Κι ενώ ήδη έχει ολοκληρωθεί η λεγόμενη τουριστική σεζόν του 2019, στις πιο δημοφιλείς τουριστικές περιοχές, διότι η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη εξακολουθούν να έχουν τουρισμό και τον χειμώνα, ένα μείζον ζήτημα που δημιουργήθηκε από την πτώχευση της Thomas Cook, δεν έχει διευθετηθεί.
Μολονότι για τους εργαζόμενους σε ξενοδοχεία που επλήγησαν από την πτώχευση του βρετανικού τουριστικού οργανισμού, βρέθηκε λύση, όπως επιβαλλόταν, μέσω του ταμείου ανεργίας, ώστε να περιοριστεί η «χασούρα» των χρημάτων, εντούτοις για τους ξενοδόχους που έχασαν τα χρήματά τους από την πτώχευση, δεν έχει υπάρξει καμία μέριμνα.
Το ζήτημα δεν είναι του Υπουργείου Τουρισμού, που αντιλαμβάνεται την κατάσταση και έχει εκφράσει θετική στάση προς την επίλυση του ζητήματος, αλλά του Υπουργείου Οικονομικών που αρνείται να δώσει λύση.
Το μείζον πρόβλημα έγκειται στο γεγονός ότι ενώ οι ξενοδόχοι έχουν τιμολογήσει την Thomas Cook, χωρίς να έχουν εισπράξει χρήματα, ύστερα από την πτώχευση, καλούνται να πληρώσουν τον ΦΠΑ των τιμολογίων! Υπενθυμίζω, ότι ο ΦΠΑ καταβάλλεται από τον πελάτη προς τον προμηθευτή, που με τη σειρά του τον καταβάλλει στο ελληνικό δημόσιο.
Αξίζει αν σημειώσω, ότι επειδή η πτώχευση της Thomas Cook δημιούργησε προβλήματα σε πολλές τουριστικές χώρες, σε αρκετές από αυτές ήδη έχουν εξαιρέσει την καταβολή ΦΠΑ από μη εξοφληθέντα τιμολόγια.
Ερμηνεύοντας τη στάση του Υπουργείου Οικονομικών, ίσως το επιτελείο σκέφτεται το «δεδικασμένο», καθώς αν εξαιρέσει τους ξενοδόχους που επλήγησαν από την καταβολή του ΦΠΑ, τότε σε επόμενες πτωχεύσεις διαφόρων εταιρειών θα πράξουν ανάλογα οι υπόλοιποι προμηθευτές και το δημόσιο θα χάσει χρήματα.
Πάντως, δεδικασμένο φαίνεται ότι ήδη υπάρχει, διότι η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, απέστειλε εγκύκλιο για επιστροφή ΦΠΑ σε προμηθευτές της εταιρείας «Μαρινόπουλος», η οποία πτώχευσε χωρίς να πληρώσει τιμολόγια.
Κατά συνέπεια, το Υπουργείο Οικονομικών οφείλει να επανεξετάσει το θέμα και αν επιθυμεί, να θέσει δικλίδες ασφαλείας ώστε μελλοντικά να μην υπάρξουν ανάλογα θέματα. Θα μπορούσε, για παράδειγμα, να νομοθετήσει ο ΦΠΑ να καταβάλλεται άμεσα από τους πελάτες στους προμηθευτές, με την έκδοση του τιμολογίου, ή να καταβάλλεται απευθείας στο ελληνικό δημόσιο και στο τέλος να γίνεται συμψηφισμός του προμηθευτή με το ελληνικό δημόσιο.
Κι αν το ζήτημα του ΦΠΑ είναι σχετικά μικρό για κορυφαίες τουριστικές επιχειρήσεις, που είχαν ένα 10%-20% δραστηριότητας με την Thomas Cook, το ζήτημα είναι τεράστιο για μικρές επιχειρήσεις που είχαν αποκλειστικότητα με τον συγκεκριμένο τουριστικό οργανισμό, χάνοντας τα χρήματά τους για τουλάχιστον 2-3 μήνες, ενώ παράλληλα καλούνται να πληρώσουν ΦΠΑ.
Επίσης, παραμένει και το θέμα της φορολόγησης, διότι οι επιχειρήσεις θα φανούν με μεγαλύτερο τζίρο, χωρίς να έχουν εισπράξει χρήματα από τα τιμολόγια και θα κληθούν να πληρώσουν περισσότερο φόρο.
Η Ελλάδα, η οποία με πάνω από 33 εκατ. τουρισμό, που θέλει να μπει στην πεντάδα του παγκόσμιου τουριστικού χάρτη, οφείλει να έχει ανάλογη συμπεριφορά, απέναντι στους επιχειρηματίες του τουρισμού, που την κράτησαν όρθια στην περίοδο της 10ετούς οικονομικής κρίσης.