Μία οικογενειακή τραγωδία με θύματα την ίδια και τα 4 παιδιά τους ερευνούν τα στελέχη της Υποδιεύθυνσης Προστασίας Ανηλίκων, ύστερα από την καταγγελία γυναίκας αστυνομικού σε βάρος του επίσης αστυνομικού συζύγου της.
Τη Δευτέρα, 18 Νοεμβρίου, η καταγγέλλουσα περιέγραψε στους αστυνομικούς του Τμήματος Καλλιθέας ότι έπεσε θύμα ενδοοικογενειακής βίας, λεκτικής και σωματικής, από τον σύζυγό της, ο οποίος υπηρετεί στην Ασφάλεια της Βουλής.
Οι ένστολοι πέρασαν χειροπέδες στον φερόμενο ως δράστη και στο αυτόφωρο, που ακολούθησε, καταδικάστηκε σε έναν χρόνο φυλάκιση. Ο καταδικασθείς δήλωσε ότι προτίθεται να δώσει τέλος στη ζωή του και άμεσα μεταφέρθηκε σε στρατιωτική ψυχιατρική κλινική.
Η γυναίκα, όμως, επανήλθε και συμπλήρωσε στην καταγγελία πως από το 2016 ο σύζυγός της ασελγούσε σε βάρος των τεσσάρων παιδιών τους και μάλιστα περιέγραψε με λεπτομέρειες περιστατικά.
Έτσι την υπόθεση ανέλαβε το «Ανηλίκων», τα παιδιά μεταφέρθηκαν σε νοσοκομείο, προκειμένου να εξεταστούν και από ιατροδικαστή και από παιδοψυχολόγο, με τις καταθέσεις τους να συμπεριλαμβάνονται στη δικογραφία.
Η σύζυγος είχε καταγγείλει τον αστυνομικό για ενδοοικογενειακή βία και τον περασμένο Φεβρουάριο, αλλά τότε είχε αποσύρει τη μήνυση και είχαν αποφασίσει να έλθουν σε εξωδικαστικό συμβιβασμό.
Αντίδραση Τασούλα
Αμεση ήταν αντίδραση του Κωνσταντίνου Τασούλα για την υπόθεση. Οπως ανέφερε στους κοινοβουλευτικούς συντάκτες ο πρόεδρος της Βουλής, την επομένη της καταγγελίας, «διώξαμε» από την Υπηρεσία Ασφάλειας τον καταγγελλόμενο αστυνομικό. Ο συλληφθείς παραπέμφθηκε στο αυτόφωρο στις 20 Νοεμβρίου και καταδικάστηκε σε ένα χρόνο φυλάκιση με αναστολή. Μετά την κατηγορία σε βάρος του, ο αστυνομικός φέρεται να είπε στη μητέρα του ότι θα αυτοκτονήσει, με αποτέλεσμα η ΕΛΑΣ να τον αναζητήσει και να τον οδηγήσει στο ψυχιατρείο του Στρατού.
Όπως αναφέρθηκε κατά την ενημέρωση των κοινοβουλευτικών συντακτών, ο εν λόγω αστυνομικός, που υπηρετούσε στην Υπηρεσία Ασφάλειας της Βουλής από τις αρχές του 2019, δεν έφερε όπλο, καθώς είχε επικαλεστεί ψυχολογικά προβλήματα.
Η ανακοίνωση της Αστυνομίας
Το Αρχηγείο της ΕΛΑΣ εξέδωσε ανακοίνωση σχετικά με την υπόθεση της σύλληψης του αστυνομικού, που υπηρετούσε στη Βουλή, έπειτα από καταγγελία που έγινε εις βάρος του από τη σύζυγό του πως διέπραξε ασελγείς πράξεις στα παιδιά του.
Όπως τονίζεται στην ανακοίνωση, μόλις ενημερώθηκε το Αρχηγείο της ΕΛΑΣ για την υπόθεση προχώρησε «άμεσα και αποφασιστικά σε όλες τις προβλεπόμενες ενέργειες, με γνώμονα την προστασία των ανήλικων τέκνων και της καταγγέλλουσας, αποδεικνύοντας τη μηδενική ανοχή σε τέτοιου είδους περιστατικά».
Παράλληλα επισημαίνεται ότι η σύζυγος του κατηγορουμένου, η οποία, επίσης, είναι αστυνομικός, τον είχε μηνύσει και στο παρελθόν για περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας και της είχε χορηγηθεί η εφαρμογή «panic button», ενώ της είχε παρασχεθεί και προστασία.
Αναλυτικά η ανακοίνωση της ΕΛΑΣ:
«Σε εξέλιξη βρίσκεται έρευνα της Υποδιεύθυνσης Προστασίας Ανηλίκων για τη διερεύνηση αδικημάτων κατά της γενετήσιας ελευθερίας, που φέρεται ότι διέπραξε αστυνομικός σε βάρος μελών της οικογένειάς του.
Προηγήθηκε καταγγελία της συζύγου του, επίσης αστυνομικού, σύμφωνα με την οποία ο ανωτέρω, από το 2016 μέχρι και τα μέσα του τρέχοντος μήνα, διέπραττε ασελγείς πράξεις σε βάρος των παιδιών τους.
Η Ελληνική Αστυνομία, μόλις ενημερώθηκε για την υπόθεση, προχώρησε άμεσα και αποφασιστικά σε όλες τις προβλεπόμενες ενέργειες, με γνώμονα την προστασία των ανήλικων τέκνων και της καταγγέλλουσας, αποδεικνύοντας τη μηδενική ανοχή σε τέτοιου είδους περιστατικά.
Ειδικότερα, ενημερώθηκε αμέσως η αρμόδια εισαγγελική Αρχή, με παραγγελία της οποίας τα ανήλικα μεταφέρθηκαν σε νοσοκομείο για ιατρική εξέταση και φιλοξενία σε κατάλληλο χώρο. Παράλληλα, παραγγέλθηκε η διενέργεια ιατροδικαστικής εξέτασης και η εξέταση των ανηλίκων, παρουσία εξειδικευμένου ψυχολόγου.
Σημειώνεται ότι τον Φεβρουάριο του 2024, καθώς και λίγες μέρες πριν την ανωτέρω καταγγελία, η αστυνομικός είχε μηνύσει τον σύζυγό της για περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας (λεκτικής και σωματικής), τα οποία επίσης διερευνήθηκαν αρμοδίως. Στην πρώτη περίπτωση η αστυνομικός ανακάλεσε την κατάθεσή της και ζήτησε ποινική διαμεσολάβηση, ενώ στην τελευταία περίπτωση, της χορηγήθηκε η εφαρμογή «panic button» και επιπλέον της παρασχέθηκε προστασία.
Στο πλαίσιο της άμεσης ανταπόκρισης, οι αρμόδιες υπηρεσίες προχώρησαν σε όλες τις προβλεπόμενες προανακριτικές ενέργειες σε στενή συνεργασία με την Εισαγγελία. Όσον αφορά τον καταγγελλόμενο αστυνομικό, αφαιρέθηκε άμεσα ο οπλισμός του, ενώ, κατόπιν εισαγγελικής εντολής, νοσηλεύεται φυλασσόμενος σε ψυχιατρικό νοσοκομείο.
Επιπλέον, στο πλαίσιο διερεύνησης της εν εξελίξει υπόθεσης, σε βάρος του αστυνομικού ασκήθηκε ποινική δίωξη και εκδόθηκε σχετικό ένταλμα σύλληψης.
Το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη και η Ελληνική Αστυνομία αντιμετωπίζουν με τη μέγιστη σοβαρότητα και ευαισθησία τη συγκεκριμένη υπόθεση. Οι ενέργειες των αρμόδιων υπηρεσιών καταδεικνύουν την αμεσότητα, την αποφασιστικότητα και τη διαφάνεια που διέπουν την προσέγγιση της ΕΛ.ΑΣ., με στόχο τη διασφάλιση της προστασίας των θυμάτων και την πλήρη απόδοση δικαιοσύνης».