ΝΔ: Το ‘ταβάνι’ της «Νέας Νέας Δημοκρατίας;»
Η ΝΔ κατέγραψε οριακή ποσοστιαία πτώση σε σχέση με τις εκλογές της 21ης Μαΐου (0,24%). Σε απόλυτους αριθμούς, μιλάμε για απώλεια περίπου 300.000 ψήφων (296.108), η οποία επιτελέστηκε εν μέσω αυξανόμενης αποχής, αλλά και διαρροών· η συσπείρωσή της ήταν μεν υψηλή (92%), καταγράφηκαν ωστόσο απώλειες της τάξης του 4% προς τον χώρο που διανοίγεται στα δεξιά του κόμματος (Σπαρτιάτες 2%, Νίκη 1%, Ελλ. Λύση 1%).
Δύο, συσχετιζόμενοι μεταξύ τους, παράγοντες είναι που ψαλίδισαν την περαιτέρω δυναμική της ΝΔ, αποτρέποντάς την από το να διευρύνει περαιτέρω τη διαφορά της από τον ΣΥΡΙΖΑ μ’ ένα 43%-45% όπως είχε διαφανεί προς στιγμήν.
Ο πρώτος αφορά στην χαλάρωση των αντι-σύριζα αντανακλαστικών των ψηφοφόρων, καθώς οι εκλογές του Μαΐου έκαψαν τα σενάρια της παλινόρθωσής του στην εξουσία.
Ο δεύτερος αφορά στα κενά της δικής της πολιτικής, που διευκολύνει την συγκρότηση ενός πολιτικού χώρου στα δεξιά της, που αν και κατακερματισμένος κομματικά, φτάνει να συγκεντρώνει συνολικά ποσοστά που αγγίζουν το 12%-13%.
Ο τελευταίος αντλεί τη δυναμική του κυρίως από την Βόρεια Ελλάδα, σε δεύτερο επίπεδο, από τις υπόλοιπες περιοχές της χώρας. Ισχυροποιείται κυρίως σε περιφέρειες αλλά και στρώματα της κοινωνίας τα οποία χτυπήθηκαν περισσότερο από την αποβιομηχάνιση των τελευταίων δεκαετιών, καθώς και από τις νέες μορφωτικές και εισοδηματικές ανισότητες. Τα φαινόμενα αυτά δίνουν στα κατώτερα μεσαία, και τα μεσαία στρώματα την αίσθηση ενός κοινωνικού αποκλεισμού –στην Ελλάδα, όπως και στην υπόλοιπη Ευρώπη το φαινόμενο έχει και έντονη χωροταξική έκφραση.
Φυσικά υπάρχει και η ταυτοτική διάσταση. Ο κόσμος αυτός πιστεύει πως η ΝΔ έγινε «Ποτάμι» και με την στήριξη σκληρότερα δεξιών, δημαγωγικών και αυταρχικών σχηματισμών θα στείλουν μήνυμα σε σχέση με τις τάσεις του πολιτιστικού υπερφιλελευθερισμού, του πολυπολιτισμού ή του κατευνασμού έναντι της Τουρκίας που υπάρχουν στην ΝΔ.
Φυσικά δεν μπορούμε να παραλείψουμε το γεγονός αυτό, ότι η τάση αυτή της ελληνικής κοινωνίας ενισχύεται και από εξωγενείς παράγοντες, κατ’ εξοχήν τη ρωσική πολιτική, η οποία κρίνει ότι με την τακτική της πολλαπλασιάζει τα εσωτερικά ρήγματα στις κοινωνίες της Δύσης, και ενισχύει μια τάση γενικής απώλειας εμπιστοσύνης τους στα κράτη και τις ηγεσίες τους.
Το κόμμα του Κυριάκου Μητσοτάκη, απαντάει σε αυτήν την πρόκληση με την περίφημη στρατηγική της ’τριγωνοποίησης’ (που πρωτοεφαρμόστικε από τους Δημοκρατικούς των ΗΠΑ κατά την προεδρία του Μπίλ Κλίντον)· πρόκειται για μια μορφή πολιτικού ισορροπισμού, στις ΗΠΑ ανάμεσα στις νέες ελίτ της παγκοσμιοποίησης με την υπερδικαιωματιστική ιδεολογία, και στα ‘μπλε κολλάρα’ την παραδοσιακή βάση του κόμματος που ήταν συσπειρωμένη περισσότερο στις αμερικανικές αξίες. Η ‘τριγωνοποίηση’ δούλεψε προς στιγμήν, εν τέλει κόστισε όμως στο Δημοκρατικό Κόμμα τα παραδοσιακά της ερείσματα στην εργατική τάξη και τα μεσαία στρώματα, τα οποία τότε στρέφονται πιο έντονα προς τους Ρεπουμπλικάνους.
Αυτό ακριβώς θα πρέπει να αποφύγει η ΝΔ, αν θέλει η ηγεμονία της να αποκτήσει όχι μόνον λειτουργικά χαρακτηριστικά (κυβερνησιμότητας), αλλά και ιδεολογικά. Κάτι τέτοιο θα προϋπέθετε, όχι ένα πολιτικό σλάλομ ανάμεσα στο κέντρο και την δεξιά, αλλά μια νέα εθνική ιδεολογία που να συνδυάζει εκσυγχρονισμό και πατριωτισμό, ελληνικότητα και ευρωπαϊκή ταυτότητα, επενδύσεις, παραγωγική ανάταξη, αλλά και κοινωνική κινητικότητα και παιδευτική ανανέωση.
Αυτή η ιδεολογία προς το παρόν λείπει, κι έτσι, ο μονοπολισμός της ΝΔ είναι ατελής και ασταθής ενώ ενδεχομένως με τα ποσοστά της 25ης Ιουνίου η «Νέα Νέα Δημοκρατία», όπως την αποκαλούσαν προσφυώς το βράδυ των εκλογών τα στελέχη της στα τηλεοπτικά πάνελ, να έχει αγγίξει πιάσει το «ταβάνι» της δυναμικής της.
ΣΥΡΙΖΑ: Τέλος της λαϊκιστικής περιόδου & στροφή προς τον εθνομηδενισμό
Ο ΣΥΡΙΖΑ επιβεβαίωσε τις πτωτικές τάσεις του Μαΐου, ενώ στις δηλώσεις του ο επικεφαλής του Αλέξης Τσίπρας ήταν αρκετά ξεκάθαρος για το στίγμα και τις διαδικασίες μέσα από τις οποίες θα δοκιμάσει να αντιμετωπίσει την αναπροσαρμογή των μεγεθών του.
Μετά από την απώλεια σχεδόν 1 εκ. ψηφοφόρων (852.167) σε σχέση με το 2019, ο ΣΥΡΙΖΑ καθίσταται πια ένα μικρομεσαίο κόμμα. Παρ’ όλα αυτά ο Αλέξης Τσίπρας δεν φαίνεται διατεθειμένος να αποχωρήσει δίχως να δώσει μάχη για τη θέση του. Έτσι θα προσπαθήσει να στρέψει το αίτημα της ανανέωσης και της επανίδρυσης εναντίον των εσωκομματικών του αντιπάλων μέσα από τις διαδικασίες του κόμματος και ενδεχομένως ένα συνέδριο.
Για το στίγμα της παράταξής του, τώρα, ο Α. Τσίπρας στις δηλώσεις του κατά το βράδυ των εκλογών (αλλά και στην προεκλογική τακτική των τελευταίων ημερών) ήταν αρκετά ξεκάθαρος: γυρίζει σελίδα από την ‘λαϊκιστική περίοδο’ του ΣΥΡΙΖΑ, μάλιστα κάνει κριτική στην κοινωνία, επειδή απορρίπτει λογουχάρη την ιδεολογία των ανοιχτών συνόρων, και αποπειράται, πια να εκφράσει οργανικότερα τον εθνομηδενιστικό υπερδικαιωματισμό. Έτσι πιστεύει πως θα καταφέρει να συσπειρώσει γύρω του τα κομμάτια της μεταμοντέρνας αριστεράς και σοσιαλδημοκρατίας που ομνύουν σε αυτήν την παγκοσμιοποιητική ιδεολογία.
ΠΑΣΟΚ ή έλλειψη πολιτικού στίγματος
Αν και απέσπασαν 60.000 λιγότερους ψήφους από τις εκλογές της 21ης Μαΐου (οριακή ποσοστιαία άνοδος 0,39% λόγω αποχής), οι εκπρόσωποι του ΠΑΣΟΚ στα τηλεοπτικά πάνελ πανηγύριζαν λες και ζουν στο 1977, και επίκειται η ‘μεγάλη αλλαγή’.
Στην ουσία, όμως, το ΠΑΣΟΚ παρέμεινε στάσιμο, απόρροια της αδυναμίας του Ανδρουλάκη να ‘κάνει γκελ’ σε ευρύτερα εκλογικά ακροατήρια (όπως τους αρέσει να λένε στην Χαριλάου Τρικούπη) ή των κάκιστων επιλογών της προεκλογικής περιόδου (πχ επικέντρωση στη φορολογία ή ατυχείς αποκαλύψεις όπως εκείνη του Δ. Μάντζιου με τα Funds).
Σε αυτές τις διπλές εκλογές, η λεζάντα του ΠΑΣΟΚ έγραφε ”ασάφεια πολιτικού στίγματος” και ”έλλειψη ιδεολογικής ταυτότητας”: η ”νέα σοσιαλδημοκρατία” του Νίκου Ανδρουλάκη, παραμένει εν πολλοίς κενό γράμμα· προσπαθεί να πει κάτι ως προς τα εθνικά θέματα, το δημογραφικό ή την ενεργειακή δικαιοσύνη, αλλά δεν το ολοκληρώνει, καθώς την ίδια στιγμή προσπαθεί να κοπιάρει την φωνακλάδικη τακτική του ΣΥΡΙΖΑ. Εν τέλει μπερδεύεται, οπότε η Χαριλάου Τρικούπη πολύ συχνά δείχνει την εντύπωση ότι κάνει κύκλους γύρω από τον εαυτό της.
Μια διέξοδος για το ΠΑΣΟΚ, είναι να υπερβεί την παράδοση της μεταπολίτευσης –που τόσο πολύ τον έχει στιγματίσει– και να στραφεί σε παλαιότερες, πλειοψηφικές παραδόσεις του Κέντρου. Όπως για παράδειγμα η σοσιαλδημοκρατική εκδοχή Βενιζελισμού που πρέσβευε ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου, και συνδύαζε αιτήματα πατριωτισμού, εκσυγχρονισμού, εκβιομηχάνισης, μορφωτικής και εισοδηματικής ανόδου των λαϊκών τάξεων.
Προς το παρόν, βέβαια, τα στελέχη του δεν δείχνουν να διαθέτουν τα ιδεολογικά και πολιτικά εφόδια ώστε να καταφέρουν να εκσυγχρονίσουν επιτυχώς την παράδοση αυτήν.
Στροφή προς τα δεξιά ή κρίση της αριστεράς;
Σε ό,τι αφορά τον γενικό άξονα δεξιάς-αριστεράς, τόσο οι εκλογές του Μαΐου όσο και οι εκλογές του Ιουνίου κατέδειξαν την ύπαρξη μιας ευρύτερης τάσης αλλαγής των συσχετισμών ανάμεσα σε αριστερά και δεξιά. Βάσει των τελευταίων αποτελεσμάτων η αριστερά μόλις που καταφέρνει και συγκεντρώνει 43%-44%, ενώ οι σχηματισμοί από την κεντροδεξιά μέχρι την αμιγώς και την άκρα δεξιά λαμβάνουν γύρω στο 55%.
Η αριστερά βιώνει μια στρατηγική υποχώρηση, που πλέον εκφράζεται χαρακτηριστικά στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ. Διατηρεί όμως μεγαλύτερο ιδεολογικό και πολιτικό βάθος. Αφορά στην αποκόλλησή της από τα λαϊκά και μεσαία στρώματα, εξαιτίας της στροφής της προς την ιδεολογία της αποδόμησης (έθνος, οικογένεια, φύλο)· και αφορά επίσης στο τέλος της μεταπολίτευσης, την αποδρομή του κρατισμού, τον εκφυλισμό μιας συγκεκριμένης κουλτούρας αμφισβήτησης σε μηδενισμό, παρασιτισμό και μιζεραμπιλισμό.