«Ο Καποδίστριας ήταν ένας αγνός ιδεολόγος που όχι μόνο δεν πήρε τον μισθό που του είχε κόψει η Εθνοσυνέλευση αλλά έβαζε συνέχεια από την τσέπη του. Έδινε τα πάντα για την Ελλάδα χωρίς να κρατάει τίποτα για τον εαυτό του. Ήταν κακό παράδειγμα. Έπρεπε να φύγει από τη μέση...»
Το έναυσμα για να μελετήσει την Επανάσταση του 1821 ξεκίνησε από μία οδό: Θέλοντας να μάθει ποιό ήταν το πρόσωπο πίσω από το όνομα του δρόμου στον οποίον βρίσκεται το σπίτι του, «γνώρισε» τον Νικόλαο Κασομούλη και μέσα από τα απομνημονεύματα του (τα περίφημα «Ενθυμήματα» του στρατηγού Κασομούλη), την Επανάσταση του 1821. Τρία χρόνια μετά το βιβλίο του «Έξοδος», ο συγγραφέας Άρης Σφακιανάκης επιστρέφει στην ιστορική εκείνη περίοδο, αυτή τη φορά για να αφηγηθεί την περιπέτεια του Ιωάννη Καποδίστρια στην Ελλάδα.
Το νέο μυθιστόρημα του με τίτλο «Η σκιά του Κυβερνήτη» (εκδόσεις Κέδρος) -αποτέλεσμα εκτεταμένης έρευνας- πιάνει το νήμα από τα τέλη του 1827, όταν οι Έλληνες σε απόγνωση πλέον, καλούν τον Καποδίστρια και φτάνει μέχρι τη δολοφονία του πρώτου Κυβερνήτη στις 27 Σεπτεμβρίου του 1831 οπότε και πέφτει νεκρός από τους Μαυρομιχάληδες στην είσοδο μιας εκκλησίας στο Ναύπλιο.
Στις περίπου πεντακόσιες σελίδες του γοητευτικού όσο και πυκνογραμμένου βιβλίου, με βασικούς πρωταγωνιστές δύο κόντρα πρόσωπα, τον Καποδίστρια και τον σωματοφύλακα του Πέτρο Σκοτεινό (τη «σκιά» του) ο συγγραφέας επιχειρεί μία μυθοπλαστική ανασύσταση όσων γνωρίζουμε, αλλά κυρίως, όσων νομίζουμε ότι γνωρίζουμε. Και παρά το γεγονός ότι η αφήγηση ρέει, η υπόθεση Καποδίστρια -εν πολλοίς, ακόμη ανοιχτή- αφήνει στον αναγνώστη μια πίκρα (συλλογικής ενοχής) που δύσκολα φεύγει.
-Γιατί τον Καποδίστρια; Είναι σαν φυσική συνέχεια / συνέπεια του βιβλίου σας «Έξοδος» για τους Ελεύθερους Πολιορκημένους του Μεσολογγίου;
Η Έξοδος του Μεσολογγίου αναζωπύρωσε το ενδιαφέρον των φιλελλήνων για την Ελληνική Επανάσταση –που εκείνη την εποχή ψυχορραγούσε- κι απότρεψε έτσι την επιστροφή των Ελλήνων στην τουρκική σκλαβιά. Ο Καποδίστριας κλήθηκε από τους Έλληνες να κυβερνήσει έναν τόπο που δεν μπορούσε να ησυχάσει από τον διχασμό. Επρόκειτο για το επόμενο βήμα προς την ανεξαρτησία της χώρας. Ένα βήμα που έμεινε μετέωρο καθώς οι ίδιοι Έλληνες που τον κάλεσαν να σώσει τον τόπο, τον έθαψαν στον τόπο.
-Σε ποιές ιστορικές πηγές στραφήκατε; Συμβουλευτήκατε ιστορικούς -ενδεχομένως, για μία νέα, πιθανώς περισσότερο νηφάλια ανάγνωση του βίου και της πολιτείας του πρώτου Κυβερνήτη;
Διάβασα τόμους επί τόμων βιβλία ανθρώπων που έζησαν εκείνη την εποχή, ηρώων του Αγώνα που γνώρισαν από κοντά τον Καποδίστρια κι άλλοι τον λάτρεψαν ενώ άλλοι τον μίσησαν. Επρόκειτο για μια πραγματική απόλαυση –μια απόλαυση που πλήγωνε πολλές φορές- να διαβάζω κείμενα του Μακρυγιάννη, του Κολοκοτρώνη, του Κασομούλη, του Σάμιουλ Χάου για έναν μύθο σχεδόν της ελληνικής ιστορίας.
“Η Τουρκία ήταν ένα πιόνι στην σκακιέρα που ούτε τότε ούτε τώρα μπορεί -δυστυχώς για εμάς- να αγνοηθεί.”
-Πού αρχίζει η μυθοπλασία και πού τα πραγματικά γεγονότα, θα ρωτούσε ο αναγνώστης που γνωρίζει στοιχειωδώς την ιστορία του Καποδίστρια (ό,τι θυμάται από το σχολείο); Για παράδειγμα, η φράση που του αποδίδετε «δεν πιστεύω στην τύχη, πιστεύω στον Θεό» είναι δική του ή επινοημένη;
Ο Καποδίστριας είχε ισχυρή ροπή προς τον χριστιανισμό και πίστευε ακράδαντα ότι ο Θεός τον προστάτευε. Επομένως ακόμη κι αν δεν είπε την συγκεκριμένη φράση, θα μπορούσε να την είχε πει. Όσο για τα κομμάτια της μυθοπλασίας στο βιβλίο, αυτά αφορούν κυρίως την προσωπική ζωή του σωματοφύλακα του Καποδίστρια που είναι επινοημένη persona. Όλα τα υπόλοιπα είναι μια αρκετά πιστή αναπαραγωγή της εποχής και των στιγμών –πολιτικών και προσωπικών- του Καποδίστρια και μιας Ελλάδας που έψαχνε την ελευθερία της και μια θέση στον κόσμο.
-Η «σκιά» του Καποδίστρια, ο σωματοφύλακας του, το όχημα για την πρωτοπρόσωπη αφήγηση σας, προφανώς δεν είναι υπαρκτό πρόσωπο. Ωστόσο, η Ρωξάνδρα Στούρτζα, η Ελληνίδα της διασποράς που ζούσε στη Ρωσία (και ήταν παντρεμένη), ο μεγάλος έρωτας του Καποδίστρια, είναι. Η φράση «ο κυβερνήτης ήταν άτυχος στο θέμα του έρωτα», τι σημαίνει για την προσωπική ζωή του, σύμφωνα με την έρευνα σας;
Σημαίνει ότι έχασε την ευκαιρία να ζήσει ό,τι ζούσαν τόσο απλόχερα γύρω του οι υπόλοιποι θνητοί: τον έρωτα. Γιατί ο δικός του έμεινε ανεκπλήρωτος εξαιτίας της εμμονής του να θέτει πάντα σε πρώτη προτεραιότητα την Ελλάδα. Στο όραμά του να προσφέρει τα πάντα στην πατρίδα λησμόνησε τον εαυτό του κι έτσι πάνω στον τάφο του δεν έκλαψε καμιά γυναίκα – η μάνα του ήταν ήδη χρόνια στο χώμα κι η Ρωξάνδρα βρισκόταν στα χώματα της Ρωσίας.
“Στο όραμά του να προσφέρει τα πάντα στην πατρίδα λησμόνησε τον εαυτό του κι έτσι πάνω στον τάφο του δεν έκλαψε καμιά γυναίκα”
-Από τις πρώτες κιόλας σελίδες («.... δεν πρόσβαλαν τον υπουργό Εξωτερικών της Ρωσίας, την προσβολή την έκαναν στην Ελλάδα»), ο αναγνώστης έχει την αίσθηση ότι με κάποιον τρόπο η Ιστορία επαναλαμβάνεται -παρά το γεγονός ότι η γνωστή φράση δεν είναι επιστημονικά αποδεκτή από τους ιστορικούς.
Δεν υπήρχαν μαγνητόφωνα εκείνο τον καιρό για να καταγράφεται κάθε κουβέντα του Καποδίστρια. Θα πρέπει να αρκεστούμε σε όσα ανέφεραν αυτήκοες μάρτυρες. Πραγματικότητα ή φαντασία λοιπόν τα λόγια του Κυβερνήτη, γεγονός είναι ότι αρκετές μεγάλες δυνάμεις την εποχή της Ελληνικής Επανάστασης θα προτιμούσαν να μην διαταραχθεί το status quo της περιοχής. Η Τουρκία ήταν ένα πιόνι στην σκακιέρα που ούτε τότε ούτε τώρα μπορεί -δυστυχώς για εμάς- να αγνοηθεί.
-Από τη στιγμή που φεύγει από την Ιταλία και φτάνει στην Ελλάδα (η σκηνή στο Ναύπλιο «... όλοι αγωνίζονταν να αγγίξουν το ρούχο του Καποδίστρια, λες και ήταν αγιασμένο» είναι χαρακτηριστική) μέχρι τη δολοφονία του, όλα σημαίνουν ή υπονοούν ότι οι Έλληνες δεν ήταν έτοιμοι για έναν πολιτικό σαν τον Καποδίστρια.
Οι Έλληνες ήθελαν έναν έλληνα Σουλτάνο. Για κακή τους τύχη ήταν δημοκρατικός.
“Το κύριο μέλημα του Καποδίστρια ήταν η παιδεία του τόπου. Παιδεία στον τόπο δεν υπάρχει.”
-Η δολοφονία του Καποδίστρια, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως «ένα από τα μεγαλύτερα αμάρτηματα» της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας; Από αυτά που δεν θα διαγραφούν, άρα δεν θα «συγχωρεθούν» ποτέ;
Ο Καποδίστριας ήταν ένας αγνός ιδεολόγος που όχι μόνο δεν πήρε τον μισθό που του είχε κόψει η Εθνοσυνέλευση αλλά έβαζε συνέχεια από την τσέπη του. Έδινε τα πάντα για την Ελλάδα χωρίς να κρατάει τίποτα για τον εαυτό του. Ήταν κακό παράδειγμα. Έπρεπε να φύγει από τη μέση.
-Οι «εορτασμοί» -αναλύσεις, επαναπροσδιορισμοί και λοιπά- για τα 200 χρόνια της Επανάστασης ξεκινούν από το 2020 με κορύφωση το 2021. Θα ήθελα το σχόλιο σας. Και επίσης, η κόρη σας διάβασε τη Σκιά του Κυβερνήτη; Ποιό ήταν το σχόλιο της;
Στους εορτασμούς για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση το μόνο που θα γίνει είναι κάποιοι να πάρουν μερικά κιλά παραπάνω στις αλλεπάλληλες δεξιώσεις. Το κύριο μέλημα του Καποδίστρια ήταν η παιδεία του τόπου. Παιδεία στον τόπο δεν υπάρχει.
Όσο για την κόρη μου, είπε ότι αυτό είναι το καλύτερο βιβλίο που έχω γράψει μέχρι σήμερα. Αλλά δεν την λαμβάνω σοβαρά υπόψιν γιατί αυτό λέει για κάθε βιβλίο μου.
-Η πρόσκληση από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Προκόπη Παυλόπουλο, πώς προέκυψε;
Πριν από ένα μήνα περίπου -κι ενώ βρισκόμουν στη δουλειά μου, στον έλεγχο εναέριας κυκλοφορίας- χτύπησε το κινητό μου. Μου είπαν ότι καλούν από την προεδρία της Δημοκρατίας κι ότι θέλει να μου μιλήσει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Δεν τον ήξερα προσωπικά αλλά του είχα στείλει το μυθιστόρημά μου ως κίνηση αβροφροσύνης προς έναν εγνωσμένο βιβλιόφιλο. Μιλήσαμε κάπου δεκαπέντε λεπτά στο τηλέφωνο όπου και με κάλεσε στο προεδρικό μέγαρο για μια τετ α τετ συνομιλία καθώς αγαπά κι εκείνος τον Καποδίστρια και μάλιστα φρόντισε να γίνει το μουσείο Καποδίστρια στην Κέρκυρα.
Δύο βδομάδες αργότερα πέρασα την πόρτα του προεδρικού μεγάρου. Ήμουν το ραντεβού της μια το μεσημέρι. Δεν φόρεσα γραβάτα, δεν έβαλα σακάκι -πράγμα που έκανε κάποιους φίλους μου να με κράξουν. Στη μια ακριβώς με φώναξαν στο γραφείο του Προέδρου. Βγάλαμε φωτογραφίες, μου πρόσφεραν χυμό ρογδιού και καθίσαμε να μιλήσουμε. Κουβεντιάσαμε κάπου μια ώρα. Συζητήσαμε για τη λογοτεχνία, τη νομική σχολή, την πολιτική σκηνή και την ανθρωπογεωγραφία της Βουλής, για το παλάτι που τώρα είναι προεδρικό μέγαρο, για την παιδεία, για τον τόπο, για την Ευρώπη. Ύστερα μου υπέγραψε και μου έδωσε μερικά βιβλία του -τα οποία διαβάζω τώρα και ομολογώ εντυπωσιασμένος από το εύρος της σκέψης του και την δεξιοτεχνία της πένας του.
Πριν φύγω ζήτησα να δω την προεδρική σουίτα. Μου είπε ότι δεν κοιμάται στο μέγαρο αλλά στο σπίτι του -παρόλα αυτά με ξενάγησαν και στην κρεβατοκάμαρα όπου κοιμόταν ο Καραμανλής και ο Σαρτζετάκης.
Φεύγοντας του ευχήθηκα να παραμείνει στην θεσμική του θέση και για τη νέα θητεία που έρχεται. Χαμογέλασε σιβυλλικά.
«Δεν έχω ξαναδιαβάσει ποτέ βιβλίο μου»
-Πρώτο βιβλίο σε ηλικία μόλις 23 χρονών. Συγγραφέας με εντόνως αυτοβιογραφικό τόνο -στην αρχή, αλλά και στην πορεία-, και παράλληλα μεταφραστής και παράλληλα ελεγκτής εναέριας κυκλοφορίας. Εάν σας ζητούσα να χωρίσετε την πορεία σας σε περιόδους, σαν τους ζωγράφους ας πούμε, ποιές θα ήταν αυτές;
Η περίοδος που αγαπούσα περισσότερο τις γυναίκες, η περίοδος που αγαπούσα περισσότερο τα βιβλία, η περίοδος που αγαπούσα περισσότερο τα ταξίδια. Υπήρξε βέβαια και κάποια περίοδος που τα αγαπούσα και τα τρία μαζί.
-Η ολοκλήρωση ενός βιβλίου έχει το αίσθημα της ανακούφισης;
Είναι μια κατάρα γιατί όλοι αρχίζουν να σε ρωτάνε ποιο θα είναι το επόμενο βιβλίο που θα γράψεις.
-Όταν επιστρέφετε σε παλαιότερα βιβλία σας, όταν διαβάζετε τις ιστορίες που γράφατε στα τριάντα και στα τριάντα πέντε, ποιά είναι η κυρίαρχη αίσθηση; Όταν κοιτάζετε τον νεότερο σας εαυτό, τι βλέπετε;
Δεν έχω ξαναδιαβάσει ποτέ βιβλίο μου. Όσο για το τι βλέπω όταν κοιτάζω τον νεότερο εαυτό μου, βλέπω ένα ωραίο αγόρι με μαλλιά.