Κραυγή αγωνίας εκφράζουν οι Ελληνες ξενοδόχοι, μέσω επιστολής της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας τους, προς το Υπουργείο Τουρισμού.
Στην επιστολή επισημαίνεται ότι η εκ των υστέρων επιβολή υποχρεωτικού τεστ κορονοϊού σε όσους έρχονται οδικώς στη χώρα μας, έριξε τις πληρότητες από το 50% στο 20%, ζητώντας να αρθούν οι αποκλεισμοί κρατών, εφόσον θα επιτρέπεται η είσοδος σε όσους έχουν κάνει τεστ και είναι αρνητικό.
Επίσης, εκφράζουν ανησυχία για τη συνέχεια, δεδομένων των ανακοινώσεων για κρούσματα ανά περιοχή, δημιουργώντας ανασφάλεια τόσο στους ξένους, όσο και στους Ελληνες τουρίστες, που ακυρώνουν κρατήσεις.
Παράλληλα, επιθυμούν τη λειτουργία των εσωτερικών δεξαμενών (πισίνες) και των μπουφέ, χωρίς περιορισμούς, ζητώντας ακόμα να τεθούν όροι λειτουργίας για τα διαμερίσματα βραχυχρόνιας μίσθωσης.
Συγκεκριμένα η επιστολή αναφέρει στα κυριότερα σημεία της:
«Μετά τη λήψη, εν μέσω της τουριστικής περιοδού, του μέτρου του υποχρεωτικού τεστ πριν την είσοδο στη χώρα μας, οι κρατήσεις από τις βαλκανικές χώρες πάγωσαν και άρχισαν να ακυρώνονται και οι ήδη πραγματοποιθείσες. Μέσα σε μια ημέρα οι πληρότητες που σε ορισμένες περιοχές της Βόρειας Ελλάδας φαινόταν πως μπορεί να έφθαναν στο 40 και το 50% έπεσαν στο 20%! ».
«Αυτό δε συνέβη όχι λόγω αυτού καθ΄αυτού του μέτρου (το οποίο άλλωστε και εμείς είχαμε προτείνει), αλλά εξαιτίας του γεγονότος πως αυτό προβλέφθηκε κατόπιν εορτής, εν μέσω της τουριστικής περιόδου, με αποτέλεσμα όποιος προγραμματισμός είχε γίνει να ανατραπεί και πάλι. Προσπαθώντας να περιορίσουμε το αρνητικό κλίμα που δημιουργήθηκε και να τονώσουμε τη ζήτηση αναλάβαμε την πρωτοβουλία να προτείνουμε στα μέλη μας να «χρηματοδοτούν» το 50% του κόστους του τεστ για τους πελάτες τους, εφόσον το αποτέλεσμα είναι αρνητικό».
«Παράλληλα εκτός από τις ακυρώσεις που δέχονται τα μέλη μας από τους οδικούς τουρίστες έχουν αρχίσει να έρχονται ακυρώσεις και από Έλληνες πελάτες μας. Και ο λόγος των ακυρώσεων αυτών είναι, σύμφωνα με τα λεγόμενα των πελατών, η (εσφαλμένη) εικόνα που δημιουργείται πως οι προορισμοί στους οποίους υπάρχουν κρούσματα δεν είναι ασφαλείς».
«Ως προς το ζήτημα των ελέγχων, καταρχάς αν αποφασίζουμε ως χώρα πως θέλουμε για τη διασφάλιση της δημόσιας υγείας να κλείσουμε επί της ουσίας τα σύνορά μας στους περισσότερους τουρίστες (γιατί αυτό έγινε με τον οδικό τουρισμό με βάση την απόφαση που λάβατε εν μέσω της τουριστικής περιόδου για υποχρεωτικό τεστ) τότε αφενός μεν η ίδια αντιμετώπιση θα πρέπει να υπάρχει ανεξάρτητα από το μέσο με το οποίο ο επισκέπτης μας έρχεται στη χώρα (οδικώς, με πλοίο ή αεροπλάνο) και αφετέρου δεν νοούνται «αποκλεισμοί» τουριστών βάσει της χώρας προέλευσης. Αφού θα επισκέπτονται τη χώρα μας μόνο όσοι έχουν κάνει το σχετικό τεστ για ποιο λόγο στερούμε τη δυνατότητα να επισκεφθούν τη χώρα μας σε τουρίστες από τη Σερβία ή τη Ρωσία για παράδειγμα;»
«Περαιτέρω από τη στιγμή που θελουμε να είμαστε (και είμαστε) ασφαλής προορισμός θα πρέπει τα υγειονομικά πρωτόκολλα λειτουργίας όλων των επιχειρήσεων να είναι ανάλογα και η τήρηση τους να ελέγχεται με τον ίδιο τρόπο. Δεν είναι δυνατόν να προκαλείται στις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις μια αύξηση στο κόστος λειτουργίας λόγω της εφαρμογής των υγειονομικών πρωτοκόλλων της τάξεως του 5-7%, να τους απαγορεύεται να χρησιμοποιούν τις εσωτερικές κολυμβητικές δεξαμενές, να τους επιβάλλονται ανεφάρμοστοι περιορισμοί στη λειτουργία του μπουφέ, να υποχρεώνονται να συμβληθούν με ιατρό κλπ και γύρω μας να βλέπουμε σε παραλίες, bar, νυχτερινά κέντρα κλπ να μην εφαρμόζεται κανένα απολύτως μέτρο».
«Ως προς τα μέτρα στήριξης των επιχειρήσεων τώρα θέλουμε να επαναλάβουμε πως την παρούσα περίοδο τα ξενοδοχεία είτε άνοιξαν, είτε όχι δεν έχουν έσοδα. Και πώς θα μπορούσαν να έχουν έσοδα όταν η μέση πληρότητα δεν υπερβαίνει το 20% και σε πολλές περιοχές κινείται σε μονοψήφια νούμερα. Οι επιχειρήσεις αυτές πώς θα μπορέσουν να φανούν συνεπείς στις υποχρεώσεις τους, στις δόσεις των ρυθμίσεων των ασφαλιστικών τους εισφορών και των υποχρεώσεών τους προς την εφορία;»
«Τα ξενοδοχεία άνοιξαν όχι γιατί περιμένουν να έχουν έσοδα. Το έπραξαν γιατί θεώρησαν πως αυτό ήταν το σωστο για την Ελλάδα μας και τον τουρισμό μας… Δυστυχώς, όπως εξελίσσεται η κατάσταση, χρειάζεται να ληφθούν γενναίες αποφάσεις προκειμένου οι επιχειρησεις μας να μην υποχρεωθούν να διακόψουν οριστικά τη λειτουργία τους. Κλείνοντας, θα θέλαμε να αναφερθούμε και στο πρόσφατο περιστατικό με την μεταφορά δύο Ρουμάνων τουριστών, που διέμειναν σε κατάλυμα βραχυχρόνιας μίσθωσης, σε ξενοδοχείο καραντίνας».
«Παρά τις συνεχείς διαμαρτυρίες μας συνεχίζετε να επιτρέπετε εν μέσω συνθηκών COVID-19, χωρίς όρους και προϋποθέσεις, τη λειτουργία των καταλυμάτων βραχυχρόνιας μίσθωσης. Τα ξενοδοχεία καραντίνας δεν είναι νοσοκομεία. Βρέθηκαν, μετά από πολλές προσπάθειες και πιέσεις, προκειμένου σε αυτά να μπορούν να μεταφερθούν τουρίστες που διαμένουν σε νόμιμα αδειοδοτημένα τουριστικά καταλύματα. Καταλαβαίνουμε την ανάγκη να διαφυλαχθεί η εικόνα της χώρας και θα βοηθήσουμε για μια ακόμα φορά να βγείτε από ένα αδιέξοδο που οι ίδιοι δημιουργήσατε. Η μόνη απορία μας είναι πότε θα αποφασίσετε και εσείς από την πλευρά σας να προστατεύσετε το ελληνικό τουριστικό προϊόν και την ελληνική ξενοδοχεία».