Την ώρα που οι τιμές των σιτηρών, των φυτικών ελαίων, των γαλακτοκομικών και άλλων γεωργικών προϊόντων μειώνονται σταθερά στις παγκόσμια αγορά, μετά το ξέφρενο ράλι των προηγούμενων μηνών, οι τιμές των τροφίμων στα ράφια εξακολουθούν να βρίσκονται στα ύψη.
Μετά την ενέργεια, οι τιμές των τροφίμων είναι αυτές που διατηρούν τον πληθωρισμό σε υψηλά επίπεδα, προκαλώντας προβληματισμό σε κυβερνήσεις και νοικοκυριά, πολλά από τα οποία μειώνουν ακόμη και γεύματα για να ανταπεξέλθουν οικονομικά στις αυξήσεις.
Κι αν στην Κένυα, ένα πακέτο αλεύρι 2 κιλών κοστίζει διπλάσια από το ημερομίσθιο ενός εργαζόμενου, παρόμοια είναι η εικόνα και στα ράφια των σούπερ μάρκετ στην Ευρώπη, τις ΗΠΑ και την Ασία όπου οι τιμές των τροφίμων είχαν αυξηθεί ήδη πριν από πόλεμο στην Ουκρανία και παραμένουν στα ύψη.
Μετά την εισβολή της Ρωσίας το εμπόριο σιτηρών και λιπασμάτων διαταράχθηκε σε μεγάλο βαθμό εκτινάσσοντας τις τιμές ακόμη περισσότερο.
Γιατί όμως η ακρίβεια συνεχίζει να αδειάζει τους οικογενειακούς προυπολογισμούς όταν οι ελλείψεις σιτηρών και λιπασμάτων και η τροφοδοσία από τα λιμάνια της Μαύρης θάλασσας αποκαταστάθηκαν;
Οι τιμές στο χωράφι μειώθηκαν τον τελευταίο χρόνο
Σύμφωνα με έκθεση των Ηνωμένων Έθνών, οι τιμές των τροφίμων στο χωράφι μειώνονται σταθερά τους τελευταίους 12 μήνες, λόγω της ικανοποιητικής σοδειάς σε χώρες όπως η Βραζιλία και η Ρωσία αλλά και της συμφωνίας για την αποστολή Ουκρανικών σιτηρών από τη Μαύρη Θάλασσα.
Παράλληλα, ο δείκτης τιμών τροφίμων του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ είναι σήμερα χαμηλότερος από ό,τι ήταν όταν τα ρωσικά στρατεύματα εισέβαλλαν στην Ουκρανία.
Παρόλα αυτά, οι τιμές των τροφίμων παραμένουν παράλογα υψηλές με τους καταναλωτές να αναγκάζονται να τις πληρώνουν καθώς δεν έχουν άλλη επιλογή. Αυτό δημιουργεί έναν φαύλο κύκλο που αυξάνει δυσανάλογα τον πληθωρισμό από τις Ηνωμένες Πολιτείες έως την Ευρώπη και από την Αφρική έως την Ασία.
«Κι αυτό, γιατί οι αγορές τροφίμων είναι τόσο αλληλένδετες που σε όποιο σημείο του πλανήτη κι αν βρίσκεται κάποιος το αίσθημα της ακρίβειας είναι το ίδιο» εξηγεί ο Ιαν Μίτσελ, οικονομολόγος και συνδιευθυντής του προγράμματος Ευρώπης στο Κέντρο για την Παγκόσμια Ανάπτυξη, με έδρα το Λονδίνο.
Ο Τζόζεφ Γκλόμπερ, πρώην επικεφαλής οικονομολόγος στο Υπουργείο Γεωργίας των ΗΠΑ, υποστηρίζει ότι οι αυξημένες τιμές σε συγκεκριμένα γεωργικά προϊόντα, όπως πορτοκάλια, σιτάρι και κρέας δεν προβλέπεται να μειωθούν σύντομα.
Αυξήσεις σε ΗΠΑ, ΕΕ και Βρετανία
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι τιμές των τροφίμων αυξήθηκαν κατά 8,5% τον Μάρτιο του 2023 σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος. Σύμφωνα με τον Γκλόμπερ «το 75% του κόστους των τροφίμων δημιουργείται αφότου τα τρόφιμα φύγουν από το αγρόκτημα. Σε αυτό υπολογίζεται το ενεργειακό κόστος, τα έξοδα επεξεργασίας, μεταφοράς και το εργατικό κόστος.
Ολα αυτά τα αυξημένα έξοφα εκτινάσσουν τον πληθωρισμό σε κάθε γωνιά της γης, ο οποίος επιμένει παρά τα μέτρα που λαμβάνουν οι κυβερνήσεις και οι κεντρικές τράπεζες.
Στην Ευρωπαϊκή Ενωση οι τιμές των τροφίμων αυξήθηκαν κατά 19,5% τον Μάρτιο σε σύγκριση με ένα χρόνο νωρίτερα, ενώ στο Ηνωμένο Βασίλειο αυξήθηκαν κατά 19,2%, τη μεγαλύτερη αύξηση τροφίμων τα τελευταία 46 χρόνια. «Ο πληθωρισμός των τροφίμων, λέει ο Γκλόμπερ, «θα μειωθεί πολύ σιγά, ακριβώς γιατί όλοι αυτοί οι παράγοντες θα παραμείνουν υψηλοί για μεγάλο διάστημα».
Τα καρτέλ «τρώνε» τον ανταγωνισμό
Ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν ωστόσο, εντοπίζει έναν ακόμη παράγοντα ακρίβειας. Σε δηλώσεις του πριν από μερικές εβδομάδες υπογράμμισε πως τα τελευταία χρόνια παρατηρείται ένα κύμα συγχωνεύσεων στη βιομηχανία τροφίμων με αποτέλεσμα να έχει μειωθεί σημαντικά ο ανταγωνισμός.
Το 2022, ο Λευκός Οίκος επέκρινε τη δημιουργία «καρτέλ» καθώς στις ΗΠΑ, μόλις τέσσερις εταιρείες συσκευασίας κρέατος ελέγχουν το 85% της αγοράς βοείου κρέατος.
Παρόμοια η εικόνα και στην αγορά χοιρινού κρέατος όπου άλλες τέσσερις εταιρείες ελέγχουν το 70% της αγοράς και το 54% της αγοράς πουλερικών. «Αυτές οι εταιρείες, μπορούν και χρησιμοποιούν την ισχύ τους στην αγορά για να αυξήσουν τις τιμές και να τις κρατήσουν ψηλά» είχε υπογραμμίσει ο Αμερικανός πρόεδρος.
Αν και αρκετοί οικονομολόγοι εκτιμούν ότι για τις υψηλές τιμές, εκτός ΗΠΑ, ευθύνεται και το ισχυρό δολάριο, στο οποίο γίνονται όλες οι συναλλαγές εμπορευμάτων στον κόσμο, η ιστορία έχει δείξει ότι σε άλλες αντίστοιχες κρίσεις ακρίβειας όπως το 2007-2008, το δολάριο δεν ήταν ιδιαίτερα ισχυρό.
Παρότι η ακρίβεια υπολογίζεται σε αριθμούς και ποσοστά, η επίλυσή της είναι σε μεγάλο βαθμό πολιτική, με τον ρόλο των ρυθμιστικών αρχών να θεωρείται καθοριστικός για την εξάλειψη της αισχροκέρδιας και των τεχνικών ελλείψεων.
(με πληροφορίες από Associated Press)