«Το ερέθισμα που με ξεκλείδωσε και άρχισα να μετουσιώνω σε λογοτεχνία το οδοιπορικό του Σαρούτ, ήταν, όταν διάβασα κάπου τη φράση “Ήμουν μονάχα ένα παιδί”. Αυτή η φράση και μόνο, ενεργοποίησε όλα τα αθροιστικά συναισθήματα, τα σχετικά αναγνώσματα και ακούσματα που είχα μέχρι τότε για το παγκόσμιο αυτό κοινωνικό φαινόμενο. Ήταν, σαν μια κλήση αφύπνισης, σαν να είχαν κατά κάποιο τρόπο, γραφτεί όλα ήδη μέσα μου, πριν γράψω λέξη».
Ο Σαρούτ είναι ένα αγόρι που γεννιέται στην απόλυτη ένδεια και βιώνει την απόλυτη θηριωδία σε ηλικία μόλις εννέα ετών. Ένα παιδί που το πουλάει η ίδια του η μητέρα -μια γυναίκα η οποία, όπως μαθαίνει αργότερα, είχε βιώσει ως έφηβη την ίδια φρίκη. «… Οι δουλέμποροι αγόραζαν παιδιά από φτωχές οικογένειες οι οποίες είχαν ανάγκη από χρήματα και τα πουλούσαν σε χαμηλή τιμή σε μαστροπούς και διακινητές».
Η αφήγηση εκκινεί το 1973 στην Ταϊλάνδη και στους θύτες περιλαμβάνονται από ντόπιοι, μεταξύ άλλων, ιερωμένοι και πολιτικοί, μέχρι -βεβαίως- δυτικοί. Είναι χαρακτηριστική η αναφορά σε φυλλάδιο για τα «kids for hire». «… Η Ταϊλάνδη είναι το σημείο συνάντησης πολλών παιδιών από Ινδία, Ταϊβάν, Σρι Λάνκα, Φιλιππίνες, προκειμένου κάποια να τα εξάγουν στην Ευρώπη και στην Αμερική και κάποια να τα εμπορεύονται στις γειτονικές χώρες».
Η Βανέσσα Λαμπροπούλου μιλά για το βιβλίο της με τίτλο «Αγέλαστος Πέτρα» (Πρότυπες Εκδόσεις Πηγή) που τιμήθηκε με βραβείο στο Ελληνικό Ίδρυμα Πολιτισμού, από την Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών, ένα μυθιστόρημα για τη σεξουαλική κακοποίηση και εργασιακή εκμετάλλευση παιδιών, σε οίκους ανοχής και εργοστάσια της Νοτιοανατολικής Ασίας.
-Το βιβλίο είναι εμπνευσμένο από αληθινά γεγονότα. Ωστόσο, όπως αναφέρατε πρόσφατα σε συνέντευξη, αυτό που πυροδότησε το ενδιαφέρον σας συνέβη σε ένα ταξίδι σας στην Ταϊλάνδη, το 2019, όταν ο ξεναγός έδωσε μία παράξενη πληροφορία σχετικά με το άγαλμα ενός θεού και την ευχή που συνηθίζουν να κάνουν οι επισκέπτες για το φύλο του παιδιού που επιθυμούν να αποκτήσουν. Έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον το (σοκαριστικό) αυτό περιστατικό.
Ίσως όλοι μας, λίγο-πολύ, γνωρίζουμε, πως, πολλές κοινωνίες, ιδιαίτερα στη Νότια Ασία, Αφρική και Λατινική Αμερική, κυριαρχούνται από αναχρονιστικές παραδόσεις, έμφυλα στερεότυπα και έναν πρωτογονισμό σε ό,τι αφορά τη βία και την εκμετάλλευση παιδιών.
Η Ταϊλάνδη, είναι μια χώρα η οποία καταδυναστεύεται από τη σωματεμπορία και την παιδική εργασία. Σε κάποιες κοινωνίες της, ειδικά σε οικογένειες με ακραία φτώχεια, συνηθίζεται να πουλάνε τα ίδια τους τα παιδιά σε μαστροπούς και διακινητές για λίγα μόλις δολάρια. Όμως, είναι άλλο να το έχεις πληροφορηθεί έτσι γενικά και κάπως θολά, και άλλο να είσαι αυτήκοος μάρτυρας.
Συγκεκριμένα, σε μια περιήγησή μας στο Βασιλικό Παλάτι, κατόπιν παρότρυνσης του ξεναγού μας, κάναμε στάση σε ένα άγαλμα στον προαύλιο χώρο ενός συμπλέγματος βουδιστικών ναών, όπου μάς ενημέρωσε, ότι όποιος ακουμπήσει την παλάμη του πάνω στο άγαλμα και ευχηθεί το φύλλο του παιδιού που επιθυμεί να φέρει στον κόσμο, -αγόρι, κορίτσι, ή/και τα δύο φύλλα- αυτό πραγματοποιείται. Στην εύλογη ερώτησή μου, «γιατί, υπάρχει γονιός που επιθυμεί να γεννήσει παιδί με δύο φύλλα;», η απάντηση ήταν «ναι, γιατί κερδίζει πιο πολλά χρήματα από τα πορνεία». Το εν λόγω περιστατικό, όσο και να καταδεικνύει τη συγκεκριμένη κουλτούρα της χώρας, ήταν πολύ σοκαριστικό. Αυτή η εμπειρία, αποτέλεσε και το εφαλτήριο, για τη μετέπειτα εκτενή έρευνά μου για το κοινωνικό αυτό φαινόμενο και συγγραφή της Αγελάστου πέτρας.
- Πότε αποφασίσατε να μεταπλάσετε σε μυθιστόρημα την οδύσσεια του Σαρούτ;
Η λογοτεχνία αναπαριστά τη ζωή και δεν θα μπορούσε να μείνει αδιάφορη σε αυτή τη σκληρή πραγματικότητα. Αν και δεν ήταν προσχεδιασμένο να γράψω βιβλίο όταν έκανα την αρχική έρευνα για την παιδική εργασία και κακοποίηση, θα μπορούσα εκ των υστέρων να πω, πως, σαν ιδέα, βρισκόταν ασυνείδητα εν σπέρματι, σε όλη τη διάρκεια του ταξιδιού μου στην Ταϊλάνδη και επωαζόταν, για αρκετό καιρό. Η συγγραφή ξεκίνησε αυθόρμητα, λίγους μήνες μετά το ταξίδι.
Το ερέθισμα που με ξεκλείδωσε και άρχισα να μετουσιώνω σε λογοτεχνία το οδοιπορικό του Σαρούτ, ήταν, όταν διάβασα κάπου τη φράση «Ήμουν μονάχα ένα παιδί». Αυτή η φράση και μόνο, ενεργοποίησε όλα τα αθροιστικά συναισθήματα, τα σχετικά αναγνώσματα και ακούσματα που είχα μέχρι τότε για το παγκόσμιο αυτό κοινωνικό φαινόμενο. Ήταν, σαν μια κλήση αφύπνισης, σαν να είχαν κατά κάποιο τρόπο, γραφτεί όλα ήδη μέσα μου, πριν γράψω λέξη.
-Μία ιστορία για τη σεξουαλική κακοποίηση και την εργασιακή εκμετάλλευση μικρών παιδιών -συχνά υπό καθεστώς κληρονομικής δουλείας-, θέλει «γερό στομάχι». Τόσο για τον συγγραφέα, όσο και για τον αναγνώστη.
Αν απαιτείται «γερό στομάχι» για τη συγγραφή και ανάγνωση μιας τέτοιας ιστορίας, αναρωτιέμαι, «τι στομάχι» πρέπει να έχουν τα θύματα που υφίστανται όλα αυτά τα απάνθρωπα και ατιμώρητα εγκλήματα. Αν γράφουμε ή διαβάζουμε μόνο βιβλία που μας ανεβάζουν την ψυχολογία, όλο και περισσότερα παιδιά θα συνεχίσουν να κατεβαίνουν σκαλιά σε σκοτεινά υπόγεια και θα βγουν από εκεί πεθαμένα, ή ψυχικά ακρωτηριασμένα.
Πρέπει επιτέλους να σταματήσουμε να είμαστε απράγμονες θεατές σε αυτή τη μάστιγα, είτε γιατί νομίζουμε πως συμβαίνει μόνο κάπου μακριά και δεν μας αφορά, είτε γιατί δεν θέλουμε να χαλάσουμε τον ύπνο μας και την ψυχολογία μας. Οφείλουμε όλοι, να πληροφορηθούμε και να συνειδητοποιήσουμε την πραγματική διάσταση του φαινομένου, καθώς και τις ισόβιες, οδυνηρές συνέπειες για τα θύματα και κυρίως, οφείλουμε να προστατεύσουμε τα παιδιά με κάθε τρόπο.
Περαιτέρω, με την ευκαιρία που μου δίνετε με την ερώτησή σας, θα ήθελα να επισημάνω, ότι η Αγέλαστος πέτρα, είναι μεν ένα «σκληρό» βιβλίο, ένα ίσως, σύγχρονο μανιφέστο για την παιδική εργασία και κακοποίηση -γραμμένο όμως με τρυφερότητα κατά τη γνώμη μου-, αλλά είναι και ένας Ύμνος για τη δύναμη της ανθρώπινης ψυχής, σε ένα άνισο αγώνα επιβίωσης, να αντισταθεί ο κεντρικός ήρωας στο κατεστημένο και να παλέψει με σθένος για δικαιοσύνη και ελευθερία. Η Αγέλαστος πέτρα, είναι ένα πολυδιάστατο μυθιστόρημα που μέσα από την αφήγηση, αποτυπώνεται και η αγάπη, η τρυφερότητα, η ελπίδα, η λύτρωση που φέρει η συγχώρεση, η διαφορά που μπορεί να κάνει ο Ένας, η υπαρξιακή αναζήτηση του ήρωα, η κουλτούρα της βίας και οι βαθιές ρίζες της -που όσο τις ποτίζουμε αυτές ανθίζουν-, η οικογένεια, ως μήτρα των περισσότερων δεινών του ανθρώπου και πολλά άλλα θέματα που πιθανόν διακρίνει και διηθεί ο κάθε αναγνώστης, ανάλογα με το προσωπικό του φίλτρο.
- Τα κέρδη από την εμπορία ανθρώπων, κυρίως γυναικών και παιδιών, πέντε δεκαετίες μετά την εποχή κατά την οποία διαδραματίζεται η ιστορία σας, ειδικά στην Νοτιοανατολική Ασία, παραμένουν τεράστια. Είναι εφικτό να σπάσει ο φαύλος κύκλος;
Αναλογιζόμενη το γεγονός, ότι 246 εκ. παιδιά, 6-14 ετών, εργάζονται σήμερα παγκοσμίως, κυρίως σε χώρες της ΝΑ Ασίας, Αφρικής και Λατινικής Αμερικής με συνθήκες σύγχρονης δουλείας, την κοινωνική ανισότητα και τα κέρδη δισεκατομμυρίων ευρώ που αποκομίζουν πολυεθνικές, κυβερνήσεις, παράγοντες εξουσίας και κυκλώματα, θα έλεγα, πως, μάλλον είναι μακρύς ο δρόμος.
Όμως, δεν είμαστε ανήμποροι να καταστείλουμε όσα δεινά συμβαίνουν στα παιδιά. Θα δανειστώ σε αυτό το σημείο, τα λόγια του Καζαντζάκη «Ν′ αγαπάς την ευθύνη. Να λες: Εγώ, εγώ μονάχος μου έχω χρέος να σώσω τη γης. Αν δε σωθεί, εγώ φταίω» κάνοντας μια μικρή παραλλαγή, «Εγώ, εγώ μονάχος μου έχω χρέος να σώσω τα παιδιά, αν δεν σωθούν, εγώ θα φταίω» και δεν κάνω αυτή την αναφορά για να μας δημιουργήσω ενοχές. Αλλά για να αφυπνιστούν συνειδήσεις και να ενισχυθεί το αίσθημα της ευθύνης. Για να γίνει ένα πρώτο βήμα και να σπάσει επιτέλους η σιωπή και η αδιαφορία. Ό,τι και να γίνεται πίσω από κλειστές πόρτες, πάντα υπάρχει ένας πυρήνας ανθρώπων (γείτονες, φίλοι, συγγενείς, συνάδελφοι) που κάτι γνωρίζει ή έστω έχει υποψίες και θα πρέπει να το καταγγείλει.
Έστω και ένα παιδί να γλυτώσει, είναι πολύ σημαντικό. Και για να απαντήσω στο ερώτημά σας, αν όλοι μαζί και ο καθένας ξεχωριστά, κινητοποιηθεί, αγωνιστεί, απαιτήσει από τις κυβερνήσεις αυστηρά νομοθετικά πλαίσια και επιβολή του νόμου, ώστε να μην διαιωνίζονται στην αφάνεια και στην ατιμωρησία τα ειδεχθή αυτά εγκλήματα, αν παλέψουμε για υποχρεωτική παιδεία σε όλους, για προγράμματα στήριξης οικογενειών με ακραία φτώχεια, αν γίνουν συντονισμένες εγχώριες προσπάθειες και συνεργαστούν κυβερνήσεις και αστυνομία παγκοσμίως, διαμορφώνοντας μια διεθνή στρατηγική και συγκεκριμένες δράσεις, ναι είναι εφικτό να σπάσει ο φαύλος κύκλος.
-Ο τίτλος του βιβλίου «Αγέλαστος Πέτρα» αφορά ένα άλλο βασανισμένο παιδί που εμφανίζεται στην ιστορία, την Κανίκα.
Τον τίτλο τον εμπνεύστηκα, καθώς περιέγραφα τον σπαρακτικό θρήνο της Κανίκα, όταν ένας δουλέμπορος άρπαξε με βία το μωρό από την αγκαλιά της για να το πουλήσει σε ένα κύκλωμα εμπορίας οργάνων, Σχηματίστηκε συνειρμικά στο μυαλό μου η εικόνα της θεάς Δήμητρας στον ιερό βράχο της Αγελάστου πέτρας στην Ελευσίνα, όπου σύμφωνα με τον μύθο, θρηνούσε γοερά την αρπαγή της κόρης της Περσεφόνης από τον Πλούτωνα. Όμως, ο τίτλος, δεν αφορά μόνο στην Κανίκα, συμπυκνώνει θαρρώ, όλες τις πτυχές του έργου μου.
-Ανακαλείτε μεταξύ άλλων, τη φράση του Αντρέ Μαλρό «Ο θάνατος δεν είναι κάτι πολύ σοβαρό. Ο πόνος, είναι». Θα ήθελα το σχόλιο σας.
Ο θάνατος είναι μια αλλαγή διάστασης και ενίοτε λύτρωση και γιατρειά. Ο πόνος όμως, και δη ο ψυχικός και επαναλαμβανόμενος που απλώνει ρίζες βαθιά, δημιουργεί ανεπούλωτα τραύματα που διαμορφώνουν και καθορίζουν όχι μόνο τις ζωές των θυμάτων, αλλά ολόκληρων γενεών.
- Πώς στραφήκατε στα μαθήματα δημιουργικής γραφής του Κολεγίου Αθηνών; Ποιοι οι αγαπημένοι σας συγγραφείς; Η συγγραφή προέκυψε όψιμα -το πρώτο βιβλίο σας «Το Μεγάλο Παιχνίδι» κυκλοφόρησε το 2019.
Παρακολούθησα μαθήματα δημιουργικής γραφής στο Κολλέγιο Αθηνών, υπό την καθοδήγηση του συγγραφέα Αλέξη Σταμάτη, κατόπιν σύστασης, ενός πρώην συναδέλφου σε μια εταιρία επικοινωνίας που εργαζόμουν, όταν διάβασε το πρωτόλειο του Μεγάλου παιχνιδιού. Εκείνη τη χρονική περίοδο, είχα απογοητευτεί με τον εαυτό μου και νόμισα, πως, δεν θα καταφέρω να γίνει βιβλίο. Εκείνος, είχε διακρίνει ένα ταλέντο στη γραφή μου και κατά τη γνώμη του είχα μια ιδιαίτερη λογοτεχνική ‘φωνή’ και μια πρωτότυπη ιστορία. Έτσι, με παρότρυνε να μην τα παρατήσω και να παρακολουθήσω τα εν λόγω μαθήματα. Η συμβουλή του, εκ του αποτελέσματος, τον δικαίωσε.
Αγαπώ πολύ τη λογοτεχνία. Διαβάζω αρκετά και συνηθίζω να καταγράφω σε ένα χαρτί τους προβληματισμούς και ανησυχίες μου. Αγαπημένοι συγγραφείς είναι ενδεικτικά ο Κάφκα, ο Καμύ, η Κλαρίσε Λισπέκτορ, ο Κέρουακ, ο Καραγάτσης, ο Διονύσης Μαρίνος, ο Ντοστογιέφσκι και πολλοί άλλοι, κυρίως κλασικοί. Αυτό που με σαγηνεύει σε ένα βιβλίο, είναι η γραφή και το ύφος του συγγραφέα, ο τρόπος που προσεγγίζει λογοτεχνικά ένα θέμα και φωτίζει τα αόρατα, δίνει υπόσταση στα ασήμαντα, ο τρόπος που επισημαίνει τις αποχρώσεις της πραγματικότητας, τις σκιές, τα ανάγλυφα και τα εξερευνεί σε βάθος και σχεδόν ποτέ, η πλοκή και οι ανατροπές σε μια ιστορία. Πιθανόν, μετά από τόσα χρόνια ανάγνωσης και παρατήρησης, να μη θέλει τελικά πολύ, να περάσεις από την ανάγνωση στη γραφή, έστω και όψιμα.
Οι συγγραφείς θαρρώ πως έχουμε μια ιδιαίτερα ευαίσθητη κεραία. Συλλαμβάνουμε τα μηνύματα του καιρού μας και μετουσιώνουμε λογοτεχνικά μια κοινωνική πραγματικότητα ή τη μεταβολή της. Η συγγραφή και των δύο έργων μου, προέκυψε από το ερέθισμα που μου έδωσαν κοινωνικά γεγονότα και από τις εσωτερικές δονήσεις που αυτά μου προκάλεσαν. Στο πρώτο μου βιβλίο «Το Μεγάλο Παιχνίδι» με ενεργοποίησε ο προβληματισμός μου για την ανεξέλεγκτη χρήση των προσωπικών μας δεδομένων από ιδιωτικές εταιρείες και κρατικούς μηχανισμούς και θέλησα να μοιραστώ τις σκέψεις μου για το άυλο αποτύπωμα της ραγδαίας εξέλιξης της τεχνολογίας στην κοινωνία. Με την «Αγέλαστο πέτρα» συγκλονίστηκα και συγκινήθηκα βαθιά, όταν πληροφορήθηκα και συνειδητοποίησα την πραγματική διάσταση του φαινομένου. Αισθάνθηκα μια αβίαστη ανάγκη να δώσω φωνή σε τραυματισμένες φωνές -από καιρό φιμωμένες- που ζητούσαν ακρόαση, απάντηση και ετυμηγορία.
Η Βανέσσα Λαμπροπούλου γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Παρακολούθησε μαθήματα δημιουργικής γραφής στο Κολέγιο Αθηνών. Τον Δεκέμβριο του 2019 κυκλοφόρησε το πρώτο της κοινωνικό μυθιστόρημα με τίτλο «Το Μεγάλο Παιχνίδι» (Πρότυπες Εκδόσεις Πηγή), που διακρίθηκε ως ένα από τα πέντε καλύτερα ελληνικά βιβλία του 2020. Η Αγέλαστος Πέτρα είναι το δεύτερο βιβλίο της.