Τα τελευταία χρόνια, οι συζητήσεις σχετικά με τη χρήση κινητών τηλεφώνων από παιδιά και εφήβους είναι συχνές όχι μόνο μεταξύ των επιστημόνων αλλά και ανάμεσα στο ευρύ κοινό. Η πρόσφατη εγκύκλιος του Υπουργείου Παιδείας για την απαγόρευση της χρήσης κινητών τηλεφώνων και άλλων ηλεκτρονικών συσκευών στα σχολεία από τα παιδιά της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης προκάλεσε νέο ενδιαφέρον και αρκετές συζητήσεις μεταξύ μαθητών, γονέων, εκπαιδευτικών, αλλά και επιστημόνων. Αν και είναι κατανοητό ότι απαιτούν δράση οι ανησυχίες για τον υπερβολικό χρόνο που τα παιδιά δαπανούν σήμερα μπροστά σε διάφορες οθόνες και όχι στον πραγματικό κόσμο, αλλά και φαινόμενα όπως ο κυβερνοεκφοβισμός ή ζητήματα όπως η ασφάλεια στον κυβερνοχώρο, μια γενική απαγόρευση των κινητών τηλεφώνων δεν αντιμετωπίζει επαρκώς τα βασικά ζητήματα που σχετίζονται με τη χρήση τους. Αντί της απόλυτης και οριζόντιας απαγόρευσης, μία πιο ισορροπημένη προσέγγιση που επικεντρώνεται στον ψηφιακό αλφαβητισμό, την υπεύθυνη χρήση και την ενσωμάτωση της τεχνολογίας στα μαθησιακά περιβάλλοντα θα μπορούσε να προσφέρει πιο βιώσιμες λύσεις. Στη συνέχεια αυτής της σύντομης παρέμβασης θα επιχειρήσουμε μια διερεύνηση της λογικής πίσω από την απαγόρευση των κινητών τηλεφώνων και τη διατύπωση ορισμένων επιχειρημάτων για να δείξουμε πως τέτοια μέτρα μπορεί να είναι αναποτελεσματικά και εσφαλμένα.
Οι λόγοι πίσω από την απαγόρευση
Οι υποστηρικτές της απαγόρευσης των κινητών τηλεφώνων στα σχολεία συνήθως επικαλούνται διάφορα επιχειρήματα:
Η παρουσία ενός κινητού τηλεφώνου στο περιβάλλον μας, όπως δείχνει η σύγχρονη έρευνα, μπορεί να λειτουργήσει ως ένας πολύ σημαντικός παράγοντας απόσπασης της προσοχής μας. Οι μαθητές μπορεί να ανταλλάσσουν μηνύματα, να περιηγούνται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και το διαδίκτυο ή ακόμη να παίζουν παιχνίδια κατά τη διάρκεια του μαθήματος, γεγονός που παρεμποδίζει τη συγκέντρωσή τους στο κύριο έργο τους -τη μάθηση- κατά την παρουσία τους στη σχολική τάξη. Τα τηλέφωνα μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθούν για αντιγραφή κατά τη διάρκεια των εξετάσεων, να διευκολύνουν τη λογοκλοπή και να θέσουν σε κίνδυνο την ακαδημαϊκή ακεραιότητα.
Ο υπερβολικός χρόνος μπροστά στις οθόνες, συμπεριλαμβανομένης της έκθεσης στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, έχει συνδεθεί με άγχος, κατάθλιψη, επιδράσεις στις νοητικές λειτουργίες και άλλους κινδύνους για την ψυχική υγεία, ιδίως μεταξύ των εφήβων.
Η έννοια του «ψηφιακού εθισμού» αναγνωρίζεται όλο και περισσότερο, καθώς τα παιδιά και οι έφηβοι εμφανίζονται περισσότερο εξαρτημένοι από τις συσκευές τους, συχνά εις βάρος της πρόσωπο με πρόσωπο κοινωνικής αλληλεπίδρασης και της σωματικής δραστηριότητας.
Βέβαια, μια προσεκτική μελέτη της εγκυκλίου του Υπουργείου και η έμφαση στην απαγόρευση χρήσης συσκευών με κάμερα, δείχνει πως ο βασικός λόγος πίσω από την απαγόρευση μάλλον είναι ο εκφοβισμός: Η αύξηση της χρήσης των κινητών τηλεφώνων έχει οδηγήσει σε αυξημένες περιπτώσεις κυβερνοεκφοβισμού, όπου οι μαθητές χρησιμοποιούν εφαρμογές κοινωνικών μέσων ή υπηρεσίες ανταλλαγής μηνυμάτων για να πειράξουν, να παρενοχλήσουν, ή να εκφοβίσουν τους συμμαθητές τους.
Ενώ οι παραπάνω ανησυχίες είναι απολύτως βάσιμες, η οριζόντια απαγόρευση των κινητών τηλεφώνων είναι μάλλον μια λύση του τύπου «πονάει κεφάλι – κόβει κεφάλι», η οποία και αγνοεί το ευρύτερο πολιτισμικό, τεχνολογικό και εκπαιδευτικό πλαίσιο στο οποίο ζουν τα σημερινά παιδιά και οι έφηβοι. Για να κατανοήσουμε γιατί συμβαίνει αυτό, είναι απαραίτητο να διερευνήσουμε τα μειονεκτήματα μιας γενικής απαγόρευσης και τις πιθανές εναλλακτικές λύσεις.
Τα προβλήματα με την οριζόντια απαγόρευση
Τα κινητά τηλέφωνα αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του σημερινού κόσμου και τα παιδιά και οι έφηβοι τα χρησιμοποιούν όχι μόνο για ψυχαγωγία αλλά και για επικοινωνία, έρευνα και μάθηση. Με την πλήρη απαγόρευση των κινητών τηλεφώνων, τα σχολεία μπορεί να δημιουργήσουν ακούσια μια αποσύνδεση μεταξύ των καθημερινών εμπειριών των μαθητών και του εκπαιδευτικού περιβάλλοντος. Αυτή η αποσύνδεση μπορεί να ενισχύσει τη δυσαρέσκεια και να μειώσει τη δέσμευση των μαθητών. Αντί να προσποιούμαστε ότι τα κινητά τηλέφωνα δεν υπάρχουν κατά τη διάρκεια των σχολικών ωρών, είναι πιο αποτελεσματικό να διδάσκουμε στους μαθητές πώς να διαχειρίζονται υπεύθυνα τη χρήση τους, να διαχειρίζονται την υπερφόρτωση από πληροφορίες και να αναγνωρίζουν την παραπληροφόρηση.
Τα έξυπνα τηλέφωνα και οι εφαρμογές που φιλοξενούν δεν είναι μόνο πηγές απόσπασης της προσοχής- μπορούν επίσης να είναι ισχυρές εκπαιδευτικές συσκευές. Επιτρέπουν την πρόσβαση σε ένα τεράστιο πλήθος πληροφοριών, εκπαιδευτικές εφαρμογές και εργαλεία συνεργασίας που μπορούν να εμπλουτίσουν τη μαθησιακή διαδικασία και εμπειρία. Για παράδειγμα, οι μαθητές μπορούν να χρησιμοποιούν τα τηλέφωνά τους για να διεξάγουν έρευνα, να δημιουργούν ψηφιακές εργασίες, να συνεργάζονται με τους συμμαθητές τους ή να συμμετέχουν σε διαδικτυακά φόρουμ. Η απαγόρευση των τηλεφώνων αφαιρεί αυτές τις ευκαιρίες και μειώνει την ικανότητα των εκπαιδευτικών να αξιοποιούν την τεχνολογία με καινοτόμους τρόπους. Σε έναν κόσμο όπου ο ψηφιακός αλφαβητισμός γίνεται ολοένα και πιο σημαντικός, τα σχολεία θα έπρεπε να προωθούν αυτές τις δεξιότητες και όχι να περιορίζουν την πρόσβαση στα εργαλεία που θα χρειαστούν οι μαθητές στο μέλλον.
Στον σημερινό ψηφιακό κόσμο, επίσης, είναι ζωτικής σημασίας να διδάσκονται οι μαθητές πώς να είναι υπεύθυνοι ψηφιακοί πολίτες. Η απαγόρευση των κινητών τηλεφώνων παραμελεί αυτή τη σημαντική πτυχή της σύγχρονης εκπαίδευσης. Τα παιδιά και οι έφηβοι πρέπει να μάθουν πώς να χρησιμοποιούν την τεχνολογία με υπευθυνότητα, πώς να θέτουν όρια και πώς να συμμετέχουν στις διαδικτυακές κοινότητες ακολουθώντας δεοντολογικούς κανόνες. Η απαγόρευση των κινητών τηλεφώνων στερεί από τους μαθητές την ευκαιρία να εξασκήσουν αυτές τις δεξιότητες σε ένα ελεγχόμενο και υποστηρικτικό περιβάλλον, αφήνοντάς τους απροετοίμαστους να διαχειριστούν τη χρήση της τεχνολογίας εκτός σχολείου. Θα έχει ενδιαφέρον, για παράδειγμα, να μας εξηγήσουν οι αρμόδιοι πώς ένας μαθητής που θα χρειαστεί να χρησιμοποιήσει τη συσκευή του για να στείλει ένα μήνυμα μέσω της εφαρμογής «Safe Youth» (το panic button για ανηλίκους) θα μπορεί να το κάνει όταν το κινητό του τηλέφωνο πρέπει να παραμένει ανενεργό μέσα στην τσάντα του καθ’ όλη τη διάρκεια της παρουσίας του στον σχολικό χώρο.
Η απαγόρευση των κινητών τηλεφώνων δεν αντιμετωπίζει σε καμία περίπτωση τις βασικές αιτίες των προβληματικών συμπεριφορών, όπως η απόσπαση της προσοχής, ο διαδικτυακός εκφοβισμός ή τα ζητήματα ψυχικής υγείας. Αντί να αντιμετωπίσει τους λόγους για τους οποίους οι μαθητές κάνουν εσφαλμένη χρήση των τηλεφώνων τους, απλώς αφαιρεί τις συσκευές, απομακρύνοντας το πρόβλημα από το οπτικό μας πεδίο. Για παράδειγμα, αν οι μαθητές στρέφονται στα τηλέφωνά τους από πλήξη ή απομάκρυνση, η λύση έγκειται στη δημιουργία ενός πιο ελκυστικού και διαδραστικού μαθησιακού περιβάλλοντος, όχι απλώς στην απαγόρευση της συσκευής. Ομοίως, ζητήματα όπως ο διαδικτυακός εκφοβισμός είναι συμπτώματα βαθύτερων κοινωνικών και συναισθηματικών προβλημάτων που απαιτούν στοχευμένες παρεμβάσεις, συμπεριλαμβανομένης της προώθησης της ενσυναίσθησης, της διαδικτυακής ασφάλειας και της ψηφιακής υπευθυνότητας.
Τέλος, τα παιδιά και οι έφηβοι συχνά αντιστέκονται στην εξουσία και αναζητούν τρόπους για να παρακάμψουν εκείνους τους κανόνες που θεωρούν άδικους. Η απαγόρευση της χρήσης των κινητών τηλεφώνων, τα οποία ωστόσο οι μαθητές θα φέρνουν στο σχολείο, μπορεί απλώς να οδηγήσει στην κρυφή χρήση τους. Αυτό προάγει μια κουλτούρα παραβίασης κανόνων και μυστικότητας, αντί μια κουλτούρα ανοιχτού διαλόγου και υπεύθυνης χρήσης. Επιπλέον, όταν απαγορεύονται τα κινητά τηλέφωνα, τα σχολεία μπορεί να χρειαστεί να αφιερώσουν περισσότερους πόρους για την επιβολή και τα πειθαρχικά μέτρα, γεγονός που μπορεί να επιβαρύνει τις σχέσεις μεταξύ μαθητών και εκπαιδευτικών.
Υπάρχει μια περισσότερο ισορροπημένη προσέγγιση;
Αντί να απαγορευθούν οριζόντια τα κινητά τηλέφωνα (αντιμετωπίζοντας τα παιδιά όλων των βαθμίδων και τάξεων με τον ίδιο τρόπο, ανεξάρτητα από το αν πρόκειται για «πρωτάκια» του δημοτικού ή τελειόφοιτους του Λυκείου, οι οποίοι σημειωτέον έχουν πλέον εκλογικό δικαίωμα), το εκπαιδευτικό μας σύστημα έπρεπε να εξετάσει μια πιο ισορροπημένη προσέγγιση, η οποία περιλαμβάνει τη διδασκαλία των μαθητών σε υπεύθυνη χρήση του τηλεφώνου, διατηρώντας παράλληλα ένα δομημένο περιβάλλον που ευνοεί τη μάθηση. Πώς θα μπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο;
Ανάπτυξη προγραμμάτων ψηφιακού γραμματισμού: Ο ψηφιακός εγγραμματισμός θα πρέπει να αποτελεί βασικό συστατικό της σύγχρονης εκπαίδευσης. Τα σχολεία θα πρέπει να ενσωματώσουν προγράμματα σπουδών που διδάσκουν τους μαθητές για τα οφέλη και τις παγίδες της χρήσης κινητών τηλεφώνων. Αυτό περιλαμβάνει την εκπαίδευση των μαθητών σχετικά με τους κινδύνους του διαδικτυακού εκφοβισμού, τη σημασία της ιδιωτικής ζωής και τον τρόπο αποφυγής των περισπασμών. Επιπλέον, η διδασκαλία των μαθητών πώς να θέτουν χρονικά όρια, να χρησιμοποιούν τις εφαρμογές με σύνεση αλλά και να θέτουν περιόδους ψηφιακής αποτοξίνωσης μπορεί να συμβάλει στην προώθηση πιο υγιών σχέσεων με την τεχνολογία. Αυτές είναι δεξιότητες κρίσιμης σημασίας στις ημέρες μας, απαραίτητες όχι μόνο κατά τη διάρκεια της λειτουργίας του σχολείου, αλλά καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας.
Αξιοποίηση των κινητών τηλεφώνων για εκπαιδευτικούς σκοπούς: Αντί να αντιμετωπίζουν τα κινητά τηλέφωνα αποκλειστικά ως πηγή περισπασμών και προβλημάτων, τα σχολεία θα μπορούσαν να διερευνήσουν τρόπους ενσωμάτωσής τους στη μαθησιακή διαδικασία. Τα κινητά τηλέφωνα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για έρευνα, διαδραστικές μαθησιακές δραστηριότητες και συνεργατικά έργα. Εφαρμογές που υποστηρίζουν την εκπαίδευση, όπως πλατφόρμες κουίζ ή εργαλεία μελέτης, μπορούν να ενσωματωθούν στο πρόγραμμα σπουδών. Δείχνοντας στους μαθητές τις θετικές χρήσεις της τεχνολογίας, τα σχολεία μπορούν να μετατοπίσουν την εστίαση από την απαγόρευση στην ενδυνάμωση στην καθημερινή τους ζωή.
Προληπτική αντιμετώπιση της ψυχικής υγείας και του διαδικτυακού εκφοβισμού: Αντί να απαγορεύουν τα κινητά τηλέφωνα, τα σχολεία θα πρέπει να εφαρμόζουν προληπτικά προγράμματα για την αντιμετώπιση ζητημάτων όπως η ψυχική υγεία και ο διαδικτυακός εκφοβισμός. Τα σχολεία μπορούν να παρέχουν συμβουλευτικές υπηρεσίες, ομάδες υποστήριξης και εκπαιδευτικά προγράμματα για να βοηθήσουν τους μαθητές να αντιμετωπίσουν τις συναισθηματικές και ψυχολογικές προκλήσεις που σχετίζονται με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τις διαδικτυακές αλληλεπιδράσεις. Ο καθορισμός σαφών κατευθυντήριων γραμμών για τη διαδικτυακή συμπεριφορά και η δημιουργία ενός περιβάλλοντος όπου οι μαθητές θα αισθάνονται ασφαλείς αναφέροντας τον διαδικτυακό εκφοβισμό αποτελούν βασικά βήματα για τον μετριασμό των αρνητικών επιπτώσεων των κινητών τηλεφώνων.
Γονική συμμετοχή: Τα σχολεία θα πρέπει να συνεργάζονται στενά με τους γονείς και την ευρύτερη επιστημονική κοινότητα για την αντιμετώπιση των προκλήσεων της χρήσης των κινητών τηλεφώνων και των άλλων ψηφιακών συσκευών. Η ανοιχτή επικοινωνία σχετικά με τις προσδοκίες και τις κατευθυντήριες γραμμές στο σπίτι και στο σχολείο μπορεί να δημιουργήσει μια πιο ενιαία προσέγγιση στη διαχείριση της τεχνολογίας. Επιπλέον, τα σχολεία θα μπορούσαν να προσφέρουν εργαστήρια ή σεμινάρια για τους γονείς ώστε να τους βοηθήσουν να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις της ανατροφής των παιδιών στην ψηφιακή εποχή. Αυτό προάγει μια συνεργατική προσπάθεια όπου τα σχολεία και οι γονείς μοιράζονται την ευθύνη για τη διδασκαλία της υπεύθυνης χρήσης της τεχνολογίας στα παιδιά.
Συνοψίζοντας, η οριζόντια απαγόρευση των κινητών τηλεφώνων από τα σχολεία μπορεί να παρουσιάζεται ως η αυτονόητη και εύκολη λύση στα προβλήματα που σχετίζονται με τη χρήση τους, αλλά τελικά αποτυγχάνει να αντιμετωπίσει τα υποκείμενα ζητήματα. Μια πιο μελετημένη προσέγγιση που περιλαμβάνει την εκπαίδευση για την υπεύθυνη χρήση του τηλεφώνου, την ενσωμάτωση της τεχνολογίας στη μάθηση και τη συνεργασία με τους γονείς μπορεί να προσφέρει πιο αποτελεσματικές και μακροχρόνιες λύσεις. Τα κινητά τηλέφωνα αποτελούν μόνιμο στοιχείο της σύγχρονης ζωής και τα σχολεία έχουν μια μοναδική ευκαιρία να καθοδηγήσουν τους μαθητές στην υπεύθυνη και εποικοδομητική χρήση τους. Με τον τρόπο αυτό, οι εκπαιδευτικοί μπορούν να βοηθήσουν τους μαθητές να αναπτύξουν τις δεξιότητες που χρειάζονται για να λειτουργήσουν αποτελεσματικά και με ασφάλεια στον ψηφιακό κόσμο, αντί να εφαρμόζουν μια απαγόρευση που δημιουργεί περισσότερα προβλήματα από όσα λύνει.