Οι Αστυνομίες, σε όλο τον κόσμο, βρέθηκαν αρχικά απροετοίμαστες να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες αυτής της πρωτόγνωρης πανδημίας, ωστόσο, γρήγορα ανασυγκροτήθηκαν και συντονίζουν πλέον τις δράσεις τους μέσα από την ανταλλαγή πληροφοριών σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο.
Το τοπίο της εγκληματικότητας αλλάζει ριζικά, οι απαιτήσεις των πολιτών για την ασφάλεια τους αυξάνονται κατακόρυφα και η Αστυνομία καλείται να ανταπεξέλθει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο στις νέες προκλήσεις που απορρέουν από τις συνέπειες της πανδημίας.
Προσφάτως, η Γενική Γραμματεία της Interpol έδωσε στη δημοσιότητα μία έκθεση εκτίμησης απειλής της εγκληματικότητας εν μέσω της πανδημίας, με απώτερο σκοπό να συνδράμει τις Αστυνομικές Αρχές στο έργο τους. Οι εν λόγω εκτιμήσεις βασίζονται σε εμπειρικά δεδομένα που προέρχονται από διάφορες Αστυνομίες ανά τον κόσμο και τεκμηριώνονται μέσα από βέλτιστες πρακτικές αστυνόμευσης, για την καλύτερη δυνατή αντιμετώπιση των νέων μορφών εγκληματικότητας που αναδεικνύονται κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Σύμφωνα, λοιπόν, με τις εκτιμήσεις της Interpol, οι κλοπές και οι διαρρήξεις στις οικίες έχουν σημαντικά μειωθεί κατά τη διάρκεια της πανδημίας, αντιθέτως παρουσιάζεται κατακόρυφη αύξηση των κλοπών και διαρρήξεων σε εργοστάσια και επιχειρήσεις, οι εγκαταστάσεις των οποίων είναι κλειστές και συχνά παραμένουν αφύλακτες. Ακόμη, οι ευάλωτες κοινωνικές ομάδες υφίστανται πολύ περισσότερο τις συνέπειες της πανδημίας, ενώ διαπιστώνεται μία σημαντική αύξηση στα κρούσματα ενδοοικογενειακής βίας που αποδίδεται στην επιβαλλόμενη καραντίνα, τα περισσότερα θύματα των οποίων είναι γυναίκες και παιδιά. Τέλος, εν μέσω της πανδημίας σημειώνεται μεγάλη αύξηση των κρουσμάτων παιδοφιλίας και διακίνησης υλικού παιδικής πορνογραφίας στο διαδίκτυο, γεγονός που καθιστά επιβεβλημένη, περισσότερο από ποτέ, την προσοχή των γονιών στη χρήση του διαδικτύου από τα παιδιά τους που είναι ιδιαιτέρως αυξημένη στην περίοδο της καραντίνας που διανύουμε.
Η διαδικασία της αστυνόμευσης εν μέσω της πανδημίας καθίσταται δυσκολότερη και περισσότερο σύνθετη όχι μόνο λόγω των αυξημένων απαιτήσεων ασφάλειας εκ μέρους των πολιτών, αλλά και λόγω των επικείμενων κινδύνων που ελλοχεύουν για τους ίδιους τους αστυνομικούς, οι οποίοι είναι εκτεθειμένοι στον ιό κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης των καθηκόντων τους, με ό,τι αυτό βεβαίως συνεπάγεται για τους συναδέλφους τους και το οικογενειακό τους περιβάλλον. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η πρόσφατη αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου στην Αυστραλία, κατόπιν αιτήματος των συνδικαλιστικών αστυνομικών οργανώσεων, με την οποία προβλέπονται αυστηρές ποινές για εκείνα τα άτομα τα οποία απειλούν τους αστυνομικούς ότι είναι φορείς του ιού και προσπαθούν να τον μεταδώσουν προβαίνοντας σε διάφορες ενέργειες, όπως φτύνοντας ή βήχοντας πάνω στα πρόσωπα των αστυνομικών, με σκοπό να αποφύγουν τους ελέγχους που γίνονται κατά τη διάρκεια της αστυνόμευσης.
Με βάση, λοιπόν, τα νέα δεδομένα, προβάλλει αδήριτη η ανάγκη για την Αστυνομία, που εγγυάται την προστασία της ζωής και της περιουσίας κάθε πολίτη, να καταρτίσει μία νέα στρατηγική πρόληψης και καταπολέμησης της εγκληματικότητας κατά τη διάρκεια της πανδημίας, η οποία πρωτίστως θα εστιάζει στην προστασία των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων.
Συγχρόνως, η πολιτεία οφείλει να στηρίξει ηθικά και υλικοτεχνικά το αστυνομικό προσωπικό, αναγνωρίζοντας την επικινδυνότητα του επαγγέλματος τους και θωρακίζοντας θεσμικά την προστασία του, προκειμένου το σύνολο των αστυνομικών να παραμείνει ενεργό στη μάχη κατά της πανδημίας για να προσφέρει τις υπηρεσίες τους στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο. Ας σημειωθεί, ειρήσθω εν παρόδω, ότι η επικινδυνότητα του αστυνομικού επαγγέλματος στην Ελλάδα δεν κατοχυρώνεται θεσμικά από την Ελληνική Πολιτεία, παρά τις επανειλημμένες εκκλήσεις των συνδικαλιστικών αστυνομικών ενώσεων επί σειρά ετών.
Εν κατακλείδι, η πανδημία αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις της σύγχρονης ιστορίας για όλες της Αστυνομίες του κόσμου, οι οποίες καλούνται να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων και να προστατέψουν αποτελεσματικά την ζωή και την ασφάλεια των πολιτών. Δεν είναι τυχαίο ότι η Αρχηγός της Μητροπολιτικής Αστυνομίας του Λονδίνου Cressida Dick, απευθυνόμενη δημοσίως στο αστυνομικό προσωπικό, παραλλήλισε την κρίση της πανδημίας με την κρίση που αντιμετώπισε το Λονδίνο το 2017 από τις τρομοκρατικές επιθέσεις που δέχτηκε, υπογραμμίζοντας ότι και αυτή τη φορά θα πρυτανεύσουν οι αξίες της ανεκτικότητας, της ενότητας και της καλοσύνης, με βάση τις οποίες το αστυνομικό προσωπικό της Μητροπολιτικής Αστυνομίας θα αντιμετωπίσει τις νέες προκλήσεις της αστυνόμευσης που προβάλλουν εν μέσω της πανδημίας.-
* Ο κ. Ευάγγελος Στεργιούλης είναι Διδάκτωρ Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου και ε.α. Υποστράτηγος της Ελληνικής Αστυνομίας. Υπηρέτησε στην έδρα της Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας-Europol ως υπεύθυνος των εξωτερικών και δημόσιων σχέσεων και διετέλεσε προϊστάμενος των Εθνικών Γραφείων Interpol και Europol. Έχει διδάξει στις Αστυνομικές Ακαδημίες της Ελληνικής και Κυπριακής Αστυνομίας, καθώς και στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου.