Το πρόβλημα της βίας στα πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ της χώρας είναι γνωστό, χρόνιο και πολυδαίδαλο. Το γεγονός ότι υπάρχει πρόβλημα, ότι αυτό έχει γιγαντωθεί με ευθύνη όλων και ότι η αντιμετώπισή του απαιτεί δραστικές λύσεις από όλους είναι η μία παραδοχή που στον κοινό νου οφείλει να γεννηθεί εντελώς αβίαστα. Κάτι τέτοιο όμως φαίνεται ότι δεν γεννήθηκε μέσα στις είκοσι σελίδες του πορίσματος της λεγόμενης «Επιτροπής Παρασκευόπουλου», που συστάθηκε για το ζήτημα αυτό, δηλαδή για να προσδιορίσει το πρόβλημα και να προτείνει ουσιαστικές λύσεις.
Επιχειρώντας μια ακροθιγή προσέγγιση στο πρόβλημα, εύκολα διαπιστώνει κανείς ότι μία συγκεκριμένη λέξη συνοψίζει την αρχή του κακού. Απαξίωση. Αδιαφορία για οτιδήποτε επί της ουσίας αφορά στη λειτουργία του δημόσιου πανεπιστημίου. Αδιαφορία πρωτίστως από εκείνους που θα έπρεπε να αφορά κυρίως το ζήτημα της ασφάλειας, τους φοιτητές. Οι πλειοψηφούσες φοιτητικές παρατάξεις, στην καλύτερη περίπτωση, στρουθοκαμηλίζουν, αρεσκόμενες στην παροχή παντός είδους «διευκολύνσεων» προς τη φοιτητιώσα νεολαία, με αντάλλαγμα την εκλογή, την κυριαρχία, την... πρωτοκαθεδρία στην καλοπέραση. Ενίοτε, εκδίδουν κάποιο ψήφισμα καταδίκης της βίας ή παρευρίσκονται σε γενικές συνελεύσεις, όπου εγκρίνουν «πλαίσια» αντιμετώπισης των φαινομένων ανομίας εντός του ιδρύματος. Στη χειρότερη δε περίπτωση, οι εν λόγω παρατάξεις ανέχονται τη βία, τους βανδαλισμούς και τη διαρκή υποβάθμιση, καθώς είναι προκλητικά απαθείας ενώπιον των σοβαρών αυτών ζητημάτων, ενασχολούμενες σταθερά με τη διοργάνωση πάρτι, εκδρομών και λοιπών εκδηλώσεων αναψυχής.
Δεν χρειάζεται να αναφερθεί κανείς στις μικρότερες παρατάξεις και δη τις αριστερίζουσες, που είτε, επίσης, ανέχονται είτε υποδαυλίζουν τη βία, φτάνοντας συχνά στο σημείο να ανεχθούν την «έξωσή» τους από το χώρο του ιδρύματος για χάρη της εγκατάστασης σε αυτόν «συλλογικοτήτων» που δεν έχουν δικαίωμα εγκατάστασης, μολαταύτα κατοικοεδρεύουν σε πρώην γραφεία παρατάξεων, μετατρέποντάς τα σε «χώρους αυτοδιαχείρισης, κοινωνικά χρήσιμους» (μετάφραση: σε χώρους ελεύθερης χρήσης ναρκωτικών, βανδαλισμών δημόσιας περιουσίας και κατάχρησης-καταστροφής του πανεπιστημιακού εξοπλισμού).
Η κατάσταση αυτή είναι γνωστό ότι δεν δημιουργήθηκε πρόσφατα, καθώς και ότι δεν αποτελεί άλλη μια αρνητική συνέπεια της κρίσης. Υφίσταται για χρόνια και μαστίζει το δημόσιο πανεπιστημιακό σύστημα. Η προσπάθεια αντιμετώπισης του φαινομένου με το νόμο Διαμαντοπούλου, το 2011 – μέσω της κατάργησης του ασύλου – έπεσε εν τέλει στο κενό, καθώς ο νόμος (ψηφισθείς από 255 επί 300 βουλευτών της τότε κοινοβουλευτικής περιόδου) δεν εφαρμόστηκε ποτέ στην πληρότητά του, με ευθύνη και των διοικήσεων των ιδρυμάτων, αλλά και των μετέπειτα ηγεσιών του υπουργείου παιδείας.
Επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, ο νόμος καταργήθηκε και τυπικά και ουδεμία μεταβολή συνετελέσθη προς το καλύτερο, το αντίθετο μάλιστα. Η υποβάθμιση συνεχίζεται, η έμπρακτη αδιαφορία όλων (πολιτικών κομμάτων, φοιτητών, ακαδημαϊκών δασκάλων) παρέμεινε στα ίδια επίπεδα και τα μόνα που αυξήθηκαν είναι τα φαινόμενα βίας.
Ενώπιον αυτής της κατάστασης, το υπουργείο Παιδείας αποφάσισε να αναλάβει «δράση». Μία επιτροπή υπό τον πρώην υπουργό Δικαιοσύνης, καθηγητή της νομικής Νίκο Παρασκευόπουλο, συστάθηκε προκειμένου να διαπιστώσει την κατάσταση και να προτείνει – υποτίθεται – απτές λύσεις. Ικανό χρονικό διάστημα πέρασε έως ότου η επιτροπή κατέληξε στο πολυαναμενόμενο πόρισμά της.
Και αντί δραστικών λύσεων, το εικοσασέλιδο κείμενο χρησιμοποίησε χαρτί και μελάνι προκειμένου να κάνει κυριολεκτικά... μία τρύπα στο νερό. Ατελείωτες γενικολογίες, θεωρητικές προσεγγίσεις και προτάσεις μακριά από την πραγματικότητα. Σε πολλά σημεία του το πόρισμα προβάλλει ως λύση τη σύσταση διαφόρων επιτροπών με αντικείμενο την επιστημονική συζήτηση και ανάλυση των φαινομένων βίας, ενώ σε άλλα σημεία οι προτάσεις είναι ιδιαιτέρως... ευφάνταστες (!)
Πιο συγκεκριμένα, σταχυολογώ εκ του πορίσματος:
· Για τις καταλήψεις: Η επιτροπή Παρασκευόπουλου εισηγείται σε περίπτωση που οι καταλήψεις προκαλούνται από εξωπανεπιστημιακούς, να εφαρμόζεται ό,τι προβλέπει ο νόμος σε περιπτώσεις τέλεσης αξιόποινων πράξεων. Ορθόν.
· Κατά τη διάρκεια, όμως, καταλήψεων που πραγματοποιούνται από φοιτητές του πανεπιστημίου, προτείνεται ο... διάλογος, ενώ επίσης προτείνεται και η δημιουργία χώρων αναψυχής για τους φοιτητές στη διάρκεια των καταλήψεων (!)
· Για τα υπό κατάληψη «στέκια» των πανεπιστημίων, προτείνεται αυτά να ελευθερωθούν και σε αντάλλαγμα να «προσφερθούν» στους καταληψίες άλλοι χώροι προς... κατοικοέδρευση.
· Ως προς τη διακίνηση ναρκωτικών, η επιτροπή Παρασκευόπουλου προτείνει ανάπτυξη street work για τον περιορισμό της βλάβης, δημιουργία μονάδων ψυχοκοινωνικής στήριξης φοιτητών σε όλα τα ΑΕΙ και κατάλληλη στελέχωσή τους, αλλά και οργάνωση σχετικών μεταπτυχιακών προγραμμάτων. Περί παρέμβασης κρατικών αρχών, καθαρισμού και μεταφοράς των εξαρτησιομανών σε νοσηλευτικά ιδρύματα ούτε λόγος.
· Αναφορικά με τις ληστείες και τις εκρήξεις ATM, προτείνεται η απομάκρυνση όλων των ΑΤΜ από τα πανεπιστήμια, προφανώς για να μην «προκαλούν» με την ύπαρξή τους τα... ατίθασα νιάτα.
· Ένα σωστό μέτρο που προτείνεται είναι ο επαρκής φωτισμός στους προαύλιους χώρους, με εξοπλισμό που να μη μπορεί να καταστραφεί. Ωστόσο, ευθύς αμέσως το πόρισμα σπεύδει να εκτοξεύσει την επόμενη τραγική «πρόταση»: όταν το θύμα είναι φοιτητής ή καθηγητής, δεν πλήττεται η άρχουσα τάξη, καθώς και όταν στόχος είναι το πανεπιστήμιο, οι ζημιές δεν μπορούν εύκολα και χωρίς τελική επιβάρυνση των φορολογουμένων να αποκατασταθούν.
Από το πόρισμα απουσιάζει παντελώς η λήψη μέτρων καταστολής, ακόμη και στις περιπτώσεις κλοπών, εκρήξεων και διακίνησης ναρκωτικών. Η μοναδική διάκριση στην οποία προχώρησε η επιτροπή ήταν εκείνη ανάμεσα σε ενδοπανεπιστημιακούς και εξωπανεπιστημιακούς ταραξίες. Λες και αν ο ταραξίας, καταληψίας, ληστής, έμπορος ή βαποράκι είναι ενδοπανεπιστημιακός, το αδίκημα... παραγράφεται!
Είναι φανερό ότι μια τέτοια πρόταση «αναδιαμόρφωσης» του τρόπου αντιμετώπισης της βίας και της ανομίας στα ελληνικά πανεπιστημιακά ιδρύματα (η οποία, ειρήσθω εν παρόδω, χαιρετίστηκε πανηγυρικά από τον υπουργό Παιδείας) όχι απλώς δεν αποτελεί λύση σε κάποιο πρόβλημα, αλλά είναι δηλωτική των ιδεοληψιών, της ουσιαστικής αδιαφορίας και της ατολμίας των ιθυνόντων.
Αλλά ας μην είμαστε προκατειλημμένοι. Αν την επόμενη φορά που κάποιος λ.χ. θα ληστέψει/παρενοχλήσει μια φοιτήτρια, εκείνη δεν έχει παρά να ανοίξει μαζί του έναν κοινωνικά επωφελή διάλογο περί της χρησιμότητας ή μη της συγκεκριμένης πράξης του και να καταθέσει τα συμπεράσματα από τη συζήτηση στην αρμόδια ακαδημαϊκή επιτροπή. Δεν αποκλείεται η περίπτωσή της να αποτελέσει και θέμα μελλοντικού επιστημονικού συμποσίου!