
Η πλωτή οδός, γνωστή ως το κανάλι Marius, κατασκευάστηκε πριν από περίπου 2.100 χρόνια στο δέλτα του ποταμού Ροδανού. Ήταν το πρώτο σημαντικό υδραυλικό έργο της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας στη Γαλατία, σε μια εποχή πριν από την κατασκευή φραγμάτων, νερόμυλων και υδραγωγείων.
Σύμφωνα με ιστορικές πηγές, το κανάλι χτίστηκε μεταξύ 104 και 102 π.Χ. από τα στρατεύματα του Γάιου Μάριου, θείου του Ιουλίου Καίσαρα. Σκοπός της κατασκευής του ήταν να υποστηρίξει τις στρατιωτικές προσπάθειες κατά τη διάρκεια των Κιμβριακών Πολέμων, μια σειρά από συγκρούσεις μεταξύ της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας και των Κελτικών φυλών, των Cimbri και των Τεύτονων, οι οποίοι μετανάστευαν από τη Γιουτλάνδη (σημερινή Δανία) προς το νότο.
Τη συγκεκριμένη περίοδο, η Ρωμαϊκή Δημοκρατία προστάτευε την επαρχία της στη Γαλατία, η οποία περιλάμβανε τη σημερινή Γαλλία, το Βέλγιο και τμήματα της δυτικής Γερμανίας. Ωστόσο, η απειλή των Κελτών από τη βόρεια Ευρώπη θέτει σε κίνδυνο όχι μόνο τη Γαλατία, αλλά και ολόκληρη την Ρωμαϊκή Δημοκρατία.
“Ο Ρωμαίος στρατηγός Μάριος, έφτασε στη νότια Γαλατία το 104 π.Χ. για να αποκρούσει τον κίνδυνο της καταστροφής της Γαλατίας και της Ισπανίας από τους Κίμβρους και τους Τεύτονες, και την αποτροπή της άφιξής τους στην Ιταλία”, εξήγησε στο Live Science ο Simon Loseby, επίτιμος λέκτορας μεσαιωνικής ιστορίας με εξειδίκευση στη νότια Γαλατία, στο πανεπιστήμιο του Σέφιλντ.
“Ηγείτο μιας μεγάλης δύναμης και έπρεπε να εξασφαλίσει τις προμήθειές της διά της θάλασσας από τη Ρώμη”.
Ο Γάιος Μάριος, επιθυμώντας να εξασφαλίσει τις προμήθειες για τα στρατεύματά του, διέταξε την κατασκευή του καναλιού. Στον πίνακα που απεικονίζεται, φαίνεται η νίκη του Ρωμαίου στρατηγού επί των Κιμβρίων στη σημερινή Γαλλία.
Το κανάλι, παρακάμπτοντας τις επικίνδυνες εκβολές του ποταμού Ροδανού και συνδέοντας την πόλη Αρλ με τη Μεσόγειο, επέτρεψε στα μεγάλα πλοία να μεταφέρουν ασφαλώς τις προμήθειες. Το σχέδιο του καναλιού πέτυχε και οι Ρωμαίοι κατέβαλαν τους Κίμβρους και τους Τεύτονες το 101 π.Χ.
Αργότερα, το κανάλι δόθηκε ως δώρο στους συμμάχους της Ρώμης στην περιοχή, συγκεκριμένα στους Έλληνες της Μασσαλίας, οι οποίοι είχαν αποκομίσει σημαντικά οικονομικά οφέλη από τη χρήση του για εμπορικούς σκοπούς. Ωστόσο, μετά από μερικούς αιώνες, το κανάλι εξαφανίστηκε από τα ιστορικά αρχεία.
Παρά την εκτενή μελέτη που πραγματοποιήθηκε αργότερα, το Κανάλι του Μάριου δεν εντοπίστηκε. Όπως εξηγεί ο κύριος συγγραφέας της μελέτης, Joé Juncker, γεωαρχαιολόγος στο πανεπιστήμιο του Στρασβούργου, στο Live Science, η τελευταία αναφορά στο κανάλι έγινε από τον Ρωμαίο συγγραφέα Πλίνιο τον Πρεσβύτερο, τον πρώτο αιώνα μ.Χ., αλλά όλα τα ίχνη του είχαν εξαφανιστεί.
Το 2013, μια γεωφυσική μελέτη στο δέλτα, στην περιοχή των βάλτων του Vigueirat, νότια της Αρλ, αποκάλυψε την ύπαρξη μιας υπόγειας κατασκευής, η οποία, σύμφωνα με τις υποθέσεις των επιστημόνων, ενδέχεται να είναι το αρχαίο κανάλι. Οι μεταγενέστερες ανασκαφές στην περιοχή αποκάλυψαν 69 θραύσματα ρωμαϊκών κεραμικών, δύο αρχαίους ξύλινους πασσάλους και δύο μεγάλες βοτσαλόστρωτες αναβαθμίδες.
Η ραδιοχρονολόγηση των πασσάλων με άνθρακα τους τοποθετεί μεταξύ του πρώτου και του τέταρτου αιώνα μ.Χ., ενώ τα οργανικά υλικά μέσα στις αναβαθμίδες χρονολογούνται από τον πρώτο αιώνα π.Χ. έως τον τρίτο αιώνα μ.Χ., γεγονός που υποδηλώνει ότι το Κανάλι του Μάριου ενδέχεται να ήταν σε λειτουργία κατά την εν λόγω περίοδο.
Δώδεκα χρόνια μετά την αρχική ανακάλυψη, οι ερευνητές συνεχίζουν να αναζητούν στοιχεία που να επιβεβαιώνουν αν η περιοχή αυτή είναι όντως ο τόπος όπου βρισκόταν το χαμένο Κανάλι του Μάριου.
Στη νέα μελέτη, ο Juncker και η ομάδα του πραγματοποίησαν γεωτρήσεις στους πυρήνες ιζήματος από το αρχαίο κανάλι και τις όχθες του, προκειμένου να συγκρίνουν τα αποτελέσματα με τις γεωφυσικές μελέτες του 2013.
«Το μήκος, το πλάτος και ο προσανατολισμός του καναλιού, το περιεχόμενο του ιζήματος και οι υπολογισμοί της ραδιοχρονολόγησης με άνθρακα επαληθεύουν ότι πρόκειται για κανάλι που χρησιμοποιούνταν για πλωτές μεταφορές κατά τους Ρωμαϊκούς χρόνους και σε έναν παραπόταμο του Ροδανού, όπου πραγματοποιήθηκαν ανασκαφές και υπήρχε μια αρχαία λίμνη», εξηγεί ο Juncker.
Συνήθως, οι φυσικοί παραπόταμοι των καναλιών από τους ποταμούς, έχουν πλάτος από 110 έως 180 μέτρα, ενώ η νέα ανάλυση δείχνει πως, το λεγόμενο Κανάλι του Μάριου, είναι πολύ πιο στενό, περίπου 30 μέτρα με πλάτος. Η μέτρηση ταιριάζει με άλλα ρωμαϊκά κανάλια.
Το πλάτος του, μπορεί να επέτρεπε την πλοήγηση στη θάλασσα μεγάλων ρωμαϊκών πλωτών, αναφέρουν οι συγγραφείς στην μελέτη τους, η οποία δημοσιεύτηκε στο Journal of Archaeological Science: Reports του Απριλίου. Η νέα μελέτη, υποστηρίζει την υπόθεση που λέει πως, εκεί ήταν το κανάλι, εξηγεί ο Loseby.
“Είναι μια ακόμη ένδειξη της ικανότητας των Ρωμαίων να σχεδιάζουν και να αναλαμβάνουν μεγάλα έργα υποδομής γρήγορα, παρά τους σχετικούς τεχνολογικούς περιορισμούς”.
Τόσο ο Loseby όσο και ο Juncker, ελπίζουν, οι αρχαιολογικές ανακαλύψεις που θα γίνουν στο μέλλον, να αποδείξουν αν πρόκειται για το Κανάλι του Μάριου. Ειδικότερα, ελπίζουν οι ανασκαφές να αποκαλύψουν τις προκυμαίες ή τις διώρυγες που θα συντελέσουν στην επαλήθευση της υπόθεσης της χρήσης και της διάρκειας του καναλιού.
“Η γεωαρχαιολογία, είναι μια ανερχόμενη επιστήμη. Πρέπει να θυμόμαστε όμως πως, χωρίς την επιβεβαίωση των αρχαιολογικών μελετών, είναι αδύνατον, προς το παρόν, να αποδώσουμε το κανάλι αυτό στον Μάριο”, εξηγεί ο Junker. Οι μελέτες στο σημείο, συνεχίζονται αδιάλειπτες.