Μια διεθνής ομάδα ερευνητών συμμετέχει σε νέα ωκεανογραφική αποστολή στο Αιγαίο με στόχο να εξερευνήσει τα υποθαλάσσια ηφαιστειακά κέντρα της Σαντορίνης και το υποθαλάσσιο ρήγμα της Αμοργού, να κατανοήσει τις γεωλογικές διεργασίες που μπορούν να προκαλέσουν κατολισθήσεις, ηφαιστειακές εκρήξεις και τσουνάμι, αλλά και να αναπτύξει συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης για την ενίσχυση της ασφάλειας των παράκτιων περιοχών.
Επικεφαλής της ωκεανογραφικής αποστολής MSM132 είναι το Κέντρο Ωκεάνιων Ερευνών GEOMAR Helmholtz του Κιέλου στη Γερμανία, ενώ συνεργάζεται και το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Οι ερευνητές, που βρίσκονται εν πλω στο γερμανικό ερευνητικό σκάφος «MARIA S. MERIAN», θα δώσουν ιδιαίτερη έμφαση στο υποθαλάσσιο ενεργό ηφαίστειο του Κολούμπου, το οποίο έχει εκραγεί το 1650 έπειτα από ένα χρόνο έντονης σεισμικότητας.
Τέσσερα είναι τα κεντρικά ερωτήματα στα οποία θα επικεντρώσουν τις έρευνές τους οι επιστήμονες. Μπορούν οι σεισμοί να προκαλέσουν κατολισθήσεις; Οι ερευνητές χρησιμοποιούν βαθυμετρικούς χάρτες υψηλής ανάλυσης και σεισμικές μετρήσεις για να εκτιμήσουν αν οι τεκτονικές κινήσεις θα μπορούσαν να αποσταθεροποιήσουν τις πλαγιές του υποθαλάσσιου ηφαιστείου του Κολούμπου προκαλώντας την κατάρρευσή τους.
Πώς επηρεάζει η ηφαιστειακή δραστηριότητα τη σταθερότητα του ηφαιστείου;
Η διεθνής επιστημονική ομάδα χαρτογραφεί την έντονη υδροθερμική δραστηριότητα εντός του κρατήρα του Κολούμπου, όπου καυτό νερό και αέρια αλλοιώνουν τα πετρώματα. Στόχος είναι να εντοπιστούν αδύναμα σημεία στην ηφαιστειακή δομή που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε πιθανούς γεωκινδύνους.
Ποια είναι η σχέση μεταξύ των σεισμών και των ηφαιστειακών εκρήξεων;
Οι δισδιάστατες και τρισδιάστατες σεισμικές απεικονίσεις θα διερευνήσουν τον τρόπο με τον οποίο τα ρήγματα και οι ηφαιστειακές διεργασίες αλληλοεπηρεάζονται και αυτό αποτελεί έναν κρίσιμο παράγοντα για την κατανόηση των πιθανών ακραίων γεωλογικών φαινομένων.
Πώς μπορεί να ανιχνευθεί έγκαιρα η ηφαιστειακή δραστηριότητα;
Οι ερευνητές δοκιμάζουν ένα καινοτόμο σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης που χρησιμοποιεί αισθητήρες θαλάσσιου πυθμένα τελευταίας τεχνολογίας για τη συλλογή δεδομένων σε πραγματικό χρόνο σχετικά με τους σεισμούς, τις κινήσεις του εδάφους και τα ηφαιστειακά αέρια. Η τεχνολογία αυτή έχει σχεδιαστεί για να επιτρέψει την αξιόπιστη παρακολούθηση των υποθαλάσσιων ηφαιστείων.
«Η πολυετής συνεργασία της επιστημονικής ομάδας του Πανεπιστημίου της Αθήνας στη θαλάσσια έρευνα με τα γερμανικά ινστιτούτα στο ηφαιστειακό πεδίο της Σαντορίνης οδήγησε στην επιτυχή έγκριση ενός φιλόδοξου ερευνητικού προγράμματος για την κατανόηση και την παρακολούθηση ακραίων θαλάσσιων γεωκινδύνων με στόχο την έγκαιρη προειδοποίηση των κατοίκων», περιγράφει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η καθηγήτρια Γεωλογικής Ωκεανογραφίας του Τμήματος Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Παρασκευή Νομικού, η οποία συμμετέχει στην ωκεανογραφική αποστολή και μελετά το υποθαλάσσιο ηφαίστειο του Κολούμπου από το 2001.
Όπως εξηγεί η ίδια, κατά τη διάρκεια της ωκεανογραφικής αποστολής θα εγκατασταθούν σύγχρονοι υποθαλάσσιοι σεισμογράφοι, οι οποίοι είναι εξοπλισμένοι με ειδικούς σένσορες για να μετράνε τη σεισμικότητα του χώρου, τις μετακινήσεις του εδάφους αλλά και τις φυσικοχημικές παραμέτρους του νερού. Επίσης, θα πραγματοποιηθεί τρισδιάστατη και δισδιάστατη σεισμική απεικόνιση του υποθαλάσσιου ρήγματος της Αμοργού που ενεργοποιήθηκε το 1956 και είχε καταστροφικές συνέπειες για τη Σαντορίνη, ενώ θα δημιουργηθεί και λεπτομερές φωτομωσαϊκό του ενεργού υδροθερμικού πεδίου του Κολούμπου με τη χρήση νέων καινοτόμων υποβρύχιων ρομπότ. «Τα αποτελέσματα της θαλάσσιας έρευνας θα συνδυαστούν με τις μετρήσεις του υποθαλάσσιου παρατηρητηρίου SANTORY, στο οποίο ηγείται το ΕΚΠΑ», προσθέτει η κ. Νομικού.
Σχετικά με την επιλογή της περιοχής για τη διεξαγωγή της αποστολής MSM132, ο επικεφαλής επιστήμονας, καθηγητής Κρίστιαν Μπερντ (Christian Berndt), ο οποίος είναι επικεφαλής της Ερευνητικής Μονάδας Θαλάσσιας Γεωδυναμικής του Κέντρου Ωκεάνιας Έρευνας GEOMAR Helmholtz του Κιέλου, σημειώνει σε σχετική ανακοίνωση ότι «η περιοχή έχει ιστορικό πολυάριθμων ηφαιστειακών εκρήξεων, ορισμένες από τις οποίες ήταν ιδιαίτερα εκρηκτικές στο παρελθόν».
Η ωκεανογραφική αποστολή MSM132 είναι η πρώτη από τις τρεις προγραμματισμένες ωκεανογραφικές αποστολές που θα γίνουν στο πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος «MULTI-MAREX», το οποίο μελετά τα θαλάσσια ακραία φαινόμενα και τους φυσικούς κινδύνους στην περιοχή της Μεσογείου. Υπό την καθοδήγηση της καθηγήτριας Dr Heidrun Kopp, 50 ερευνητές από διάφορους κλάδους συνεργάζονται για τη μείωση των κινδύνων από θαλάσσιους γεωκινδύνους, όπως σεισμοί, ηφαιστειακές εκρήξεις και τσουνάμι. Το «MULTI-MAREX» συνδυάζει καινοτόμες τεχνολογίες, όπως συστήματα παρακολούθησης βασισμένα σε τεχνητή νοημοσύνη και εργαλεία υποβρύχιας επικοινωνίας, με την κοινωνική συνεργασία σε τοπικό επίπεδο. Στόχος είναι η βελτίωση της πρόβλεψης κινδύνου, η ενίσχυση των συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης και η ανάπτυξη ισχυρών μέτρων προστασίας από κοινού με τις αρχές και τις τοπικές κοινότητες.
Το έργο αυτό είναι ένα από τα τέσσερα έργα της τρίτης ερευνητικής αποστολής της γερμανικής ερευνητικής συμμαχίας «mareXtreme- Pathways to Improved Risk Management for Marine Extreme Events and Natural Hazards», η οποία χρηματοδοτείται από το Ομοσπονδιακό Υπουργείο Παιδείας και Έρευνας (BMBF) και τα πέντε βόρεια γερμανικά κρατίδια.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ