Τα Σαβατοκύριακα στη Γερμανία συνηθίζονται οι ανοιχτές αγορές, που δεν έχουν να κάνουν με τις λαϊκές και τα σημεία άμεσης διάθεσης των προϊόντων μικρών παραγωγών. Πρόκειται για τις αγορές μεταχειρισμένων οι οποίες είναι θεσμός στις γιορτές, αλλά και εκτός γιορτινών περιόδων βρίσκονται συχνά, σε πάρκα, προαύλια σχολείων και εκκλησιών όταν το επιτρέπει ο καιρός, ενώ το χειμώνα στήνονται σε κλειστά γυμναστήρια, δημοτικά κτίρια ή και σε διαδρόμους εμπορικών κέντρων.
Σε αυτές τις αγορές υπάρχει ότι μπορεί να φανταστεί κανείς και να φύγει στο τέλος με κάτι που δεν θα ξέρει τί να το κάνει. Οι πωλητές θέλουν να απαλλαγούν από περιττά αντικείμενα που μάζεψαν στις αποθήκες τους και οι αγοραστές εξασκούνται στην τέχνη των εμπορικών διαπραγματεύσεων, εν γνώσει τους ότι έπειτα θα σπάσουν να νεύρα τους για να βρουν μία κάποια χρησιμότητα στο νέο τους απόκτημα. Μία κάλτσα σκούρα χειμωνιάτικη δύσκολα θα φορεθεί με μία πολύχρωμη καλοκαιρινή και ακόμη πιό δύσκολα θα αξιοποιηθεί ένα τραπεζάκι με σπασμένα πόδια.
Κάποιες από αυτές τις αγορές έχουν κοινοτικό σκοπό, τη συγκέντρωση χρημάτων για την παιδική χαρά της γειτονιάς, το κέντρο φιλοξενίας αστέγων κλπ. Υπάρχουν και αγορές που αποσκοπούν στο προσωπικό κέρδος, μικρό φυσικά, που ούτε σαν συμπληρωματικό εισόδημα μπορεί να εκληφθεί, εντούτοις απολαύνουν τον ίδιο σεβασμό και όλες χαρακτηρίζονται ειδικού σκοπού. Ως εκ τούτου τυγχάνουν ειδικής μεταχείρισης στο γερμανικό μοντέλο της ελεύθερης κοινωνικής οικονομίας. Δεν έχουν φορολογικές υποχρεώσεις, τέλη ή άλλες επιβαρύνσεις, εν ολίγοις είναι μηδενικού δημοσιονομικού αποτυπώματος. Εξού και ο γενικός τίτλος Ψιλοαγορά-κυριολεκτικά Ψυλλοαγορά- Flohmarkt.
Οι ανοιχτές αγορές έχουν αναστείλει την δραστηριότητά τους λόγω της επιδημίας. Και να μην επιβάλλονταν απαγορεύσεις ποιός θα πήγαινε για...ψύλλους όταν δεν ξέρει τι του ξημερώνει. Το πολύ-πολύ, πάει στην αποθήκη του και ανακατεύει ότι έχει.
Έτσι και η γερμανική κυβέρνηση, μπήκε στην αποθήκη, πήρε την εργαλειοθήκη που διαθέτει από παλιά και ανακάτεψε όλα τα άχρηστα πράγματα που είχε και με αυτά βάλθηκε να επισκευάσει τις ζημιές που προκαλεί η επιδημία στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα, παρότι οι άλλοι ένοικοι- οι μισοί τουλάχιστον, έχουν διαφορετική άποψη και ζητούν καινούργια υλικά και εξελιγμένα εργαλεία.
Η πρόταση της Φον ντερ Λάιεν για αναμόρφωση του πολυετούς δημοσιονομικού σχεδίου της ΕΕ 2021-2027 (του υφιστάμενου προϋπολογισμού δηλαδή) σε συνδυασμό με τις ιδέες του Κ. Ρέγκλινγκ αποτυπώνουν με νούμερα την λογική της κυβέρνησης Μέρκελ, να κρατηθεί όσο χαμηλότερα γίνεται το κόστος συντήρησης του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, με τα 400 δισ ευρώ που έχει ήδη ο ESM (σχεδόν τα μισά τα δικαιούται η Γερμανία), την δημιουργία ενός ταμείου αντασφάλισης για την ανεργία με 100 δισ ευρώ (θα πάρει αναλογικά και η Γερμανία) και την αύξηση των διαθεσίμων της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων με 200 δισ ευρώ (και από αυτά μπορεί να πάρει η Γερμανία). Με αυτά, η Γερμανία και παρέα της θεωρούν πως η οικονομική ύφεση στην Ευρώπη καθίσταται διαχειρίσιμη και οι κοινωνικές πληγές θα επουλωθούν φθηνά και αποτελεσματικά.
Από την άλλη, οι εννέα της Ευρωζώνης θα ήθελαν 1 τρισ ευρώ, τοποθετημένο σε ένα κοινό Ταμείο δίπλα στο Ταμείο της ΕΚΤ που διαθέτει άλλα 800 δισ ευρώ, και όχι να περιφέρονται σε ώρα ανάγκης από γκισέ σε γκισέ. Μετά την αντίδραση της Γερμανίας θα πρέπει να συμβιβαστούν ή να ρισκάρουν παράταση των διαπραγματεύσεων, έως εκεί που αντέχουν. Ο χρόνος στην παρούσα φάση λειτουργεί υπέρ των ισχυρότερων. Τι θα συμβεί εάν συνεχιστεί η υγειονομική κρίση για μακρό χρονικό διάστημα και επιδεινωθούν περαιτέρω οι οικονομικοί δείκτες, θα φανεί στο μέλλον.
Ό,τι και αν γίνει ή δεν γίνει την Δευτέρα στο συμβούλιο των υπουργών Οικονομικών της ΕΕ με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τον ESM, ένα είναι βέβαιο,οι σχέσεις των εταίρων έχουν κλονιστεί βαριά και δεν αποκλείεται να κλονιστούν βαρύτερα μέχρι να τελειώσει το κακό του κορονοϊού.
Η Α. Μέρκελ δεν έχει μιλήσει με κανέναν από την ομάδα των εννέα, που ζητούν την έκδοση ομολόγου μετά την τηλεδιάσκεψη κορυφής την προπερασμένη Πέμπτη. Ούτε με τον Ε. Μακρόν. Εχει συνομιλήσει, από την άλλη, με τους προέδρους των αυτοκινητοβιομηχανιών (BMW , Daimler, VW)και συνεχίζει εντατικά τον κύκλο εσωτερικών διαβουλεύσεων. Η μονομέρεια της καγκελαρίου δηλοί εν πολλοίς και τις προτεραιότητες που έχει στη νέα εποχή που σηματοδοτεί ο κορονοϊός. Το συνολικό ποσό που σχεδιάζει να διαθέσει η κυβέρνηση στο εσωτερικό υπερβαίνει το 1 τρισ ευρώ και δεν αποκλείεται να αυξηθεί περαιτέρω, δεδομένου ότι η Γερμανία διαμορφώνει τους όρους δανεισμού της.
Για την υπόλοιπη Ευρώπη το μέγιστο που συζητάει να δώσει είναι το κλάσμα που της αναλογεί από τα 100+200 δισ ευρώ (αυτά είναι τα καινούργια κονδύλια) και να επικαλείται και τα 180 δισ ευρώ που είχε βάλει στον ESM. Μπροστά στον τεράστιο δημοσιονομικό χώρο που έφτιαξε για τον εαυτό της η Γερμανία το πακέτο που προτείνει για την ΕΕ δημοσιονομικά μοιάζει με ψύλλου πήδημα, δεν αφήνει το παραμικρό ίχνος.
Το ερώτημα που τίθεται είναι αν οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες μπορούν να δανειστούν από κοινού (με ένα ειδικό ομόλογο) χωρίς τη Γερμανία. Εννέα οικονομίες σε δοκιμασία, όσο μεγάλο μέγεθος και αν συγκροτούν, δεν μεταμορφώνονται σε ελκυστική αγορά χρέους από τη μία στιγμή στην άλλη. Το πιθανότερο, λοιπόν, και στην κρίση του κορονοϊού είναι να επέλθει συμβιβασμός, με τη μέθοδο του ελάχιστου κοινού παρονομαστή και μία υποσχετική για το μέλλον. Προς τα εκεί τείνει και η παρέμβαση του Γάλλου ΥΠΟΙΚ Μ. Λεμέρ για ένα νέο Ταμείο με τα υπάρχοντα εργαλεία και κάτι παραπάνω ως προς τις εγγυήσεις. Μένει να ανακοινωθεί το συνολικό ποσό και να φανεί εάν προορίζεται για τον κορονοϊό ή για... ψύλλου πήδημα.