και την Αφρική γενικότερα να αποτελούν βασική πηγή. Ενδεικτικά, ο όγκος του σινο-αφρικάνικου εμπορίου το 1980 ήταν μετά βίας 1 δισ. δολάρια, το 2000 έφτασε τα 10 δισ. ενώ σήμερα αγγίζει περίπου τα 200 δισ. Η Κίνα δεν αποτελεί μόνο το μεγαλύτερο εμπορικό συνέταιρο για την Αιθιοπία αλλά και το μεγαλύτερο ξένο επενδυτή. Πέρα από τις πρώτες ύλες τις υποδομές και την ενέργεια, οι κινεζικές επενδύσεις προσανατολίζονται τελευταία στη δημιουργία νέων εργοστασίων (όχι εξαγορά υφιστάμενων), που θα εξασφαλίζει στις κινεζικές εταιρείες ακόμα φθηνότερο μισθολογικό κόστος. Έτσι λοιπόν η Αιθιοπία εκτός από “Κίνα της Αφρικής” μετατρέπεται σταδιακά σε “Κίνα της Κίνας”. Αυτό δηλαδή που αναζητούσαν οι Δυτικές βιομηχανίες με τη μεταφορά των μονάδων παραγωγής τους στην Κίνα, το ίδιο κάνει τώρα με τη σειρά του και το Πεκίνο με την Αιθιοπία.
Η “αμαρτωλή” βιομηχανία ένδυσης
Η Αιθιοπία έχει θέσει ως στρατηγικό στόχο να γίνει ο μεγαλύτερος κατασκευαστικός κόμβος της Αφρικής και να αποδεσμεύσει την οικονομία της από την ομηρια των καιρικών μεταβολών που ρημάζουν την αγροτική παραγωγή και φέρνουν πείνα και φτώχεια στον πληθυσμό. Κεντρική θέση στη στρατηγική αυτή κατέχει η ταχέως αναπτυσσόμενη βιομηχανία ένδυσης, που βασίζεται στις εξωτερικές επενδύσεις. Από 166 εκ. δολάρια που ήταν οι ξένες επενδύσεις το 2013, το 2017 εκτοξεύτηκαν στο 1,3 τρις.
Για να το πετύχει αυτό και να ανταγωνιστεί άλλες φτωχές χώρες, όπως το Μπαγκλαντές και το Βιετνάμ, που διατηρούν σημαντικό μερίδιο στον τομέα της υφαντουργίας, απαιτούνται ...θυσίες. Στο πλαίσιο αυτό, η κυβέρνηση πουλάει σε ξένους επενδυτές την προθυμία των Αιθιόπων να εργαστούν ακόμη και για εξευτελιστικούς μισθούς.
Εκτός λοιπόν από νομικές διευκολύνσεις, έργα υποδομής, χαμηλη φορολογία και φθηνά δάνεια, το βασικό εργαλείο προσέλκυσης των πολυεθνικών είναι το προκλητικά χαμηλό εργατικό κόστος. Προϊόντα διάσημων brand, οπως η H & M και η Calvin Klein, παράγονται από εργάτες στην Αιθιοπία που δουλεύουν για 26 δολάρια το μήνα, αποτελώντας τους χαμηλότερα αμειβόμενους παγκοσμίως.
Τα στοιχεία προκύπτουν από την έκθεση του Κέντρου για τις Επιχειρήσεις και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα του Πανεπιστημίου Stern της Νέας Υόρκης3, η οποία καταγράφει μισθούς 95 δολαρίων το μήνα για τους εργάτες στη βιομηχανία ενδυσης στο Μπαγκλαντές, 207 στην Κένυα και 326 στην Κίνα. Η έκθεση, έχει τίτλο «Made in Ethiopia: Προκλήσεις στα νέα σύνορα της βιομηχανίας ένδυσης»
Η έρευνα έλαβε χώρα στο βιομηχανικό πάρκο Hawassa, την κορωνίδα της παραγωγής ενδυσης της Αιθιοπίας, που εγκαινιάστηκε μόλις το 2014 από την κυβέρνηση. Προμηθευτές από την Ινδία, την Κίνα και τη Σρι Λάνκα λειτουργούν τα δικά τους εργοστάσια στο συγκεκριμένο πάρκο, όπου απασχολούνται 25.000 εργάτες, με τον αριθμό να αναμένεται να διπλασιαστεί τα επόμενα χρόνια. Στο χώρο αυτό, οι καταγγελίες για τις συνθήκες εργασίας είναι συχνές ενώ αποτελεί τακτική για τα εργοστάσια να αντικαθιστούν όλους τους εργαζομένους ανά 12 μήνες4.
Η πρόσβαση στη θάλασσα
Αποκλεισμένη γεωγραφικά από τη θάλασσα, η Αιθιοπία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τους γείτονες της και συγκεκριμένα το Τζιμπουτί και την Ερυθραία. Η σύνδεση της Αιθιοπίας με τους θαλάσσιους δρόμους μέχρι το 2017 γινόταν μέσω ενός απαρχαιωμένου οδικού άξονα, που κατέληγε στο λιμάνι του Τζιμπουτί. Το 2018 εγκαινιάστηκε το 700 χλμ. σιδηροδρομικό δίκτυο Αντίς Αμπέμπα-Τζιμπουτί, όπου καταλήγει το 95% του Αιθιοπικού εμπορίου, μειώνοντας έτσι το χρόνο και το κόστος μεταφοράς των εμπορευμάτων στις διεθνείς αγορές.
Αν η καλή γειτονία με το Τζιμπουτί είναι δεδομένη, δε συμβαίνει το ίδιο και με την Ερυθραία, με την οποία η Αιθιοπία έχει διαχρονικά τεταμένες σχέσεις εξαιτίας του τριανταετούς πολέμου (1961-1991), και των συνεπαγόμενων εδαφικών διαφορών που υφίστανται μέχρι σήμερα. Παρόλα αυτά από το 2018 οι δύο χώρες καταβάλουν συστηματική προσπάθεια εξομάλυνσης των διμερών σχέσεων, συμφώνησαν στην παύση της διασυνοριακής διένεξης, άνοιξαν ξανά τα σύνορα τους, εξελίξεις που αναμφίβολα δημιουργούν αμοιβαία επωφελείς προοπτικές. Η εξαγωγική ανάπτυξη της Αιθιοπίας μπορεί να ωφελήσει την Ερυθραία ενώ και η Αντίς Αμπέμπα έχει ανάγκη την πρόσβαση στις θαλάσσιες οδούς που προσφέρει η Ερυθραία.
Η πραγματικότητα πίσω από τους οικονομικούς δείκτες
Η προσπάθεια βέβαια της Αιθιοπίας να στραφεί από τη γεωργία στη βιομηχανία μαζί με ορισμένες μεταρρυθμίσεις δεν πέρασαν χωρίς κοινωνικές αντιδράσεις. Για παράδειγμα, ένα πλάνο αστικής αναμόρφωσης της πρωτεύουσας, που περιθωριοποιούσε φτωχές κοινωνικές ομάδες, καταπατούσε περιουσίες και πολιτικά δικαιώματα προκάλεσε κύμα διαδηλώσεων. Επίσης η κατασκευή του κολοσιαίου φράγματος στο Νείλο, έχει σταματήσει τις ετήσιες φυσικές πλημμύρες στις οποίες βασίζονταν για αιώνες οι τοπικές αγροτικές καλλιέργειες, αφήνοντας στην ένδεια τις κοινότητες της κοιλάδας.
Τα σοβαρότερα όμως προβλήματα τα τελευταία χρόνια προκλήθηκαν από την ξηρασία - συχνό φαινόμενο για την Αιθιοπία - που έχει “παραλύσει” ορισμένα τμήματα της χώρας. Σύμφωνα με τη φιλανθρωπική USAid5, το 2016 η Αιθιοπία βίωσε τη χειρότερη ξηρασία των τελευταίων 50 ετών, που είχε σαν αποτέλεσμα 10 εκ. άνθρωποι να τεθούν σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης για σίτιση και ιατρική περίθαλψη. Το 2017 μέχρι το ’18, η έλλειψη βροχόπτωσης συνεχίστηκε, εντείνοντας την ξηρασία και την ανθρωπιστική κρίση.
Οι αναφορές των φιλανθρωπικών ΜΚΟ που δρουν στην Αιθιοπία είναι πλούσιες. Πέρα από την ξηρασία σοβαρό πρόβλημα αποτελούν οι εθνοτικές και οι διαφυλετικές συρράξεις, (π.χ. στην περιοχή Oromiya στα σύνορα με τη Σομαλία) που τα τελευταία 3 χρόνια είναι η αιτία εκτοπισμού και εξαθλίωσης περίπου τριών εκ. Ανθρώπων. Τέλος, ο ανταγωνισμός των αντιμαχόμενων εθνοτήτων αγγίζει και το πολιτικό σύστημα, με την κάθε εθνότητα όταν εξασφαλίζει μεγαλύτερη πολιτική επιρροή να προωθεί τα δικά της πρόσωπα σε θέσεις εξουσίας.
Θωμάς Ρούτσης
1 Deborah Brautigam, συγγραφέας του «The Dragon’s Gift: The Real Story of China in Africa»
3 Η έκθεση, έχει τίτλο «Made in Ethiopia: Προκλήσεις στα νέα σύνορα της βιομηχανίας ένδυσης»
4 Πηγή: Telesur