Το δίλημμα, το κάθε και όποιο δίλημμα, πόσο μάλλον εκείνο που αγγίζει τον πυρήνα της πολιτικής εξουσίας διαθέτει μία αυταξία και ένα αίτημα που επιζητεί την δική του απάντηση. Κάποιες φορές τα ερωτήματα είναι πιο σύνθετα, άλλες πιο απλά. Σε κάθε περίπτωση η προσωπική αυτή αναμέτρηση για την λήψη μιας ξεκάθαρης θέσης απαιτεί συνέπεια και επίγνωση του βάρους που αυτή φέρει ως προς την απόδοση του περιεχομένου της.
Η καχύποπτη ενατένιση της πολιτικής εξουσίας τα τελευταία χρόνια απέκτησε επιφανείς διαστάσεις. Όχι μοιραία. Όχι όμως και με τους κατάλληλους όρους. Η κουλτούρα που διαμορφώθηκε, οι κοινωνικές συνθήκες και το καθοριστικό στίγμα της ιστορικής ανωριμότητας επανέφερε με αμετακίνητη ορμή στο προσκήνιο το ”η εξουσία διαφθείρει, η απόλυτη εξουσία διαφθείρει απόλυτα”. Είναι αναγκαίο να συγκρατήσουμε πως έπειτα από κάθε αποδόμηση των εκάστοτε συνθηκών ή θεσμών, το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα είναι καθοριστικό. Επικείμενη φθορά ή επίδειξη χαρακτήρα είναι οι αντίρροπες δυνάμεις που καλούνται σε στράτευση. Στην δική μας περίπτωση η άσκηση πολιτικής εξουσίας ήταν ο αποδιοπομπαίος τράγος, ήταν το παίγνιο της δρομολογημένης από καιρό ενοχοποίησης.
Είναι ίδιον της επικρατούσας νοοτροπίας μας η εύκολη και απροβλημάτιστη απόδοση μιας ιδιότητας στα πράγματα. Λέγεται ταμπέλα και είναι ένα από τα σύνδρομα των νεότερων χρόνων. Η ”ευεργετική” της δράση έγκειται στο ότι έχει το μοναδικό προνόμιο εγγενώς ως τέτοια υπεραπλουστευμένη κατηγοριοποίηση που είναι να μας αποδεσμεύει από την περαιτέρω αναζήτηση, να μας απαλλάσσει απ’ την διεξοδικότερη διερώτηση. Για την ακρίβεια μένουμε με την υφή της εντύπωσης. Μάλιστα κάποιες φορές μας είναι αρκετή, ίσως και να μην έχουμε θωρακιστεί με τα κατάλληλα εχέγγυα για πράξουμε άλλως. Το άλλοθι δεν αποτέλεσε ιδιαίτερο πρόβλημα, καθώς το βρήκαμε σύντομα και με συνοπτικές διαδικασίες στο πρόσωπο της πολιτικής διαφθοράς, στην κυνική αντιμετώπιση του πολιτικού γίγνεσθαι. Ακόμη και σήμερα το άλλοθι επιβιώνει.
Η διαμόρφωση ενός ακέραιου συμπεράσματος σφυρηλατείται στην βάσανο της αξιολόγησης και κάπου μεταξύ πραγματικών περιστατικών και αναστοχασμού η εμπειρία δείχνει πως η διελκυστίνδα βαρύνει προς το λάθος ζύγι. Το ότι φτάσαμε σε επίπεδο δίπλα από κάθε έννοια να τοποθετούμε και μια άλλη αξιολογική, δίχως να έχει προηγηθεί η ενδεδειγμένη κριτική διεργασία, είναι η πραγματική διαφθορά. Και η διαφθορά αυτή είναι περισσότερο επικίνδυνη από την όποια πολιτική, καθώς είναι εσωτερική. Λάτρεις της βεβαιότητας ανεχτήκαμε την εκβαρβάρωση του προβληματισμού και ξεχάσαμε το θεμελιώδες «γιατί» που κρύβεται πίσω από όλες τις γραμμές ανεξαιρέτως.