«Αναγκαίες τουλάχιστον 7 ώρες ύπνου κάθε βράδυ»: Ισχύει όντως για όλους ή είναι απλά ένας μύθος

Το πόσες ώρες πρέπει να κοιμόμαστε εξαρτάται από 4 παράγοντες. Ποιοι είναι αυτοί;
David-Prado via Getty Images/iStockphoto

Δεν χρειάζεται να νιώθουμε ένοχοι. Ας το παραδεχθούμε: Πολλοί από εμάς περνάμε στο κρεβάτι λιγότερο χρόνο από αυτόν που συνιστούν οι ειδικοί. Αλήθεια όμως, αυτές οι 7 ώρες που θέτει ως ελάχιστο όριο η Αμερικανική Ακαδημία Ιατρικής Ύπνου, ισχύουν αυστηρά για όλους μας;

Αρχικά θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι η ανάγκη μας για ύπνο αλλάζει κατά τη διάρκεια της ζωής μας. Ένα νεογέννητο για παράδειγμα, χρειάζεται τουλάχιστον 17 ώρες, ενώ για τους μικρούς μαθητές το μίνιμουμ ορίζεται στις 12 ώρες. Όμως αυτά τα στοιχεία είναι απλώς μέσοι όροι. Πολλοί άνθρωποι, τους υπερβαίνουν ενώ άλλοι δεν κατορθώνουν να ούτε να τους αγγίξουν.

Αλήθεια όμως, γιατί μερικοί δεν νιώθουμε την ανάγκη να κοιμόμαστε όσο άλλοι;

Οι ειδικοί αναγνωρίζουν 3 καθοριστικούς παράγοντες:

1. Το φύλο

Σύμφωνα με μελέτες και στατιστικά στοιχεία, οι γυναίκες απαιτούν λίγη περισσότερη ώρα ύπνου: Τα δεδομένα βέβαια κάνουν λόγο για μόλις 11 λεπτά περισσότερου ύπνου. Αυτό τουλάχιστον υποστηρίζουν τα ευρήματα μελέτης του 2013, η οποία εξέτασε σχεδόν 73.000 άτομα από 18 έως 64 ετών.

Αυτά τα κατά μέσο όρο 11 περισσότερα λεπτά, αποδόθηκαν από τους ειδικούς έως έναν βαθμό στις οικιακές εργασίες και τις δουλειές που σχετίζονται με τη φροντίδα των παιδιών, τις οποίες οι γυναίκες εξακολουθούν να εκτελούν πιο συχνά από τους άνδρες. Αποδόθηκαν επίσης στις πιο περιορισμένες ευκαιρίες για σύντομους ύπνους (power naps) μέσα στην ημέρα.

Ακόμη, ίσως αυτή η ανάγκη για λίγα περισσότερα λεπτά ξεκούρασης έρχεται και ως αποτέλεσμα της έμμηνου ρύσης, της εμμηνόπαυσης και της εγκυμοσύνης, καταστάσεις που διακόπτουν τον ύπνο και σε πολλές περιπτώσεις αναγκάζουν τις γυναίκες να μένουν στο κρεβάτι για λίγο περισσότερο χρόνο.

2. Το πρόβλημα της αϋπνίας

Σύμφωνα με την κλινική του Κλίβελαντ, περίπου ένας στους τρεις ενήλικες παγκοσμίως βιώνει τα συμπτώματα της αϋπνίας. Η αϋπνία μπορεί να προκύψει σε διαφορετικές φάσεις στον κύκλο του ύπνου μας. Ορισμένοι δυσκολευόμαστε ευθύς εξαρχής να κοιμηθούμε ενώ άλλοι, ξυπνάμε στη μέση της νύχτας κι όσο κι αν το προσπαθούμε, δεν κατορθώνουμε να αποκοιμηθούμε ξανά.

Όπως κι αν εμφανίζεται σε εμάς, το πρόβλημα της αϋπνίας οφείλεται πάνω κάτω στους ίδιους παράγοντες:

  • Στο άγχος

  • Την κατάθλιψη

  • Τον χρόνιο πόνο

  • Την παλινδρόμηση οξέος

  • Το οικογενειακό ιστορικό προβλημάτων ύπνου

  • Άλλες αγχωτικές συνθήκες της ζωής του καθενός μας, που του απαγορεύουν να χαλαρώσει

Εξ ορισμού, τα άτομα με αϋπνία ξεκουράζονται λιγότερο. Κι αυτό αυξάνει την ανάγκη τους να παραμείνουν στο κρεβάτι περισσότερο, παλεύοντας να κοιμηθούν ή να ξεκλέψουν μικρές στιγμές για να «γείρουν λιγάκι» μέσα στη μέρα.

Άλλες, ασφαλέστερες επιλογές περιλαμβάνουν τέτοιες στρατηγικές υγιεινής ύπνου, όπως το να πηγαίνουμε για ύπνο και να σηκωνόμαστε την ίδια ώρα κάθε μέρα.

Κι επίσης:

Αποφυγή διεγερτικών που χορηγούνται χωρίς ιατρική συνταγή, όπως ορισμένα φάρμακα για το κρυολόγημα, περιορισμός του χρόνου τηλεόρασης ή άλλων διεγερτικών δραστηριοτήτων πριν από τον ύπνο, μπάνιο, και χαλαρωτική μουσική ή διαλογισμός το βράδυ. Ο στόχος είναι να επιτύχουμε ύπνο που είναι αναγεννητικός και εδραιωμένος ξεκούραστος χωρίς φάρμακα και, αν είναι δυνατόν, χωρίς διακοπή.

3. Ο ρόλος της υπνικής άπνοιας

Η υπνική άπνοια - δηλαδή η περιοδική διακοπή της αναπνοής μας κατά τη διάρκεια του ύπνου, που οδηγεί σε μικρο-αφυπνίσεις ή πλήρεις αφυπνίσεις μέσα στη νύχτα - είναι η πιο κοινή διαταραχή ύπνου.

Οι άνδρες έχουν δύο έως τρεις φορές περισσότερες πιθανότητες να υποφέρουν από άπνοια σε σύγκριση με τις γυναίκες. Και όπως γίνεται και με την αϋπνία, έτσι και η άπνοια μπορεί να προκαλέσει στους ανθρώπους την ανάγκη για περισσότερες ώρες στο κρεβάτι.

4. Τα γονίδια

Υπάρχει ένα σπάνιο είδος ανθρώπου που μπορεί να τα βγάλει πέρα με μόλις 5 ώρες ύπνου. Και μάλιστα έχουν ποσοστά ενέργειας και αισιοδοξίας υψηλότερα από το μέσο όρο. Αυτοί οι άνθρωποι, σύμφωνα με τους ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια παρουσιάζουν μια μετάλλαξη σε επτά γονίδια, τα οποία διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στη ρύθμιση του ύπνου και της διάθεσής τους.

Συμπερασματικά

Είτε αισθανόμαστε την ανάγκη να κοιμόμαστε περισσότερες ώρες, είτε νιώθουμε εντάξει με 5 ώρες ύπνου, όλα είναι μέσα στο παιχνίδι. Αρκεί να είμαστε σε θέση να ρυθμίσουμε τον ύπνο μας, ώστε να μην μας εμποδίζει να εργαστούμε ή να απολαύσουμε στιγμές με τα αγαπημένα μας πρόσωπα.

Αν διαπιστώσουμε ότι το παρακάνουμε με το χουζούρι και αργούμε στη δουλειά ή τρέχουμε στον δρόμο ή το ανάποδο, ότι δηλαδή δεν ξεκουραζόμαστε με αποτέλεσμα να νιώθουμε εξάντληση όλη μέρα, αυτά είναι σημάδια ότι κάτι δεν πάει καλά. Και τότε, ίσως πρέπει να επαναπροσδιορίσουμε τη ρουτίνα του ύπνου μας.

(Με πληροφορίες από time).