Σαν σήμερα, το 1822, ο διάδοχος του θρόνου της Πορτογαλίας Πρίγκηπας Πέδρο (ο μετέπειτα Dom Pedro I της Βραζιλίας ) ανεφώνησε “Ανεξαρτησία ή θάνατος!”, ενώπιον του στρατού του παρά τον ποταμό Ipiranga, στη σημερινή πόλη São Paulo της Βραζιλίας. Με την περίφημη ”κραυγή του Ipiranga”, εγκαινίασε επισήμως τον ένοπλο αγώνα εναντίον τού αποικιοκρατικού καθεστώτος του πατέρα του, τού Ιωάννη Στ΄ (João VI), Βασιλέως του Ηνωμένου Βασιλείου της Πορτογαλίας, της Βραζιλίας και της Algarve.
Οι απελευθερωτικοί πόλεμοι της Βραζιλίας (1821-25) και της Ελλάδος (1821-29) συνέπεσαν. Το τρίγωνο Ελλάς-Πορτογαλία-Βραζιλία φωτίζει ανέκδοτο υλικό το οποίο, με τη βοήθεια του Βραζιλιανού ιστορικού και νεοελληνιστή Victor Villon, εντόπισα πρόσφατα στο Εθνικό Αρχείο της Πορτογαλίας.
Πρόκειται για την αλληλογραφία του Πορτογάλου Υπουργού Εξωτερικών και Πολέμου Silvestre Pinheiro Ferreira, κατά το διάστημα 1822-23. Ο Ferreira προσκολλήθηκε στην αυλή του Ιωάννη Στ′ στο Ρίο ντε Τζανέιρο, όπου κατέφυγαν ο μονάρχης με την οικογένειά του, μετά την εισβολή τού Ναπολέοντος στην Πορτογαλία το 1807. Σπούδασε στην Πορτογαλία και την Βραζιλία. Φιλόσοφος και πολιτικός φιλελεύθερος, ο Pinheiro Ferreira μετέφρασε στα πορτογαλικά και σχολίασε το έργο Κατηγορίαι τού Αριστοτέλους (Ρίο ντε Τζανέιρο, έτος έκδοσης, 1813). Έχοντας επανακάμψει με τον Βασιλέα στη Λισαβώνα στις 26 Απριλίου 1821, όταν ξέσπασαν οι εξεγέρσεις της Βραζιλίας και της Ελλάδος, είχε το αξίωμα του υπουργού.
Από μία επιστολή του Pinheiro Ferreira προς τον Πορτογάλο διπλωμάτη στη Ρώμη Luiz Franciso Risso προκύπτει ότι ο υπουργός είχε δεχθεί στη Λισαβώνα το 1822 τον Έλληνα απεσταλμένο Καπετάν Νικόλαο Κεφαλά. Ο τελευταίος μετέφερε μία άγνωστη έως σήμερα πρόταση: να γίνει Βασιλεύς των Ελλήνων ο δεκαεννεάχρονος πρίγκηπας Miguel, ο μικρότερος αδελφός του Dom Pedro. Η επιστολή ανατρέπει την κρατούσα άποψη των ειδικών ότι η πρώτη επιλογή των Ελλήνων ήταν ο Dom Pedro. Η πρόταση του Κεφαλά είναι πολύ πιθανόν να προήλθε από τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο και τον Μητροπολίτη Ουγγροβλαχίας Ιγνάτιο. Ο Μαυροκορδάτος μνημονεύεται στην επιστολή ως Πρίγκηπας και «Πρόεδρος της Γερουσίας (Senado)”. Η λεπτομέρεια αυτή ίσως παραπέμπει στην ιδιότητά του ως Προέδρου του εκτελεστικού σώματος της προσωρινής διοίκησης την οποία, την 15η Ιανουαρίου, θέσπισε η Α′ Εθνική Συνέλευσις στην Επίδαυρο. Ο Ιωάννης Στ′ δεχόταν να στεφθεί βασιλεύς ο Miguel· ζήτησε όμως, όπως σημείωνει ο υπουργός στην επιστολή, να επαναδιατυπωθεί η πρόταση των Ελλήνων «με πιο επίσημο τρόπο».
Στην ίδια επιστολή, ο υπουργός εξουσιοδότησε τον Risso να μεταβεί στα Μέγαρα για να συναντήσει τον Μαυροκορδάτο. Ο Risso ήταν επιφορτισμένος να διαπραγματευθεί με τους Έλληνες «μια αμυντική συμμαχία, υπό τα Συντάγματα των δύο χωρών, κατά των ενόπλων επιθέσεων οποιωνδήποτε δυνάμεων». Ο Pinheiro Ferreira ήλπιζε ότι η ελληνο-πορτογαλική συμμαχία θα διαμορφωνόταν σε «μια μεγάλη συνομοσπονδία ελευθέρων λαών», η οποία θα περιελάμβανε την Ισπανία, τις χώρες της «Ισπανοαμερικής» και ακόμη και τις «Ηνωμένες Πολιτείες της Βορείου Αμερικής».
Η πρόταση σχετικά με τον Miguel επαναλήφθηκε, αυτή τη φορά με τη δέουσα gravitas: την 16η Απριλίου 1822, ο Καπετάν Κεφαλάς, ευρισκόμενος στη Λισαβώνα, απέστειλε δύο επίσημες επιστολές στα ιταλικά (δημοσιευμένες το 1941), τη μία προς τον Miguel, την άλλη προς τον πατέρα του, προσκαλώντας τον Πρίγκηπα να γίνει Βασιλεύς και «Διάδοχος του Μεγάλου Κωνσταντίνου». Επισυνήψε στις επιστολές ένα κατάλογο Ελλήνων αγωνιστών και άλλων προσωπικοτήτων, οι οποίοι υποστήριζαν την πρόσκληση. Πολλοί εξ αυτών, σημειώνει ο καπετάνιος στον κατάλογο, είχαν ταξιδέψει στη Λισαβώνα ή το Ρίο στο παρελθόν. Ο Miguel προφανώς δεν αποδέχθηκε την πρόταση. Εν συνεχεία η πορτογαλική κυβέρνηση διεβίβασε τις επιστολές αυτές στον τότε διάδοχο Dom Pedro στο Ρίο, με την ελπίδα ότι θα δεχόταν αυτός να γίνει μονάρχης στην Ελλάδα. Η απουσία του από τη Βραζιλία θα ενίσχυε το σχέδιο της Λισαβώνας να επανεπιβάλει το καθεστώς τής αποικίας στη χώρα αυτή.
Ο Πέδρο, πέντε μήνες αργότερα, κήρυξε την ανεξαρτησία της Βραζιλίας και, ανήμερα των γενεθλίων του (12 Οκτωβρίου 1822), σε ηλικία 24 ετών, ανακηρύχθηκε Αυτοκράτωρ της Βραζιλίας.
Τον διαδέχθηκε το 1831 ο πεντάχρονος γιος του, Πέδρο Β′ (Dom Pedro II). Γνώστης, μεταξύ άλλων γλωσσών, της αρχαίας ελληνικής, λατινικής, και εβραϊκής, ο Αυτοκράτωρ μετέφρασε το 1870, μεσήλικας πλέον, την τραγωδία Προμηθεύς Δεσμώτης, η οποία σήμερα αποδίδεται, συχνά με επιφυλάξεις, στον Αισχύλο. Η ανέκδοτη ακόμη μετάφραση του Dom Pedro II έχει αποδοθεί σε πεζό λόγο. Ο ελληνιστής Ricardo Neves dos Santos μετέγραψε προ μηνών το αυτοκρατορικό χειρόγραφο 47 σελίδων, το οποίο βρίσκεται στο Ρίο ντε Τζανέιρο. Θεωρεί ότι πρόκειται για εξαιρετική απόδοση. Ο Πέδρο αποδεικνύεται επιμελέστατος αναγνώστης και ερμηνευτής του Αισχύλου. Γιατί όμως επέλεξε τη συγκεκριμένη τραγωδία;
Ορισμένοι μελετητές παρατηρούν ότι ο Πέδρο ταύτισε τον Δία τον οποίο το έργο απεικονίζει ως βίαιο τύραννο με τον δικτάτορα της Παραγουάης Sólano Lopez. Ο Αυτοκράτωρ καταπιάστηκε με τη μετάφραση λίγο μετά τη λήξη του εξαετούς πολέμου μεταξύ, αφ’ ενός των συμμαχικών δυνάμεων της Αργεντινής, Βραζιλίας και Ουρουγουάης και, αφ’ ετέρου, της Παραγουάης. Στην αισχύλεια τραγωδία ο φιλάνθρωπος Τιτάν αντιστέκεται πεισματικά στα βασανιστήρια του Δία. Ο Αυτοκράτωρ-πολίτης Πέδρο, ως ευεργέτης του λαού του, ιδιαιτέρως στον χώρο της εκπαίδευσης και του πολιτισμού, ίσως ταυτιζόταν με τον εκπολιτιστή Προμηθέα, τον δωρητή της τεχνολογίας, των τεχνών και της ελπίδας. Είναι θλιβερή ειρωνεία ότι το Εθνικό Μουσείο στο Ρίο ντε Τζανέιρο, το οποίο προ ημερών κάηκε ολοσχερώς, ήταν η μόνιμη κατοικία του Αυτοκράτορα επί σχεδόν εξήντα χρόνια. Το μουσείο περιείχε πάνω από 700 σημαντικά αντικείμενα ελληνορωμαϊκής τέχνης, τα οποία είχε δωρίσει στο κράτος ο Πέδρο μαζί με την Αυτοκράτειρα Dona Tereza Cristina. Όπως ο Πορτογάλος υπουργός Εξωτερικών Pinheiro Ferreira, έτσι και ο Πέδρο Β′ διαισθανόταν τη ζωτική σημασία του ελληνικού πολιτισμού για την εποχή του.