Αμερικανός αναλυτής: Γιατί οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις ίσως είναι άλλος ένας «χάρτινος τίγρης»

Πού βασίζει την εκτίμησή του ο Μάικλ Ρούμπιν, συνεργάτης του American Enteprise Institute και διευθυντής ανάλυσης πολιτικής του Middle East Forum
Τουρκικό F-16
Τουρκικό F-16
via Associated Press

Οι σημερινές τουρκικές ένοπλες δυνάμεις μπορεί να φαίνονται εκ πρώτης όψεως ισχυρές, μα ίσως στην πραγματικότητα να πρόκειται για μια περίπτωση «χάρτινου τίγρη»- ή αλλιώς, θα μπορούσε να ειπωθεί, «γίγαντα με πήλινα πόδια», αναφέρεται σε άρθρο του Μάικλ Ρούμπιν. συνεργάτη του American Enteprise Institute και διευθυντή ανάλυσης πολιτικής του Middle East Forum και πρώην αξιωματούχου του Πενταγώνου των ΗΠΑ.

Στο άρθρο, που δημοσιεύεται στο National Security Journal, ο Ρούμπιν κάνει αναφορές στις περιπτώσεις των στρατών της Βόρειας Κορέας, της Κίνας, της Ρωσίας και του Ιράκ επί Σαντάμ Χουσεΐν. Όπως γράφει, οι βορειοκορεατικές δυνάμεις, παρά τις επιδείξεις σε παρελάσεις και την πομπώδη ρητορική, δεν έχουν εμπλακεί σε ανοιχτή σύγκρουση εδώ και δεκαετίες- και οι Βορειοκορεάτες, εν γένει, λόγω του χαμηλού βιοτικού επιπέδου στη χώρα, γίνονται όλο και πιο μικρόσωμοι από τους Νοτιοκορεάτες. Υπενθυμίζεται πως βορειοκορεατικές δυνάμεις έχουν σταλεί να πολεμήσουν στο πλευρό των Ρώσων στον πόλεμο της Ουκρανίας, οπότε θα αποκτηθεί μια ιδέα όσον αφορά στο πόσο αποτελεσματικές είναι στα αλήθεια (και έχουν αρχίσει να κυκλοφορούν ανεπιβεβαίωτες αναφορές πως έχουν δει ήδη μάχη, οι οποίες δεν είναι και τόσοι θετικές για το επίπεδο των Βορειοκορεατών στρατιωτών). Ως προς την Κίνα, σημειώνεται πως, παρά τους αριθμούς και τα βήματα εκσυγχρονισμού, οι μαχητικές της δυνατότητες είναι άγνωστες και την τελευταία φορά που ενεπλάκη σε σύγκρουση (1979, εναντίον του Βιετνάμ, έχασε. Θεωρείται πως μπορεί να προκαλέσει μεγάλη καταστροφή με πυραύλους και drones, ωστόσο το κατά πόσον μπορεί να νικήσει και καταλάβει την Ταϊβάν είναι άγνωστο- και αυτό είναι ένας μεγάλος κίνδυνος για το Πεκίνο, καθώς εάν ο στρατός του εμπλακεί σε πόλεμο, η προσεκτικά δομημένη εικόνα του μπορεί να πληγεί σοβαρά.

Ως προς τη Ρωσία, πριν την εισβολή στην Ουκρανία οι δυνατότητες του στρατού της θεωρούνταν πολύ μεγαλύτερες από ό,τι αποδείχτηκαν: Ο πόλεμος συνεχίζεται στο τρίτο έτος του, και οι ρωσικές τακτικές παραπέμπουν στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο- ακόμα και αν η Ρωσία καταφέρει να επικρατήσει στον πόλεμο φθοράς, δεν θα είναι όπως επιδίωκε στην αρχής, και το κόστος θα είναι τεράστιο. Όσον αφορά στον στρατό του Ιράκ επί Σαντάμ, πριν την «Καταιγίδα της Ερήμου» ήταν ο πέμπτος μεγαλύτερος στον κόσμο, ωστόσο τα δεδομένα της σύγκρουσης έδειξαν πως το επίπεδό του ήταν πολύ πιο χαμηλό από ό,τι είχε θεωρηθεί πριν τον πόλεμο.

Σε όλες τις περιπτώσεις, σημειώνεται στο άρθρο, επρόκειτο για στρατούς- αντιπάλους των ΗΠΑ και της Δύσης, ωστόσο δεν αποκλείεται πως κάτι τέτοιο μπορεί να ισχύει για περιπτώσεις ενόπλων δυνάμεων στο ΝΑΤΟ: Οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις είναι οι δεύτερες μεγαλύτερες της Συμμαχίας, μετά τις ΗΠΑ, και αναλυτές, διπλωμάτες και λομπίστες της Τουρκίας προβάλλουν συνεχώς τη στρατιωτική ισχύ και τη στρατηγική της σημασίας- ωστόσο σπάνια εξετάσουν κατά πόσον η στρατιωτική της ισχύς είναι αληθινή.

«Ο Τούρκος πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, πήρε έναν ισχυρό στρατό και επεδίωξε να τον ανασχηματίσει καθ‘εικόνα και καθ’ομοίωσή του. Για να επιταχύνει τη μεταμόρφωσή του, επικαλέστηκε διάφορες συνωμοσίες ως γεγονότα, με αποκορύφωμα το πραξικόπημα. Το αποτέλεσμα των εκκαθαρίσεων του Ερντογάν ήταν η απόδοση προτεραιότητας στην πολιτική έναντι των ικανοτήτων. Ένας στους πέντε Τούρκους πιλότους F-16, για παράδειγμα, κατέληξε στη φυλακή, και οι αντικαταστάτες τους είχαν ένα κλάσμα της εμπειρίας των φυλακισμένων συναδέλφων τους» σημειώνεται στο άρθρο.

«Το ίδιο ισχύει και με τον στρατό ξηράς της Τουρκίας. Αν και οι τουρκικές δυνάμεις έχουν εισβάλει στη Συρία, σε κάποιες κουρδικές περιοχές, το κάνουν μόνο με “αντιπροσώπους” ή εναντίον ελαφρά οπλισμένων αντιπάλων. Ενώ η Τουρκία έχει κάνει πόλεμο εναντίον των πολιτικών υποδομών των Κούρδων της Συρίας, όπως αγωγοί και ηλεκτρικοί υποσταθμοί ή αγροκτήματα των Γεζίντι στα σύνορα με το Ιράκ, δεν έχει εμπλακεί με το Ισλαμικό Κράτος. Υπάρχουν δύο πιθανές εξηγήσεις για αυτό: Είτε η Τουρκία γενικά είτε συγκεκριμένοι διοικητές δεν θεωρούν το Ισλαμικό Κράτος εχθρό είτε Τούρκοι διοικητές φοβούνται πως άμεση εμπλοκή με το Ισλαμικό Κράτος θα εξέθετε τις αδυναμίες των χερσαίων δυνάμεων της μετα-ερντογανικής Τουρκίας. Εδώ η Λιβύη παρέχει κάποια στοιχεία, όπου η Wagner Group πρακτικά σημείωσε ισοπαλία με τον δεύτερο μεγαλύτερο στρατό του ΝΑΤΟ. Τα ελεγχόμενα από το κράτος τουρκικά ΜΜΕ θα αναφέρουν επίσης την αεροπορική υποστήριξη στην επίθεση του Αζερμπαϊτζάν κατά των Αρμενίων ή την παροχή drones στην Ουκρανία, μα καμία από αυτές τις υποτιθέμενες επιτυχίες δεν περιελάμβανε την ανάπτυξη τουρκικών στρατευμάτων, με την εξαίρεση, ενδεχομένως, κάποιων Ειδικών Δυνάμεων στο Ναγκόρνο Καραμπάχ».

Συχνά, καταλήγει το άρθρο, οι ΗΠΑ αποτρέπουν τον εαυτό τους μπροστά σε «χάρτινους τίγρεις» με τρόπο που πρακτικά τους ενισχύει- ακόμα και αν το αμερικανικό στρατιωτικό πλεονέκτημα είναι μεγάλο. Η Τουρκία, από την άλλη πλευρά, θεωρητικά είναι σύμμαχος και όχι αντίπαλος, μα «ενώ ο Ερντογάν επιδιώκει να επωφεληθεί από μια ψευδαίσθηση ισχύος, είναι ώρα να αναρωτηθούμε κατά πόσον το μέγεθος των ενόπλων δυνάμεων της Τουρκίας έχει σημασία αν έχουν πρακτικά μεταβληθεί σε μια δύναμη του τρίτου κόσμου, όχι πολύ διαφορετική από το Ιράκ του 1991 ή τη Ρωσία του 2022. Αν ισχύει αυτό, τότε ίσως η επόμενη κυβέρνηση να πρέπει να υπολογίσει ξανά το τι αξίζει στην Τουρκία και ακόμη και το αν οι Κούρδοι της Συρίας, αν εξοπλιστούν σωστά, μπορούν να συμβάλουν σωστά στην περιφερειακή ασφάλεια από τα τουρκικά στρατεύματα, η ψευδαίσθηση ισχύος των οποίων θα εξατμιστεί τη στιγμή που θα φύγουν από τους στρατώνες τους».

Δημοφιλή