Οι μεταλλαγμένοι λύκοι που περιφέρονται στην ελεύθερη από τον άνθρωπο περιοχή του Τσερνόμπιλ διαπιστώθηκε ότι έχουν αναπτύξει ανθεκτικά στον καρκίνο γονιδιώματα.
Η ανακάλυψη αυτή μπορεί να ανοίξει τον δρόμο στην ανάπτυξη νέων αποτελεσματικών αντικαρκινικών θεραπειών, σύμφωνα με μια μελέτη, αναφέρει το Sky News.
Τα άγρια ζώα κατάφεραν να προσαρμοστούν και να επιβιώσουν από τα υψηλά επίπεδα ραδιενέργειας που επικρατούν στην περιοχή μετά την έκρηξη πυρηνικού αντιδραστήρα στο εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας του Τσερνόμπιλ το 1986, το χειρότερο πυρηνικό δυστύχημα στον κόσμο.
Οι κάτοικοι του Πρίπιατ εγκατέλειψαν την περιοχή αφότου η έκρηξη απελευθέρωσε στο περιβάλλον τεράστιες ποσότητες ραδιενέργειας που προκάλεσαν διάφορες μορφές καρκίνου. Μια ζώνη 2.500 τετραγωνικών χλμ. αποκλείστηκε για να αποτραπεί περαιτέρω έκθεση του ανθρώπου.
Τέσσερις δεκαετίες μετά την πυρηνική καταστροφή, η άγρια ζωή έχει αρχίσει να επανακάμπτει στην περιοχή και ανάμεσά της βρίσκονται αγέλες λύκων που φαίνεται να μην επηρεάζονται από τη χρόνια έκθεση στην ακτινοβολία.
Η Κάρα Λοβ, εξελικτική βιολόγος και οικοτοξικολόγος στο εργαστήριο του Shane Campbell-Staton στο Πανεπιστήμιο του Πρίνστον, είναι επικεφαλής ερευνητικής ομάδας που μελετά πώς οι μεταλλαγμένοι λύκοι έχουν εξελιχθεί για να επιβιώσουν στο ραδιενεργό περιβάλλον τους. Τα ευρήματά της παρουσιάστηκαν σε επιστημονικό συνέδριο στο Σιάτλ της Ουάσιγκτον τον περασμένο μήνα.
Το 2014 οι Λοβ και οι συνάδελφοί της εισήλθαν στη ζώνη αποκλεισμού του Τσερνόμπιλ και φόρεσαν περιλαίμια GPS εξοπλισμένα με δοσίμετρα ακτινοβολίας στους άγριους λύκους, σύμφωνα με τη New York Post.
Πήραν επίσης αίμα από τα ζώα για να κατανοήσουν την ανταπόκρισή τους στην ακτινοβολία που προκαλεί καρκίνο.
Με τα εξειδικευμένα περιλαίμια, οι ερευνητές μπορούσαν να λάβουν μετρήσεις σε πραγματικό χρόνο για το πού βρίσκονται οι λύκοι και σε πόση ακτινοβολία εκτίθενται.
Έμαθαν ότι οι λύκοι εκτίθενται σε 11,28 χιλιοστόγραμμα ακτινοβολίας ημερησίως στη διάρκεια της ζωής τους, επίπεδα έξι φορές μεγαλύτερα από το όριο ασφαλείας για τους ανθρώπους.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι το ανοσοποιητικό σύστημα των λύκων του Τσερνόμπιλ φαινόταν διαφορετικό από αυτό των κανονικών λύκων αλλά παρόμοιο με αυτό των ασθενών με καρκίνο που υποβάλλονταν σε θεραπεία με ακτινοβολία.
Εντοπίστηκαν συγκεκριμένες περιοχές του γονιδιώματος αυτών των λύκων που φαίνεται να είναι ανθεκτικές στον αυξημένο κίνδυνο καρκίνου. Η ανακάλυψη μπορεί, σύμφωνα με ειδικούς, να είναι το κλειδί για την εξέταση του τρόπου με τον οποίο θα μπορούσαν να αυξήσουν τις πιθανότητες επιβίωσης από καρκίνο, ανατρέποντας το σενάριο για πολλές γνωστές γονιδιακές μεταλλάξεις, όπως για παράδειγμα το γονίδιο BRCA, που σχετίζεται άμεσα με τον καρκίνο του μαστού.
Οι σκύλοι του Τσερνόμπιλ, οι απόγονοι των κατοικιδίων των πρώην κατοίκων της περιοχής, μπορεί επίσης να έχουν παρόμοια αντοχή στον καρκίνο και θα πρέπει πιθανώς να γίνει και σε αυτούς παρόμοια έρευνα με αυτή των λύκων.
Μια ένδειξη ότι και οι σκύλοι μπορεί να έχουν αναπτύξει παρόμοια άμυνα απέναντι στον καρκίνο είναι ότι εντοπίστηκαν στην περιοχή του Τσερνόμπιλ αμέσως μετά την καταστροφή και έδειξαν καλύτερη προσαρμογή από άλλα είδη, όπως για παράδειγμα, τα πτηνά που παρουσίασαν ακραία γενετικά ελαττώματα ως αποτέλεσμα της τοξικής ακτινοβολίας.
Δυστυχώς η έρευνα αυτή συναντά τα τελευταία χρόνια μεγάλα εμπόδια, αφού οι ερευνητές δεν μπορούν να επισκεφτούν τη Ζώνη Αποκλεισμού του Τσερνόμπιλ αρχικά λόγω της πανδημίας Covid-19 και τώρα λόγω του συνεχιζόμενου πολέμου μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας.