Μπορεί μετά από δύο περίπου χρόνια ο πόλεμος στην Ουκρανία να έχει «υποχωρήσει» πολύ στη διεθνή ειδησεογραφία, ωστόσο η σύγκρουση συνεχίζεται σφοδρότατη, με το κόστος σε ζωές και πόρους να παραμένει τεράστιο- και οι προβλέψεις από τη Dr. Μαρίνα Μιρόν, αναλύτρια του King’s College London είναι μάλλον δυσοίωνες όσον αφορά στο τι μέλλει γενέσθαι στο προσεχές μέλλον.
Η κατάσταση στα μέτωπα
Αναφερόμενη στις εκτιμήσεις περί αδιεξόδου (stalemate) στα μέτωπα των συγκρούσεων, η κ. Μιρόν διαφωνεί, σχολιάζοντας η πρωτοβουλία έχει περάσει στη ρωσική πλευρά, η οποία σημειώνει βραδεία πρόοδο.
Αναφερόμενη στο ουκρανικό προγεφύρωμα στον Δνείπερο, σημειώνει πως σκοπός ήταν να μπορέσουν οι ουκρανικές δυνάμεις να στοχεύουν τις ρωσικές πιο βαθιά στην περιοχή τους, ωστόσο «σε γενικές γραμμές δεν ήταν πολύ επιτυχές- κατάφεραν να μείνουν στην άλλη πλευρά του Δνείπερου, μα δεν κατάφεραν να επεκτείνουν την περιοχή ελέγχου και να κάνουν αυτό που ήθελαν να κάνουν».
Ως προς τις εξελίξεις στην Αβντίβκα, η κ. Μιρόν σημειώνει πως οι Ρώσοι δεν έχουν καταφέρει να την καταλάβουν, έχουν υποστεί βαριές απώλειες μα συνεχίζουν να πιέζουν, ενώ έχουν καταφέρει να πάρουν τη Μαριίνκα. Η Αβντίβκα χαρακτηρίζεται ως σημαντικό προπύργιο για τους Ουκρανούς, το οποίο πλέον υπάρχει περίπτωση να χαθεί.
Στο Κουπιάνσκ επίσης η ρωσική δραστηριότητα δεν συνιστά μια μεγάλη επίθεση, μα αργές κινήσεις για να απωθηθούν οι Ουκρανοί, ενώ νότια του Μπαχμούτ οι ουκρανικές δυνάμεις αντέχουν, αν και οι Ρώσοι κατάφεραν να πάρουν μερικά χωριά. Παράλληλα οι ρωσικές δυνάμεις επιτίθενται και στον άξονα της Ζαπορίζια, και γίνονται προσπάθειες να εκδιωχθούν οι Ουκρανοί από το Ρομπότινε. «Γενικά προσπαθούν να διώξουν τους Ουκρανούς από τη “γκρίζα ζώνη” που πήραν κατά την αντεπίθεση» σχολιάζει χαρακτηριστικά η αναλύτρια.
Όσον αφορά στις επιθέσεις από αέρος, η κ. Μιρόν σχολιάζει πως, αντίθετα με τις εκτιμήσεις πολλών, φέτος δεν φαίνονται να εστιάζουν τόσο σε πολιτικές υποδομές/ αμάχους, καθώς αν δει κανείς τους αριθμούς που αναφέρονται, οι απώλειες αμάχων θα ήταν μεγαλύτερες: «Πρέπει να κατανοήσουμε τι προσπαθούν να κάνουν για να αξιολογήσουμε τη στρατηγική τους στην εκστρατεία από αέρος- δεν είναι σαν την περσινή που στόχευε σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής, στοχεύουν το στρατιωτικό- βιομηχανικό σύμπλεγμα, αποθήκες, εργοστάσια».
«Βλέπουν τη δυτική στήριξη να μειώνεται και είναι σημαντικό για τους Ρώσους να καταστρέψουν τη δυνατότητα της Ουκρανίας να κάνει οτιδήποτε...νομίζω ότι οι Ρώσοι τώρα “κερδίζουν”, με βάση αυτά που συμβαίνουν στο πεδίο της μάχης, απλά επειδή οι Ουκρανοί έχουν προβλήματα. Οι Ρώσοι δεν “κερδίζουν” επειδή είναι ικανοί, μα επειδή οι Ουκρανοί δεν παίρνουν αρκετά βλήματα ώστε να μπορούν να ανταγωνιστούν το ρωσικό πυροβολικό, έχουν λιγότερα drones, έχουν επίσης ελλείψεις προσωπικού και αυτοί που πολεμούν, πολεμούν επί δύο χρόνια ασταμάτητα. Κανονικά στις ΗΠΑ, πχ, υπάρχει rotation κάθε 6 μήνες. Αυτοί είναι εκεί δύο χρόνια, υπάρχουν μεγάλες απώλειες, και οι πολίτες, δεδομένου του νέου νόμου επιστράτευσης, δεν θέλουν, δεν κάνουν ουρές για να πάνε στο μέτωπο. Αυτό είναι μεγάλο πρόβλημα τώρα στην Ουκρανία, καθώς υπάρχει φόβος ότι ο νέος νόμος μπορεί να πολώσει τον πληθυσμό» προσθέτει.
Η κ. Μιρόν εκτιμά πως η δυτική βοήθεια φαίνεται να «στεγνώνει», και κάτι τέτοιο σημαίνει πως η Ουκρανία δεν θα έχει τα μέσα να αντισταθεί- οπότε υπάρχουν συζητήσεις για «ενεργητική άμυνα» ή «στρατηγική άμυνα», με την Ουκρανία να περνά στην άμυνα και να προσπαθεί να κρατήσει περιοχές. «Η Ρωσία παίρνει το πάνω χέρι- περίμεναν να τελειώσει η αντεπίθεση για να αρχίσουν αργά τη δική τους, και νομίζω ότι αυτή είναι η αρχή και ίσως δούμε μεγαλύτερη δραστηριότητα από τη ρωσική πλευρά. Αυτό που θέλουν επίσης είναι αεροπορική υπεροχή ώστε να μην έχουν περιορισμούς στη χρήση αεροπορικής ισχύος, και σε κάποιες περιοχές έχουν όντως τακτική αεροπορική υπεροχή».
Όσον αφορά στο αν αναμένονται μεγάλες/ σημαντικές εξελίξεις στο μέτωπο, η αναλύτρια θεωρεί ότι αν υπάρχουν κάποια που θα μπορούσαν να συμβούν είναι μια πιθανή κατάληψη της Αβντίβκα από τους Ρώσους, η απώθηση των Ουκρανών στη Ζαπορίζια (κάτι που θα μπορούσε να συμβεί σε βάθος εβδομάδων ή μηνών) ή μια νέα ρωσική προσπάθεια προς την κατεύθυνση του Σλαβιάνσκ και του Κραματόρσκ. «Νομίζω ότι θα χρειαστεί καιρός πάντως, δεν είναι έτοιμοι, πρέπει να ενισχυθούν γύρω από το Μπαχμούτ και να το χρησιμοποιήσουν ως εφαλτήριο. Υπάρχουν επίσης εικασίες για το Χάρκοβο- δεν είμαι σίγουρη, θα είχε νόημα, μα νομίζω ότι υπάρχουν άλλες τοποθεσίες πιο σημαντικές, Στην ουσία θα ήταν μέρος του σχεδίου πάντως να πάρουν το Χάρκοβο και ξανά τις περιοχές που έχασαν από τους Ουκρανούς το 2022».
Οι «ρωγμές» στη δυτική στήριξη
Έντονες είναι οι συζητήσεις τον τελευταίο καιρό ως προς το μέλλον της δυτικής στήριξης προς την Ουκρανία – ενδεικτική είναι η περίπτωση της γερμανικής άρνησης για αποστολή πυραύλων cruise τύπου Taurus, ακόμα και με τον Γερμανό υπουργό Άμυνας, Μπόρις Πιστόριους, να προειδοποιεί πως η Ρωσία θα μπορούσε να επιτεθεί μελλοντικά σε χώρα του ΝΑΤΟ.
«Έχουμε από τη μία το αδιέξοδο στο Κογκρέσο των ΗΠΑ, με τους Ρεπουμπλικανούς να αντιδρούν, έχουμε και τον πόλεμο στη Γάζα, με την περιοχή αυτή να γίνεται όλο και πιο “καυτή”, πχ με Ιράν- Πακιστάν, εμπλοκή του Λιβάνου, Υεμένη και Χούθι- η κατάσταση είναι ευμετάβλητη» σχολιάζει η αναλύτρια, προσθέτοντας πως «νομίζω ότι θα υπάρξει μια συνειδητοποίηση ότι δεν μπορούμε απλά να εστιάζουμε στην Ουκρανία».
Όπως επισημαίνει η κ. Μιρόν, πρέπει να κατανοηθεί ότι οι ευρωπαϊκές οικονομίες δεν μπαίνουν σε κατάσταση «οικονομίας πολέμου», ενώ η Ρωσία το έκανε καιρό πριν: «Θα ήταν δύσκολο οι ευρωπαϊκές χώρες, ακόμα και να μην υπήρχε τίποτα άλλο στον κόσμο και να ήθελαν να στείλουν τα πάντα στην Ουκρανία, να καταπιαστούν με τα προβλήματα των διεθνών προμηθευτικών αλυσίδων, που χειροτερεύουν και λόγω των Χούθι. Έχουμε μια πολύπλοκη παγκόσμια εικόνα, όπου το ΝΑΤΟ πρέπει να ορίσει πολύ προσεκτικά τις προτεραιότητές του...ο Στόλτενμπεργκ (γγ του ΝΑΤΟ) έχει πει ότι θα χρειαστούν χρόνια για να αναπληρωθούν τα αποθέματα του ΝΑΤΟ. Αυτό, σε συνδυασμό με την παραγωγή συστημάτων αεράμυνας, βλημάτων...γίνεται πολύ πολύπλοκο να καλυφθούν οι ανάγκες της Ουκρανίας χωρίς να ρισκάρεις να υπονομεύσεις τη δική σου ασφάλεια και τις δυνατότητες των δικών σου ενόπλων δυνάμεων».
Η εκτίμηση της αναλύτριας είναι πως η Ευρώπη ή το ΝΑΤΟ δεν θα μπορέσουν να συνεχίσουν τον βαθμό στήριξης προς την Ουκρανία που υπήρχε ως τώρα, και αυτό είναι κάτι που πλέον γίνεται αντιληπτό: «Οι πολιτικοί έλεγαν όσο θα γίνεται για όσο χρειαστεί κλπ, μα αυτά ήταν πολιτικές δηλώσεις, πρέπει να δούμε την πραγματικότητα, τον πληθωρισμό, τις εκλογές, την οικονομία, άλλα οικονομικά ζητήματα της Ευρώπης. Βλέπουμε ήδη διχασμό και η επίτευξη συμφωνίας για αποστολή βοήθειας στην Ουκρανία γίνεται δυσκολότερη, ειδικά μετά την αποτυχία της αντεπίθεσης. Νομίζω ότι γενικά θα υπάρχει βοήθεια, όχι όμως στην ίδια ποσότητα και η Ουκρανία θα παίρνει λίγο από τα πάντα για να καλύπτει κενά, μα όχι αρκετά για να μπορεί να αλλάξει την κατάσταση δραματικά στο πεδίο της μάχης».
Αναφερόμενη στη ρωσική επιδίωξη για επίτευξη αεροπορικής υπεροχής, η κ. Μιρόν σημειώνει πως η Ρωσία προσπαθεί να καταστρέψει αεράμυνες, μαχητικά και ό,τι άλλο σε αυτό τον τομέα διαθέτει η Ουκρανία: «Από στατιστικές και μόνο, πχ των Financial Times, όχι ρωσικές πηγές, τα αεροπλάνα σταθερών πτερύγων της Ουκρανίας που είναι ικανά για μάχη είναι 79, ενώ τα ρωσικά 1.360. Δεν μετράμε επίσης drones, επιθετικά ελικόπτερα, μόνο τα αεροπλάνα. Θα είναι πολύ δύσκολο για την Ουκρανία να κάνει τη διαφορά».
Ως προς την υπερατλαντική στήριξη, οι αμερικανικές εκλογές αναμένεται να κρίνουν πολλά: «Με τις ΗΠΑ όλα εξαρτώνται από το ποιος θα γίνει πρόεδρος. Οι Ρεπουμπλικάνοι δεν θα κάνουν πίσω τώρα που ο Τραμπ φαίνεται να κερδίζει έδαφος. Νομίζω ότι αυτό τρομάζει πολλές ευρωπαϊκές χώρες, λόγω αυτών που έχει πει κατά καιρούς για το ΝΑΤΟ και την ασφάλειά τους. Οι ευρωπαϊκές χώρες θα πρέπει να το σκαφτούν αυτό, καθώς όλες, ακόμα και η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, έχουν προβλήματα με τις ένοπλες δυνάμεις τους και έπρεπε να σταλούν και δυνάμεις στην Ερυθρά Θάλασσα. Δεν βλέπω πώς θα ταιριάξει η Ουκρανία μέσα σε όλο αυτό» σημειώνει, υπογραμμίζοντας πως, στην πραγματικότητα, ούτε η Ρωσία ούτε το ΝΑΤΟ θέλουν ανοιχτό πόλεμο μεταξύ τους, οπότε είναι περιορισμένη η πραγματική στρατιωτική απειλή σε αυτό το επίπεδο- αν και Ευρωπαίοι πολιτικοί εκφράζουν φόβους για πιθανή επίθεση της Ρωσίας, όπως πχ στη Γερμανία, όπου έχουν υπάρξει ανοιχτές αναφορές για προετοιμασία για πόλεμο με τη Ρωσία. «Νομίζω ότι θα συνεχίσουν να στέλνουν ό,τι μπορούν, μα υπάρχει θέμα – όπως πχ το ποιος θα χρηματοδοτεί την οικονομία της Ουκρανίας».
Πόσο μπορεί να συνεχίσει η Ρωσία
Όσον αφορά στη δυνατότητα της Ρωσίας να συνεχίσει μέχρι να βρεθεί σε θέση να δηλώσει νίκη, η αναλύτρια εκτιμά πως ίσως τελικά να καταφέρει να αντέξει πιο πολύ από τη Δύση, όχι λόγω των στρατιωτικών της ικανοτήτων και επιδόσεων στο πεδίο της μάχης, μα επειδή «ενώ οι ευρωπαϊκές χώρες προσπαθούσαν να απομονώσουν τη Ρωσία, κανείς δεν κοιτούσε τι έκανε αυτή- όλοι κοιτούσαν τι γίνεται στην Ουκρανία και πόσο κακά τα πήγαιναν οι ρωσικές δυνάμεις. Η Ρωσία κατάφερε να πείσει αρκετές χώρες να τη στηρίξουν- δείτε τι γίνεται σε Αφρική, Λατινική Αμερική, Βόρεια Κορέα, Κίνα- με την οποία δεν είναι ακριβώς φίλοι, μα έχουν κοινό εχθρό, εδώ συνεργάζονται- Ινδία. Οι BRICS στην πράξη επεκτείνονται. Η Ρωσία επεκτείνει την παγκόσμια επιρροή της, έχει καλούς φίλους στη Μέση Ανατολή και προσεκτικά εξισορροπεί το διπλωματικό της παιχνίδι μεταξύ Σαουδικής Αραβίας, ΗΑΕ, Ιράν, Συρίας, Τουρκίας».
Όπως σημειώνει η κ. Μιρόν, «στην ουσία η Ρωσία νομίζω ότι θα συνεχίσει να προσπαθεί να εξισορροπήσει τη σχέση με αυτές τις χώρες και να προσπαθεί να επεκταθεί στην Αφρική. Η οικονομία της βασίζεται πολύ στην τιμή του πετρελαίου και οι χώρες του ΟΠΕΚ την καθορίζουν. Επίσης, η παρούσα κρίση στη Μέση Ανατολή ωφελεί τη Ρωσία για πολλούς λόγους...νομίζω ότι συνολικά η Ρωσία ίσως έχει επαρκή πολιτική βούληση και επαρκείς υποστηρικτές για να αντέξει περισσότερο από τις δυτικές χώρες...πολλοί μεγάλοι παίκτες στη διεθνή οικονομία δεν είναι εναντίον της, και νομίζω ότι αυτός θα μπορούσε να είναι ένας από τους λόγους που η Ρωσία μπορεί να αντέξει, ενώ η Δύση έχει τα θέματα των παγκόσμιων προμηθευτών, των ελλείψεων στις στρατιωτικές προμήθειες και όλες αυτές τις συγκρούσεις και κρίσεις- και προφανώς τη “γραφειοκρατικοποίηση” της λήψης αποφάσεων, πρέπει να γίνονται συζητήσεις- αυτή η βραδεία λήψη αποφάσεων είναι πλεονέκτημα στη λήψη αποφάσεων, καθώς ο Πούτιν δεν χρειάζεται να ρωτάει κανέναν».