Αλέξανδρος Χαρκιολάκης: «Το Μέγαρο πρέπει όχι μόνο να επιβιώσει αλλά να μεγαλουργήσει»

Αλέξανδρος Χαρκιολάκης: «Το Μέγαρο πρέπει όχι μόνο να επιβιώσει αλλά να μεγαλουργήσει»

Ο νέος διευθυντής του Συλλόγου Οι Φίλοι της Μουσικής στην πρώτη του συνέντευξη, με αφορμή τα 20χρονα της Μουσικής Βιβλιοθήκης Λίλιαν Βουδούρη.

Eίναι νέος, δραστήριος, με γερές σπουδές σε Ελλάδα και Μ.Βρετανία και –καθόλου αυτονόητο αυτό το τελευταίο- γνωρίζει σε βάθος το έργο των ελλήνων συνθετών ορχηστρικής μουσικής. Πριν λίγο καιρό, ο γεννημένος το 1977 μουσικολόγος Αλέξανδρος Χαρκιολάκης ανέλαβε διευθυντής του Συλλόγου Οι Φίλοι της Μουσικής και στην πρώτη του συνέντευξη από τη θέση αυτή μας συστήνεται και μοιράζεται μαζί μας τις φιλοδοξίες του και μερικές σκέψεις του για το Μέγαρο και τα μουσικά πράγματα στη χώρα μας.

Και φυσικά μας αποκαλύτπει τις εκπλήξεις που αυτό το Σάββατο (2/12) μας επιφυλάσσει στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, με ελεύθερη είσοδο, η Μουσική Βιβλιοθήκη Λίλιαν Βουδούρη με αφορμή τα 20 χρόνια λειτουργίας της. Αρκεί μόνο να αναφέρουμε πως περισσότεροι από εξήντα (60) κορυφαίοι έλληνες πιανίστες συνεργάζονται με τους μαθητές τους σε μία μοναδική μαραθώνια σκυταλοδρομία, καθώς το προκλητικό αριστούργημα του Ερίκ Σατί «Vexations» θα παιχτεί 240 φορές, όσοι και οι μήνες λειτουργίας της Μουσικής Βιβλιοθήκης! Δείτε εδώ το αναλυτικό πρόγραμμα της εκδήλωσης.

-Είστε ο νεότερος διευθυντής που έχει περάσει από τον Σύλλογο Οι Φίλοι της Μουσικής, αλλά –αν δεν κάνω λάθος- και από το Μέγαρο Μουσικής γενικότερα. Τι φιλοδοξείτε να φέρετε στον Σύλλογο;

“Είμαι σίγουρος ότι ο Νίκος Τσούχλος ως καλλιτεχνικός διευθυντής του ΟΜΜΑ ήταν πολύ νεώτερος από μένα όταν ανέλαβε και μπορεί να υπήρξαν κι άλλοι νεώτεροι στη πορεία. Η νεότητα, ξέρετε, δεν είναι εχέγγυο νέων ιδεών και νέων κατευθύνσεων. Τον τελευταίο καιρό έχει τύχει να γνωρίσω τον Τίτο Πατρίκιο, ο οποίος στα χαρτιά είναι 89 ετών αλλά στην ψυχή και τις ιδέες είναι νεαρός! Αλλά για να επιστρέψω στον Σύλλογο Οι Φίλοι της Μουσικής, αυτό που θέλω να επιτύχουμε είναι να επηρεάσουμε με άμεσο και θετικό τρόπο τη ζωή πολλών ανθρώπων που ζουν γύρω μας, εδώ, στο κέντρο της Αθήνας και που βιώνουν δύσκολες καταστάσεις. Να προσφέρουμε σε πολλούς τη δυνατότητα να έρθουν σε αυτά που κάνουμε. Να είμαστε όσο περισσότερο εξωστρεφείς γίνεται».

-Για πολλούς το Μέγαρο απευθύνεται σε ένα μεγαλύτερο ηλικιακά και πιο ψαγμένο κοινό. Κάποιοι μάλιστα επί χρόνια χαρακτήριζαν το κοινό αυτό ως «σνομπ» και «μεγαλοαστικό» και μιλούσαν για «κυρίες με γούνες». Με ποιόν τρόπο μπορεί να αλλάξει αυτό και οι εκδηλώσεις των Φίλων αλλά και του Μεγάρου να ανοιχθούν σε ένα πιο νεανικό/παιδικό κοινό; Με λίγα λόγια, πως μπορεί να μπει το …τζιν στο Μέγαρο;

“Ταπεινή μου άποψη είναι ότι αυτό έχει ήδη αλλάξει κι αυτό είναι απολύτως θετικό. Ο ελιτισμός δεν είναι αυτό που μας χαρακτηρίζει στους Φίλους και το ίδιο πιστεύω ότι συμβαίνει και στο Μέγαρο Μουσικής. Εμείς έχουμε μία ανοικτή μουσική βιβλιοθήκη που όλοι μπορούν να επισκεφθούν και να χρησιμοποιήσουν δίχως κόστος. Κάνουμε δύο παιδικές παραστάσεις κάθε μέρα για σχολεία και για τα παιδιά και τους γονείς τους τις Κυριακές. Θέλουμε να προσελκύσουμε το κοινό που περιγράφετε και πιστεύω ότι ως ένα βαθμό το έχουμε καταφέρει με τις δράσεις μας. Για παράδειγμα, αξίζει να δει κανείς πόσα παιδιά έρχονται στις ακροάσεις της νεανικής ορχήστρας μας Camerata Junior. Εκεί καταλαβαίνει κανείς πόσα παιδιά ασχολούνται με τη μουσική στην Ελλάδα. Ή ακόμη και στις συναυλίες που διοργανώνουν Ωδεία και Μουσικές Σχολές στις αίθουσες του Συλλόγου”.

-Συνεργάζεστε με τον καλλιτεχνικό διευθυντή του Μεγάρου Μίλτο Λογιάδη προς αυτήν την κατεύθυνση;

“Με τον Μίλτο Λογιάδη, ο οποίος είναι έτσι κι αλλιώς φίλος από παλιότερα, αλλά και με όλους τους διευθυντές και τα τμήματα του Μεγάρου η συνεργασία μας είναι άψογη και πάντα προσπαθούμε να σχεδιάζουμε δράσεις μαζί ώστε να υπάρχει όσο το δυνατόν μεγαλύτερη σύμπνοια”.

-Πολλοί συγχέουν το Μέγαρο με τον Σύλλογο Οι Φίλοι της Μουσικής. Μπορείτε να τους εξηγήσετε τις αρμοδιότητες καθενός αλλά και τις μεταξύ τους σχέσεις;

“Μάλλον εννοείτε τον Σύλλογο Οι Φίλοι της Μουσικής με τον ΟΜΜΑ...Ο Σύλλογος οι Φίλοι της Μουσικής αποτελεί συστατικό στοιχείο αυτού που ονομάζουμε «Μέγαρο Μουσικής». Οι Φίλοι από την πρώτη στιγμή της ίδρυσής τους είχαν ανάμεσα στους σκοπούς τους την ανέγερση του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών. Η ανάληψη της προεδρίας του Συλλόγου το 1981 από τον Χρήστο Λαμπράκη ήταν καθοριστικής σημασίας. Εδώ δεν πρέπει να ξεχνάμε και την εισφορά σε ακίνητα που έκανε ο Σύλλογος αλλά και τους ευεργέτες και δωρητές που κατάφερε να κινητοποιήσει τα πρώτα χρόνια κατασκευής του Μεγάρου ώστε να ξεκινήσει το έργο.

Από την ίδρυσή του το Μέγαρο διοικείται από Διοικητικό Συμβούλιο και οι ανάγκες του καλύπτονται από τον Οργανισμό Μεγάρου Μουσικής Αθηνών. Ο Σύλλογος έχει μεν τον διακριτό του χώρο εντός του Μεγάρου Μουσικής αλλά αποτελεί κύτταρο αυτού του οργανισμού.

Τώρα, είναι απαραίτητο να τονισθεί ότι ο Σύλλογος είναι ιδιωτικό σωματείο και δεν λαμβάνει κανενός είδους επιχορήγηση από το Κράτος. Όλες μας τις ερευνητικές, εκπαιδευτικές και καλλιτεχνικές δραστηριότητες τις κάνουμε με τα δικά μας μέσα. Πολλές από αυτές, διεξάγονται εντός των χώρων του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών και είναι φυσικό να υπάρχει καμιά φορά κάποια σύγχυση. Έτσι κι αλλιώς, πιστεύω ότι οι δράσεις μας υπηρετούν το όραμα του Μεγάρου και αυτό που ουσιαστικά έχουμε εδώ πέρα είναι δύο οργανισμοί να προσπαθούν να πράξουν τα καλύτερα για το Μέγαρο”.

-Είστε «παιδί» της Μουσικής Βιβλιοθήκης Λίλιαν Βουδούρη, με την έννοια πως, ως μουσικολόγος εργαστήκατε για χρόνια εκεί. Σήμερα που συμπληρώνονται 20 χρόνια λειτουργίας του θεσμού, πού πιστεύετε πως πρέπει να εστιάσει η Βιβλιοθήκη; Υπάρχει άλλη μουσική βιβλιοθήκη στην Ελλάδα;

“Οι Φίλοι διατηρούν τη Μουσική Βιβλιοθήκη «Λίλιαν Βουδούρη», η οποία δημιουργήθηκε με μία μεγάλη χορηγία από το Ίδρυμα Βουδούρη και συντηρείται η λειτουργία της από πόρους του Συλλόγου Οι Φίλοι της Μουσικής, χάρη στο κληροδότημα Αλεξάνδρας Τριάντη. Είμαστε ιδιαιτέρως υπερήφανοι για το έργο που επιτελεί η Μουσική Βιβλιοθήκη και τολμώ να πω, έχοντας και μια κάποια εμπειρία, ότι πρόκειται για μια από τις καλύτερες της νοτιανατολικής Ευρώπης, εφάμιλλη πολλών κεντροευρωπαϊκών βιβλιοθηκών. Πιστεύω ότι η Βιβλιοθήκη μας κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση. Έχει εντυπωσιακό αρχειακό υλικό στο Αρχείο Ελληνικής Μουσικής που διατηρεί, ένα σημαντικό ψηφιακό απόθεμα το οποίο έχει διασυνδεθεί με τις σημαντικότερες πλατφόρμες παγκοσμίως, αξιοζήλευτη συλλογή από παρτιτούρες, βιβλία και CD. Επίσης, είναι και εξαιρετικά μοντέρνα και επιτελεί σκοπούς όχι μόνο ερευνητικούς αλλά είναι ανοιχτή και στο μέσο χρήστη που απλώς θέλει να ψυχαγωγηθεί. Πιστεύω ότι η πορεία που έχει χαραχθεί είναι προς τη σωστή κατεύθυνση και αυτό που χρειάζεται είναι να εμπλουτίζεται αλλά να μην μεταβάλλεται στις βασικές της γραμμές.

Φυσικά και στην Ελλάδα υπάρχουν κι άλλες μουσικές βιβλιοθήκες και άνθρωποι που ασχολούνται με αυτές. Αυτές βρίσκονται στα τμήματα μουσικών σπουδών των πανεπιστημίων, σε μεγάλα ωδεία όπως το Αθηνών και το Κρατικό Ωδείο Θεσσαλονίκης αλλά και σε μεγάλους δήμους, στην ΕΡΤ και αλλού. Μάλιστα, έχω την τιμή να προεδρεύω του Διοικητικού Συμβουλίου του Ελληνικού Παραρτήματος της IAML (Διεθνής Ένωση Μουσικών Βιβλιοθήκων κι Αρχείων) το οποίο έχει συνολικά 23 μέλη, αριθμός άκρως ικανοποιητικός καθώς χώρες με παράδοση στις μουσικές σπουδές έχουν μικρότερη εκπροσώπηση”.

-Τα τελευταία χρόνια εργαστήκατε στην Κωνσταντινούπολη. Τι σας έκανε να επιστρέψετε στα πάτρια εδάφη, εν μέσω κρίσης; Και τι αποκομίσατε από την συνεργασία σας με τους Τούρκους -ιδιαίτερα στον μουσικό τομέα; Τελικά, και χωρίς διάθεση …πολιτικής ορθότητας, είναι περισσότερα αυτά που μας χωρίζουν ή που μας ενώνουν;

“Όταν ο Σύλλογος Οι Φίλοι της Μουσικής μου πρότεινε την τωρινή μου θέση δεν το σκέφτηκα ούτε στιγμή αν πρέπει να επιστρέψω ή όχι. Απάντησα αμέσως θετικά γιατί πιστεύω ότι ήταν μία μοναδική ευκαιρία που μου δινόταν να εργαστώ σε ένα χώρο που γνώριζα και αγαπούσα, σε έναν οργανισμό που θα τον ζήλευαν πάρα πολλοί για την οργάνωση και τις δυνατότητές του. Πώς λοιπόν να αρνηθεί κανείς μια τέτοια πρόταση;

Για το άλλο σκέλος της ερώτησής σας, μπορώ να πω ότι αποκόμισα τα καλύτερα. Τα τέσσερα και κάτι χρόνια που έζησα στη Κωνσταντινούπολη και που εργάστηκα και δίδαξα στο MIAM, το ερευνητικό κέντρο για τη μουσική του Istanbul Technical University, θα μείνουν για πάντα χαραγμένα στο μυαλό μου. Έκανα φίλους για μια ζωή και γνώρισα αξιόλογους μουσικούς και επιστήμονες που ζουν στη Τουρκία. Και με κάθε βεβαιότητα σας λέω ότι αυτά που μας ενώνουν με τους ανθρώπους που θεωρούν ότι η Τουρκία είναι αναπόσπαστο κομμάτι του Δυτικού κόσμου, και πιστέψτε με είναι πολλοί αυτοί, είναι πάρα πολλά και δεν μας χωρίζουν παρά ελάχιστα”.

-Θεωρείτε πως μετά την κρατικοποίηση του, τώρα που τα κτίριά περιήλθαν στο Δημόσιο, το Μέγαρο ξεπέρασε οριστικά τα προβλήματά επιβίωσής του;

“Πιστεύω ότι έχει κάνει πολλά και σημαντικά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση. Ξέρετε, το Μέγαρο πρέπει όχι μόνο να επιβιώσει αλλά να μεγαλουργήσει, όχι για να δικαιώσει την τωρινή του διοίκηση ή τον Σύλλογο Οι Φίλοι της Μουσικής που το έφτιαξε, αλλά γιατί είναι εθνική υπόθεση να συμβεί αυτό. Είμαι αισιόδοξος ότι θα τα καταφέρει και Οι Φίλοι θα είμαστε εκεί για να βοηθάμε όποτε μας ζητηθεί”.

-Πολλοί ανησυχούν και για το ότι το Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος περιήλθε στο κράτος. Λένε πως αυτό ίσως σημάνει την «καταστροφή» του. Συμμερίζεστε την ανησυχία τους;

“Εξαρτάται πώς θα λειτουργήσει. Υπάρχουν υπηρεσίες του Δημοσίου που λειτουργούν άψογα και υπηρεσίες που είναι το ακριβώς αντίθετο, όλοι γνωρίζουμε τέτοιες -κυρίως τις δεύτερες. Ευελπιστώ ότι το Κέντρο Πολιτισμού θα ακολουθήσει τον πρώτο δρόμο”.

-Στέγη, ΚΠΙΣΝ, Μέγαρο. Πόσο πολιτισμό «χωρά» η σύγχρονη Ελλάδα; Και πόσο ανταγωνιστικά λειτουργούν αυτοί οι τρεις φορείς μεταξύ τους;

“Σταθερή μου πεποίθηση είναι ότι ο ευγενής ανταγωνισμός είναι πάντοτε σε όφελος των φορέων και όχι σε ζημία τους. Πιστεύω ότι η Ελλάδα δεν έχει όρια στο πόσο πολιτισμό μπορεί να «καταναλώσει», αντιθέτως θεωρώ ότι όλοι αυτοί οι οργανισμοί μπορούν να λειτουργήσουν πολλαπλασιαστικά και να ανεβάσουν το επίπεδο και των καλλιτεχνών και των ίδιων των πολιτιστικών φορέων”.

-Το Μέγαρο ήταν ανέκαθεν το «σπίτι» της κλασικής μουσικής. Ξαφνικά ακούμε για ρεμπέτικες κομπανίες νέων (αναφέρομαι στην πρόσφατη συναυλία σας «Είμαστε αλάνια») και άλλες «λοξοδρομήσεις». Πιστεύετε πως το Μέγαρο πρέπει να ανοιχτεί και σε άλλα είδη μουσικής; Δεν φοβάστε πως αυτό ίσως ενοχλήσει τους φίλους της κλασικής;

“Σίγουρα η συντριπτική πλειοψηφία των συναυλιών που γίνονται στο Μέγαρο Μουσικής είναι αυτό που περιγράφεται ως «κλασική μουσική». Αλλά δεν πιστεύω ότι πρέπει να έχουμε στεγανά, πρέπει να υπηρετούμε την ποιότητα. Το ρεμπέτικο και η παραδοσιακή μας μουσική, για παράδειγμα, δύο είδη μουσικής τις οποίες προσέγγισε φέτος ο Σύλλογος με κάποιες από τις συναυλίες του («Είμαστε Αλάνια» και «Της Τριανταφυλλιάς τα φύλλα...» σε συνεργασία με τον Καλλιτεχνικό Σύλλογο Δημοτικής Μουσικής Δομνα Σαμίου) αποτελούν σημαντικά στοιχεία της πολιτιστικής μας κληρονομιάς και έχουμε χρέος να τα διαφυλάξουμε. Γιατί αν δεν τα ερευνούμε και δεν τα παρουσιάζουμε εμείς, τότε αυτά γίνονται έρμαια σε εκείνους που κάνουν κάτι στο περίπου και αλλάζουν παντελώς το χαρακτήρα τους. Εδώ υπενθυμίζω ότι από φέτος το ρεμπέτικο έχει εγγραφεί στον Κατάλογο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO μετά από πρόταση του Υπουργείου Πολιτισμού και της Διεύθυνσης Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς και πιστεύω ότι αυτό είναι και σωστό και λογικό να έχει συμβεί”.

-Ως μουσικολόγος έχετε ασχοληθεί ιδιαίτερα με το έργο των Ελλήνων συνθετών. Έχετε επιμεληθεί και προλογίσει βιβλία για το έργο τους (όπως για παράδειγμα την «Αυτοβιογραφία του Αλέκου Ξένου» από τις εκδόσεις του Μουσείου Μπενάκη), έχετε γράψει μελέτες, έχετε διευθύνει ως μαέστρος έργα Ελλήνων μουσουργών. Διευθύνετε μάλιστα τη σειρά τόμων με γενικό τίτλο ”Βιογραφίες Ελλήνων Συνθετών” από τις εκδόσεις Fagotto Books. Θεωρείτε πως η ελληνική συμφωνική μουσική είναι παραγνωρισμένη στην χώρα μας; Κι αν ναι, γιατί;

“Η Ελληνική έντεχνη μουσική, όχι μόνο η συμφωνική, υπήρξε για χρόνια ένα άγνωστο αντικείμενο για πολλούς. Τα τελευταία χρόνια αυτό έχει αλλάξει προς το πολύ καλύτερο και οι παράγοντες είναι πολλοί: τμήματα μουσικών σπουδών, νέοι επιστήμονες, εκδόσεις, συναυλίες, βιβλιοθήκες και πολλά άλλα. Αυτό που εισπράττω όταν βρίσκομαι στο εξωτερικό και μιλάω για την Ελληνική έντεχνη μουσική είναι μία άκρως θετική αντίδραση των συναδέλφων μουσικολόγων που θέλουν να μάθουν και να ακούσουν. Η ένταξη της έντεχνης μας μουσικής στον ευρωπαϊκό περίγυρο αποτελεί βασικό στόχο όσων ασχολούνται σήμερα με αυτήν. Έχει έρθει η ώρα να δούμε τη μουσική μας με εξωστρέφεια, ενταγμένη σε μια μεγαλύτερη εικόνα. Μόνο έτσι θα αντιληφθούμε την αδιαμφισβήτητη ποιότητά της. Και σας διαβεβαιώ ότι έχει ποιότητα”.

-Ποιο είναι, πιστεύετε, το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν σήμερα οι Έλληνες μουσικοί;

“Σίγουρα ένα βασικό ζήτημα είναι αυτό της διαβάθμισης των σπουδών τους το οποίο δεν έχει λυθεί ακόμη. Πιστεύω επίσης ότι η Ελλάδα θα έπρεπε να έχει εδώ και πολλά χρόνια μία ανώτατη μουσική ακαδημία. Και βέβαια τα οικονομικά προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί τα τελευταία χρόνια έχουν παράπλευρες επιπτώσεις, όπως το γεγονός πως πολλά σύνολα δεν μπορούν να πληρώσουν τις κενές θέσεις που έχουν δημιουργηθεί από συνταξιοδοτήσεις. Κατά τα άλλα, το επίπεδο των Ελλήνων μουσικών είναι ιδιαιτέρως υψηλό.».

-Τι ετοιμάζει ο Σύλλογος Οι Φίλοι της Μουσικής μέσα στο 2018;

“Πολλά. Το 2017 γιορτάζουμε τα είκοσι χρόνια της Μουσικής μας Βιβλιοθήκης και αυτοί οι εορτασμοί κορυφώνονται αυτό το Σάββατο 2 Δεκεμβρίου με μία μεγάλη γιορτή που θα ξεκινήσει στις 19.00 στους χώρους μας και θα περιλαμβάνει μία ομιλία του Τίτου Πατρίκιου που μας τιμά με την παρουσία του, κι ένα ανέκδοτο έργο του Φίλιππου Τσαλαχούρη που θα παρουσιαστεί από τη Μάιρα Μηλολιδάκη και τον Τίτο Γουβέλη. Στη συνέχεια, στις 21.00 θα έχουμε 60 και πλέον έλληνες πιανίστες οι οποίοι θα συνεργαστούν ώστε να παρουσιαστεί το έργο του Ερίκ Σατι Vexations σε μία μαραθώνια συναυλία πέντε και πλεόν ωρών. Πιστεύω ότι θα είναι μία μοναδική βραδιά.

Τον Φεβρουάριο του 2018, και πιο συγκεκριμένα στις 13 Φεβρουαρίου, θα παρουσιάσουμε δύο χαμένα έργα του Νίκου Σκαλκώτα τα οποία ανακτήθηκαν από μία βιβλιοθήκη στην Αμερική μετά από ενέργειες του Συλλόγου. Τα έργα αυτά θα παιχθούν για πρώτη φορά μετά από ογδόντα και πλέον χρόνια. Η συναυλία θα γίνει σε συνεργασία με τη Φιλαρμόνια Αθηνών, μαέστρο τον Βύρωνα Φιδετζή και σολίστ τον Γιώργο Δεμερτζή στο βιολί και τον Βασίλη Βαρβαρέσσο στο πιάνο.

Εντός του 2018 θέλουμε να αναπτύξουμε ακόμη περισσότερο τα σύνολά μας, δηλαδή την Camerata Junior και τη μεικτή χορωδία ενηλίκων Musica. Θεωρώ ότι έχουν τρομερές δυνατότητες.

Δεν θα σταματήσουμε να εργαζόμαστε σε συνεργασία με άλλους φορείς και πιστεύω ότι θα είμαστε ιδιαιτέρως ενεργοί όσον αφορά το Ευρωπαϊκό Έτος Πολιτιστικής Κληρονομιάς 2018.

Έχουμε πολλά σχέδια όπως καταλαβαίνετε…”.

Δημοφιλή