Με μια συνοπτική ανακοίνωση πληροφορηθήκαμε ότι η κυβέρνηση αποφάσισε την αύξηση του κατώτατου μισθού, με άμεση μάλιστα εφαρμογή, χωρίς καμία περίοδο προετοιμασίας και μετάβασης.
Την ανακοίνωση αυτή, ακολούθησε ο σκεπτικισμός των κοινωνικών φορέων, όπως και η πιο ενεργητική αντίδραση των θεσμών που δεν είδαν με το ίδιο θετικό μάτι μια φαινομενικά θετική εξέλιξη για τους εργαζόμενους που αμείβονται στον βασικό μισθό.
Κατ’αρχάς η αύξηση του κατώτατου μισθού είναι μια θετική απόφαση, έστω και αν καθυστέρησε για δύο περίπου χρόνια η εφαρμογή της. Αναλύοντας εντούτοις την απόφαση αυτή, αντιλαμβανόμαστε ότι τα αρνητικά δεδομένα που δημιουργεί είναι πολύ πιο σημαντικά από το ίδιο το θετικό της αύξησης των μισθών.
Σε πρώτο πλάνο οι ίδιοι οι ωφελημένοι από την αύξηση του κατώτατου μισθού, οι οποίοι θα δουν μια μικρή -καθόλου αμελητέα σε πολλές περιπτώσεις- αύξηση των ετήσιων εισοδημάτων τους, που θα είχε ουσιαστικό νόημα και αξία εάν αυτή δεν συνδυαζόταν με τη μείωση του αφορολογήτου, για την οποία έχει δεσμευτεί ήδη η κυβέρνηση. Επί της ουσίας δηλαδή οι εργαζόμενοι που θα δουν αύξηση στο μισθό τους, θα κληθούν να πληρώσουν περισσότερα σε φόρους.
Την ίδια στιγμή το μικρό αυτό όφελος στους εργαζόμενους δημιουργεί ένα άμεσο, σημαντικό πλήγμα στην ελληνική επιχείρηση, κυρίως στις μικρομεσαίες, οι οποίες θα δουν για ακόμη μια φορά τις αντοχές τους να δοκιμάζονται.
Στην ελληνική επιχείρηση που έχοντας κάνει τον σχεδιασμό της για το 2019 έμαθε σε λίγες ημέρες ότι αυξήθηκε το εργοδοτικό της κόστος έως και 10%, ανατρέποντας κάθε έννοια προγραμματισμού. Στην ελληνική επιχείρηση που έμαθε ότι τον επόμενο μήνα πρέπει να αυξήσει τις χρηματορροές της, ανεξάρτητα εάν έχει μηδαμινή έως μηδενική πρόσβαση σε δανεισμό. Που έχει καταρτίσει κοστολόγια των προϊόντων και των υπηρεσιών της βάσει και του κόστους εργασίας και θα πρέπει για ακόμη μια φορά να απορροφήσει ένα κόστος, συμπιέζοντας περισσότερο την ήδη περιορισμένη δυνατότητα του όποιου κέρδους.
Για να δημιουργήσει αξία η αύξηση του κατώτατου μισθού θα έπρεπε υποχρεωτικά να συνοδευτεί, αν όχι να ακολουθήσει, άλλες πολιτικές οι οποίες θα ενισχύσουν την ανάπτυξη και θα επιτρέψουν στις επιχειρήσεις να απορροφήσουν αυτή την αύξηση χωρίς προβλήματα. Αντί για αύξηση φόρων και εισφορών που υπονομεύουν την επιχειρηματικότητα τα τελευταία χρόνια, η αύξηση του κατώτατου μισθού πρέπει να συνδυαστεί με μείωση της φορολογίας για τις επιχειρήσεις, μείωση της γραφειοκρατίας, ενίσχυση της ρευστότητα τους και τελικά αύξηση της ανταγωνιστικότητας τους.
Σε πολλές περιπτώσεις έχω αναρωτηθεί εάν η αύξηση των επενδύσεων, η μείωση της ανεργίας με την αύξηση των θέσεων εργασίας, όπως και η γενικότερη ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας αντιμετωπίζονται από την σημερινή κυβέρνηση ως μέρος της λύσης ή απλά αποτελούν κούφιες εξαγγελίες χωρίς καμία πρόθεση να ενσωματωθούν σε ένα πραγματικά στρατηγικό σχεδιασμό.
Βασική προϋπόθεση για την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας είναι η σταθερότητα. Σταθερότητα κανόνων, πλαισίου, λειτουργίας της αγοράς. Είναι προφανές πλέον ότι η επιχειρηματικότητα αντιμετωπίζεται στην Ελλάδα ως μια παράπλευρη απώλεια μιας, στην καλύτερη περίπτωση, μικροπολιτικής τακτικής.