Εάν είμαστε δυσαρεστημένοι σε μια νέα δουλειά, ενώ ενδόμυχα επιθυμούμε να επιστρέψουμε στην παλιά, δεν είμαστε οι μόνοι.
Τρεις στους πέντε αμερικανούς υπαλλήλους που είναι δυσαρεστημένοι μετά την αλλαγή της θέσης εργασίας τους, κατά τη διάρκεια της πανδημίας, δήλωσαν ότι η δουλειά από την οποία παραιτήθηκαν ήταν καλύτερη σε σύγκριση με τη νέα τους θέση, σύμφωνα με έρευνα του 2022, την οποία διεξήγαγε η Morning Consult, για λογαριασμό της εταιρείας μισθοδοσίας UKG.
Ο αριθμός των εργαζομένων που επιλέγουν να αντιμετωπίσουν κατά πρόσωπο τα συναισθήματα δυσαρέσκειας και το «μπούμερανγκ» πίσω στην παλιά τους δουλειά είναι ακόμα μικρός, ωστόσο σταδιακά αυξάνεται.
Ανάλυση του Μαρτίου του 2022 για το ιστορικό εργασίας 32 εκατομμυρίων μελών του LinkedIn στις ΗΠΑ, διαπίστωσε ότι κατά μέσο όρο, το 4,3% όλων των εργαζομένων στις ΗΠΑ επέστρεψαν σε προηγούμενο εργοδότη το τελευταίο έτος, ενώ το 2010 το ποσοστό τους ήταν λιγότερο από 2%.
Το λεγόμενο «μπούμερανγκ» ίσως ενισχύσει την επαγγελματική μας εξέλιξη
Η επιστροφή στον παλιό εργοδότη υπάρχει η πιθανότητα να βοηθήσει ορισμένους υπαλλήλους να αποκτήσουν την ανώτερη θέση που πάντα ήθελαν, παρακάμπτοντας βήματα στην τυπική εσωτερική πορεία της σταδιοδρομίας.
Η Μάργκο Κάνρος, επικεφαλής μάρκετινγκ στην πλατφόρμα Skai, δήλωσε ότι η επιστροφή της στην εταιρεία, μετά την αποχώρησή της το 2016, της έδωσε χρόνο να σκεφτεί τον εκτελεστικό ρόλο που επιθυμούσε. Και τελικά τα κατάφερε!.
«Όταν επέστρεψα, βρέθηκα στην ίδια εταιρεία, αλλά όχι στην ίδια θέση. Μάλλον, όλο αυτό ήταν μια ευκαιρία για τον αντίκτυπο που θα μπορούσα να έχω στην εταιρεία, σε μια θέση με περισσότερες ευθύνες», δηλώνει η Κάνρος.
«Πρόκειται για κάτι που δεν θα μπορούσα να πραγματοποιήσω σε μια γραμμική διαδρομή, εφόσον δηλαδή είχα παραμείνει στην εταιρεία, γιατί τη στιγμή που έφυγα δεν γνώριζα καν ότι έψαχναν άτομο για τον ρόλο του CMO.
Χρειάστηκαν μερικά χρόνια να δω τα πράγματα από απόσταση, προκειμένου να ξεκαθαρίσω τί σχέση ήθελα πραγματικά να έχω με μια εταιρεία που ήδη αγαπούσα και σεβόμουν, ώστε στη συνέχεια να την επιδιώξω».
Η Κάνρος θεωρεί ότι τη βοήθησε το γεγονός ότι έφυγε με τις καλύτερες των σχέσεων με τους συναδέλφους της, ενώ αντιλαμβάνεται την επιστροφή ως πλεονέκτημα για την εταιρεία.
«Όσοι επιστρέφουν στην ίδια θεση γνωρίζουν, τουλάχιστον έως ένα βαθμό, τα συστήματα και τα εργαλεία που χρησιμοποιεί μια εταιρεία, καθώς και τα βασικά σημεία ενδιαφέροντος και τους στόχους της», εξηγεί.
Για ορισμένους, η αποχώρηση βοήθησε επίσης τον εργοδότη τους να συνειδητοποιήσει πόσο απαραίτητοι ήταν, με την εν λόγω παραδοχή να συμβάλει στην ενίσχυση της διαπραγματευτικής τους δύναμης όταν επέστρεψαν.
«Δεν μπορώ να προσδιορίσω πόσοι πελάτες μου έχουν παραιτηθεί από μια εταιρεία, κάνοντας τη δική τους Μεγάλη Παραίτηση», παραδέχεται η Νάντια ντε Άλα, ιδρύτρια του Real You Leadership, ενός ομαδικού προγράμματος καθοδήγησης για έγχρωμες γυναίκες.
«Ήθελαν απλώς ένα διάλειμμα για να θεραπεύσουν την εξάντληση και να έχουν χώρο να σκεφτούν το επόμενο βήμα τους. Στη συνέχεια επέστρεψαν στην εταιρεία μόνιμοι συνεργάτες με μεγαλύτερες απολαβές, λιγότερες ώρες εργασίας και πολύ μεγαλύτερη ευελιξία, ώστε να κυνηγήσουν κι άλλα ενδιαφέροντα τους. Πρόκειται για μια λαμπρή κίνηση και συμβαίνει πιο συχνά από ό,τι πιστεύουν οι άνθρωποι».
Δεν είναι βέβαιο ότι πρέπει να επιστρέψουμε
Το να θέλουμε να επιστρέψουμε στην προηγούμενη δουλειά μας ίσως προέρχεται από την επιθυμία μας να εξελιχθούμε, ωστόσο ενδέχεται να πηγάζει από τη δυσαρέσκειά μας απέναντι στη νέα δουλειά.
«Οι άνθρωποι οι οποίοι απογοητεύτηκαν από την αλλαγή μιας θέσης εργασίας τείνουν να μετανιώνουν για αυτό, κατηγορώντας τους εαυτούς τους και λέγοντας ότι έπρεπε να είχαν προβλέψει ότι η νέα δουλειά δεν θα τους ταίριαζε», μας πληροφορεί η Σάνον Γκαρσία ψυχοθεραπεύτρια και σύμβουλος ευεξίας στο Ιλινόις και το Ουισκόνσιν.
Ομολογούν πως αισθάνονται ανόητοι και ταπεινωμένοι για την επιθυμία τους να επιστρέψουν στην προηγούμενη δουλειά.
Σημασία έχει η ιδέα της επιστροφής να μας κάνει να αισθανόμαστε καλά. Ακόμα κι αν μετανιώνουμε για μια θέση εργασίας που αναλάβαμε παρορμητικά, αυτό μπορεί να λειτουργήσει ως ένα χρήσιμο μάθημα.
Η ανάγκη της επιστροφής μπορεί να προκύψει απλώς από την ανάγκη να βρούμε δουλειά
«Επισημαίνω στους πελάτες μου ότι κανείς από εμάς δεν μπορεί να προβλέψει το μέλλον. Τους υπενθυμίζω όλους τους λόγους για τους οποίους ήταν ενθουσιασμένοι που αποδέχθηκαν τη νέα προσφορά και εντάχθηκαν στο εργατικό δυναμικό μιας νέας εταιρείας», λέει.
«Μπορεί να φαίνεται τεράστιο λάθος και χάσιμο χρόνου, ωστόσο είναι επιλύσιμο. Μπορούμε να εξετάσουμε εάν υπάρχει η ευκαιρία να επιστρέψουμε ή να προχωρήσουμε σε κάτι άλλο που ίσως είναι πιο εφικτό και πιο κοντά στις απαιτήσεις μας.»
Οι νέες θέσεις εργασίας έρχονται συχνά με έναν καταιγισμό νέων πληροφοριών που μπορεί να μας βγάλει εκτός της «ζώνης ασφαλείας μας». Το να αισθανόμαστε άγχος απέναντι σε μια νέα κατάσταση είναι φυσιολογικό, σύμφωνα με τη Γκαρσία, όμως αυτό το συναίσθημα δεν πρέπει να συγχέεται με τη βεβαιότητα ότι η δουλειά δεν μας ταιριάζει.
«Aς αντισταθούμε στην παρόρμηση για επιστροφή στην παλιά μας δουλειά, δίνοντας λίγο χρόνο στον εαυτό μας να προσαρμοστεί και να νιώσει άνετα προτού αποφασίσουμε ότι μια θέση εργασίας δεν είναι κατάλληλη για εμάς. Δεν υπάρχει εξέλιξη εντός της ζώνης ασφαλείας μας».
Ας το σκεφτούμε προσεκτικά προτού στείλουμε ξανά το βιογραφικό μας για μια παλιά δουλειά. Αν απεχθανόμασταν την κουλτούρα της συγκεκριμένης δουλειάς, αυτό είναι απίθανο να αλλάξει.
«Αν εγκαταλείψαμε την προηγούμενη δουλειά μας επειδή δεν είχαμε ”χημεία” με την ομάδα ή δεν ευθυγραμμιζόμασταν με τις αξίες της εταιρείας, καλύτερα να ψάξουμε για κάτι άλλο», μας παροτρύνει η Κάνρος «Αν συμβαδίζουμε με την κουλτούρα και θεωρούμε ότι οι πρόσφατες εμπειρίες που αποκομίσαμε από τη νέα δουλειά ενίσχυσαν την αξία μας, τότε αποκτά νόημα το να επιδιώξουμε την επιστροφή μας σε μια εταιρεία με την οποία συνεργαστήκαμε στο παρελθόν».