Την Κυριακή 8 Μαρτίου 1970 ο διάσημος επίσκοπος από την Κωνσταντινούπολη Μελίτων Χατζής εκφωνεί κήρυγμα στον Μητροπολιτικό Ναό της Αθήνας. Την επόμενη μέρα αρχίζει η Μεγάλη Σαρακοστή. Άρα βρισκόμαστε στην κορύφωση των αποκριάτικων εκδηλώσεων.
Το κήρυγμα του έμεινε ιστορικό. Στην επαρχιώτικη νοοτροπία της ελλαδικής Εκκλησίας, εν μέσω δικτατορίας, έκανε αίσθηση όχι μόνο για την ευγλωττία και την τόλμη του, αλλά και για την εντελώς διαφορετική οπτική του. Ο διαπρεπής ιεράρχης δεν μίλησε ηθικολογικά, όπως ήταν η συνήθεια της εποχής, αλλά υπαρξιακά. Πολλοί εκκλησιαστικοί τον παρανόησαν ως δήθεν υπερασπιστή του Καρνάβαλου και άρχισαν να τον κατηγορούν με διάφορα γραπτά.
Παραθέτω κάποιο απόσπασμα πριν εξηγήσω γιατί ανασύρω αυτό το γεγονός. (Οι εμφάσεις είναι δικές μου).
«Ο άνθρωπος θέλει να φανή αυτός που δεν είναι. Ακόμη και ενώπιον του εαυτού του και ενώπιον του Θεού. Και έτσι ξεφεύγει από την αλήθεια και την απλότητα και φυσικά και από την μετάνοιαν και την σωτηρίαν.
Σε λίγες ώρες έξω από αυτόν τον ναόν, έξω από την γαλήνην του, εις τους δρόμους αυτής της Πολιτείας, θα παρελάση ο Καρνάβαλος. Μη τον περιφρονήσετε και μη τον χλευάσετε, και μη με κατακρίνετε που τον αναφέρω αυτή τη στιγμή. Δεν είναι καθόλου άσχετος με το μέγιστο πρόβλημα της υποκρισίας. Να τον προσέξετε εφέτος τον Καρνάβαλο με σεβασμό και βαθύ στοχασμό. Είναι πανάρχαιο το φαινόμενο και είναι φαινόμενο βαθυτάτου και αγχώδους αιτήματος της ψυχής του ανθρώπου, να λυτρωθή από την καθημερινή του υποκρισία με μίαν έκφρασιν ανωνύμου, διονυσιακής νέας υποκρισίας.
Είναι τραγική μορφή ο Καρνάβαλος.
Ζητεί να λυτρωθή από την υποκρισίαν υποκρινόμενος.
Ζητεί να καταλύση όλες τις ποικίλες προσωπίδες, που φορεί κάθε μέρα με μία νέα, την πιο απίθανη.
Ζητεί να εκκενώση ό,τι υπάρχει απωθημένο μέσα στο υποσυνείδητό του και να ελευθερωθή, αλλά ελευθερία δεν υπάρχει, η τραγωδία του Καρνάβαλου παραμένει άλυτη. Το βαθύτατο αίτημά του είναι να μεταμορφωθή.
Εδώ, λοιπόν, είναι η θέσις της Εκκλησίας, κοντά στον Καρνάβαλο. Σε αὐτὸν που ζητεί μεταμόρφωση, το κεντρικό κήρυγμα της Ορθοδοξίας. Την μεταμόρφωσι.
Να μη τον καταδικάσουμε, λοιπόν, τον Καρνάβαλο, αλλά να σταθούμε και κάτω από την προσωπίδα του να ακούσωμε την αγωνία του, την έκκλησί του και το δάκρυ του.
Επαναλαμβάνω, της Ορθοδοξίας το βαθύτερο κήρυγμα ζητεί ο Καρνάβαλος, περιφερόμενος εις τους δρόμους της πολιτείας: τη μεταμόρφωσι.
Και είναι ο ειλικρινέστερος και εντιμότερος των υποκριτών».1
Η Ψυχανάλυση και η Κοινωνική Ανθρωπολογία θα μπορούσαν να επιβεβαιώσουν τις οξυδερκείς αυτές παρατηρήσεις. Η τελετουργική μεταμφίεση, ως διαπολιτισμικό και διαχρονικό έθιμο, στοχεύει στην εκδραμάτιση των εσωτερικών μας αντιφάσεων και συγκρούσεων, στην ελεγχόμενη ”παραβίαση” των συμβάσεων, στην μέσω παρωδίας εκτόνωση των δυνητικά ανατρεπτικών για τον ψυχισμό και την κοινωνία συμπεριφορών. Ο Καρνάβαλος λειτουργεί ως τακτική περιοδική υπενθύμιση της ανθρώπινης τραγικότητας.
Αλλά σε παλιότερες εποχές, όταν κυριαρχούσε ο πουριτανισμός και το πρόσωπο καταπιεζόταν από την συλλογικότητα, είχε κάποιο νόημα η δυναμική της μεταμφίεσης. Τι ακριβώς εξυπηρετεί στην σημερινή εποχή, όπου το μεταμοντέρνο έχει απλώσει την επιρροή του, όπου τα κοινωνικά ήθη έχουν γίνει τόσο ρευστά, όπου ο ακραίος ατομικισμός υπαγορεύει (και καταφέρνει να επιβάλει) όχι απλώς τη νόμιμη και αναγκαία εξατομίκευση αλλά έναν συχνά εγωκεντρικό αυτοκαθορισμό; Τι φιλοδοξεί να πετύχει το παράδοξο και σοκαριστικό της μεταμφίεσης σε μια σύγχρονη συνάφεια κατά την οποία η πραγματικότητα υπερτερεί της φαντασίας σε παραδοξότητα; Γιατί να παριστάνουμε τους έκπληκτους όταν στην εποχή της ακαριαίας ενημέρωσης μέσω της εικόνας καταφέραμε πλέον να μην μας σοκάρει τίποτε;
Ας είμαστε ρεαλιστές. Το κύριο κίνητρο εορτασμού της Αποκριάς είναι, για τους ”παραγωγούς” της, το εμπορικό. Οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης διαφημίζουν προσεκτικά το εγχώριο καρναβάλι προκειμένου να προσελκύσουν επισκέπτες. Εύλογο, αφού το κατ’ έτος επαναλαμβανόμενο ξεσάλωμα συνεπάγεται κίνηση της αγοράς: αποκριάτικα κοστούμια, μετακινήσεις, ξενοδοχεία, ταβέρνες, μπάρ κτλ. Έτσι το κοινωνικά ακραίο δαμάστηκε από το χρήμα. Το κάποτε ριζοσπαστικό έγινε κατεστημένο. Το άλλοτε παραπτωματικό και τραγικό έγινε ένα κατευθυνόμενο must.
Ο Καρνάβαλος ήταν πάντα εξ ορισμού τραγικός επειδή δεν βρίσκει λύτρωση από την υποκρισία του. Υιοθετούμενος από την τοπική πολιτική και οικονομική εξουσία εγγράφει άλλη μια υποκρισία στο παθητικό του. Τώρα παριστάνει τον τολμηρό εικονοκλάστη ενώ ευτελίζεται λειτουργώντας πρόθυμα ως υπηρέτης του κέρδους και ως στυλοβάτης του τοπικισμού. Επαρχιακά έθιμα δικαιώνονται αδιακρίτως, τυπικά μεν για φολκλορικούς λόγους, ουσιαστικά δε για να κινηθεί η τοπική αγορά.
Από την άλλη, οι ”καταναλωτές” της Αποκριάς έχουν κάθε λόγο να ενστερνιστούν μια ακόμη ευκαιρία για ξεσάλωμα. Το παραδοσιακό έθιμο τώρα εγγράφεται από το νεανικό κοινό σε μια σειρά εμπειριών αδρεναλίνης και χαβαλέ, ανάμεσα σε μπάρ και ηλεκτρονικά παιγνίδια. Για να εμφανιστούν ανεπιθύμητες εγκυμοσύνες λίγες εβδομάδες μετά.
Αυτό είναι το ένα πρόβλημα με την σύγχρονη Αποκριά, ο ευτελισμός του σημαίνοντος. Το δεύτερο έγκειται στο άλλοθι το οποίο προσφέρει. Μοιάζει σαν τις ‘παγκόσμιες ημέρες’: γιορτάζονται μία φορά τον χρόνο για να χαλαρώνουμε τελικά τον υπόλοιπο καιρό. Η ετήσια ανακύκληση της Αποκριάς υποτίθεται ότι φιλοδοξεί να υπενθυμίζει την ψυχική μας ανάγκη για εκτόνωση από την κοινωνική πίεση και για αποβολή των προσωπείων.
Ποιος μας εμποδίζει, όμως, να είμαστε αληθινοί; Η σύγχρονη κοινωνία απέχει αισθητά- ευτυχώς- από την εποχή των καταπιεστικών συμβάσεων. Δεν ανέχεται μόνο, αλλά διευκολύνει μια απίστευτη ποικιλία από τρόπους αυτοπραγμάτωσης τους οποίους οι πρόγονοί μας δεν είχαν διανοηθεί ούτε στα πιο τρελά τους όνειρα. Όπως επισημαίνουν ψυχαναλυτές, το υπερεγώ χαλάρωσε υπερβολικά από την παραδοσιακή καταπιεστική του έννοια και έγινε εντολή για απόλαυση, διαστροφικό υπερεγώ. Σε πολλούς τομείς της δημόσιας και ιδιωτικής ζωής το διονυσιακό επεκτείνεται σε βάρος του απολλώνιου. Παρ’ όλα αυτά η αλλοτρίωση καλά κρατεί ακόμη, σε σημείο που περιλαμβάνεται σταθερά στη δεξαμενή θεμάτων της Έκθεσης όπου οι μαθητές παπαγαλίζουν τα επιθυμητά στερεότυπα.
Οι γιορτές αποτελούν χρονικά ορόσημα πολύτιμα, σταθμούς ανάπαυσης, φρεσκάδας, στοχασμού. Αντίθετα, οι Απόκριες καταλήγουν να είναι μια ακόμη υποκρισία στο ‘ενεργητικό’ μας. Μας δίνουν έναν ακόμη λόγο για να μην αλλάξουμε.
*
Ο αείμνηστος Μελίτων κατέληγε στο κήρυγμά του 49 χρόνια πρίν:
«Αδελφοί μου,
Τώρα εισερχόμεθα εις την Αγίαν Τεσσαρακοστήν και στο βάθος μας αναμένει το δράμα, το θαύμα και το βίωμα της Αναστάσεως, το κατ’ εξοχὴν βίωμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Ας πορευθώμεν προς αυτό το όραμα και βίωμα, όχι ασυγχώρητοι, όχι μη συγχωρήσαντες, όχι εν νηστεία απλώς κρέατος και ελαίου, όχι εν υποκρισία, αλλά εν θεία ελευθερία εν πνεύματι και αληθεία. Εν τω πνεύματι της αληθείας, εν τη αληθεία του πνεύματος».
Το ποθούμενο δεν θα έλθει με εκτονώσεις. Η μεταμόρφωση έρχεται μόνο «εν τω βάθει». Εκεί όπου κρύβεται φοβισμένη η αλήθειά μας λαχταρώντας να συναντήσει το Άγιο Πνεύμα.