Με αφορμή τις επερχόμενες αρχαιρεσίες της 26ης και 27ης Νοεμβρίου 2017 στους Δικηγορικούς Συλλόγους της χώρας για την ανάδειξη νέων Προέδρων και Διοικητικών Συμβουλίων, θα ήθελα να θυμίσω τη σημαντικότητα της συμμετοχής και της ψήφου του καθενός από εμάς.
Το καθολικό δικαίωμα της ψήφου κάθε άλλο παρά αυτονόητο είναι. Η ιστορία του δεν ξεπερνά ούτε τα 200 χρόνια ανθρώπινης ιστορίας ενώ η γεωγραφική του εξάπλωση σήμερα δεν αφορά ούτε καν έναν στους δύο ανθρώπους. Ειδικά δε για την επέκτασή του στις γυναίκες, θυμίζω ότι διεκδικήθηκε και αποκτήθηκε μόλις κατά τα τέλη του 19ου αιώνα και κυρίως κατά τη διάρκεια του 20ου.
Ως μέλος του μεγαλύτερου Δικηγορικού Συλλόγου της Χώρας, ήτοι του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, κατανοώ απόλυτα την αγανάκτηση και την απογοήτευση πολλών συναδέλφων για την μέχρι τώρα αντιμετώπιση καίριων ζητημάτων του κλάδου μας. Κατανοώ ακόμα και την άρνησή τους να συμμετέχουν στις επερχόμενες αρχαιρεσίες διεκδικώντας την αλλαγή που τόσο επιθυμούν. Την κατανοώ, αλλά δεν τη συμμερίζομαι. Θεωρώ πως εάν θέλουμε την αλλαγή, οφείλουμε να γίνουμε μέρος της προσπάθειας επίτευξης αυτής.
Δυστυχώς, οι ουτοπικές προτάσεις διάφορων συνδυασμών, οι οποίες καμία πρακτική ωφέλεια δεν μπορούν να έχουν στην επαγγελματική καθημερινότητα του μέσου δικηγόρου, καθώς και οι παλαιοκομματικές νοοτροπίες, λειτουργούν ως αποτρεπτικός παράγοντας για την ενασχόληση νέων συναδέλφων με τα συνδικαλιστικά πεπραγμένα του Συλλόγου.
Οι νεότεροι ιδίως δικηγόροι, εμείς που εκ των πραγμάτων έχουμε υποστεί εντονότερα τις συνέπειες τις οικονομικής κρίσης, αναζητούμε ένα άτομο με διαφορετική νοοτροπία, προσαρμοσμένη στις συγκυρίες της εποχής, αποστασιοποιημένo από παλαιοσυνδικαλιστικές πρακτικές, ένα άτομο με όραμα αλλά συγχρόνως και γνώσεις επί των πεπραγμένων του Συλλόγου, κάποιον που δεν θα του πάρει τη μισή θητεία για να συνειδητοποιήσει ποια είναι τα προβλήματα του επαγγέλματος και την άλλη μισή για να σκεφθεί πώς και αν μπορεί να τα επιλύσει, έναν άνθρωπο που έχει να προτείνει συγκεκριμένες πραγματιστικές λύσεις προς διευκόλυνση της δύσκολης καθημερινότητάς μας, λύσεις που συνάδουν με την πραγματική θεσμική θέση του Συλλόγου και όχι με αυτήν που κάποιοι ονειρεύονται να έχει. Έναν άνθρωπο που επενδύει στη γνώση και στην κατάρτιση των δικηγόρων. Έναν άνθρωπο, τέλος, που αγωνίζεται για τους πολλούς διότι αντιλαμβάνεται τη σημασία του καθενός ξεχωριστά.
Η αποδυνάμωση του ρόλου του δικηγόρου σε συνδυασμό με την βαθιά οικονομική κρίση αλλά και την υψηλή επιβληθείσα φορολογία προκαλούν τη δυσμενέστερη κατάσταση των τελευταίων ετών στον χώρο μας. Την ίδια ώρα, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία του ΔΣΑ, το 21% των δικηγόρων δεν είχε ούτε μία παράσταση σε δικαστήριο το 2016, ποσοστό που ανέβηκε στο 24,8% για φέτος.
Οι νέοι δικηγόροι, όπως όλοι οι νέοι επαγγελματίες, αποτελούν την πιο ευάλωτη ομάδα στη ραχοκοκαλιά του κλάδου. Η είσοδός τους στο επάγγελμα μόνο ομαλή δεν μπορεί να χαρακτηριστεί, καθώς ουδεμία στήριξη υπάρχει ούτε από την πολιτεία ούτε από τον ΔΣΑ. Και όταν αναφέρομαι βεβαίως σε στήριξη, εννοώ τη δημιουργία ενός πλαισίου μέσα από το οποίο θα τίθενται βασικοί κανόνες προστασίας του δικηγόρου κατά την άσκηση του επαγγέλματός του. Άλλωστε, ποιος δεν θα ήθελε η αμοιβή του να είναι αντάξια της εργασίας του; Ποιος δεν θα επιθυμούσε απαλλαγή από την καταβολή εισφορών σε περίπτωση μηδενικού εισοδήματος, χωρίς να απαιτείται το κλείσιμο των φορολογικών βιβλίων και στοιχείων του; Ποιος νέος δικηγόρος δεν θα αισθανόταν περισσότερο ασφαλής εάν γνώριζε πως ο Σύλλογός του έχει δημιουργήσει έναν μηχανισμό παροχής συμβουλών για την επαγγελματική του εξέλιξη, αλλά και έναν μηχανισμό πρακτικής υποβοήθησής του μέσω υποδειγμάτων και ασφαλών νομικών συμβουλών από συναδέλφους, κατά την ενάσκηση του επαγγέλματός του;
Άραγε απαιτούμε πολλά ή μήπως οι προσδοκίες μας έχουν μειωθεί σε τεράστιο βαθμό λόγω της αδιαφορίας του ΔΣΑ επί των πρακτικών και ουσιαστικών μας προβλημάτων;
Ο πρώτος επιστημονικός Σύλλογος της χώρας οφείλει να δίνει προτεραιότητα σε όσα καθημερινά πλήττουν το επάγγελμά μας και όχι να περιορίζεται σε στείρες πολιτικές και συντεχνιακό λόγο. Αντίστοιχα, τα μέλη του πρώτου επιστημονικού Συλλόγου της χώρας, οφείλουν να έχουν άποψη και να συμμετέχουν στη διαμόρφωση των αποφάσεων και δράσεών του.
Η αδράνεια είναι η εύκολη λύση. Η ανάληψη, όμως, πρωτοβουλιών σε μία τόσο κρίσιμη χρονικά συγκυρία για τη χώρα μας ως σύνολο, αλλά και για τη δικηγορία ειδικότερα, κρίνεται ως άκρως σημαντική. Ας αντιμετωπίσουμε τις εκλογές ως μία γιορτή της δημοκρατίας. Ενημερωνόμαστε επαρκώς, συζητούμε, αποφασίζουμε και εκλέγουμε. Επιλέγουμε ανθρώπους που μπορούν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της δικηγορίας του μέλλοντος. Επιλέγουμε ανθρώπους εργατικούς, με όραμα και ξεκάθαρες θέσεις.
Η προσωπική μου επιλογή ακούει στο όνομα του υποψηφίου για την προεδρία του ΔΣΑ, Φώτη Κώτση, και του συνδυασμού του «ΔΙΚΗΓΟΡΟΙ ΜΠΡΟΣΤΑ», στον οποίο έχω την τιμή να συμμετέχω ως υποψήφια για το Διοικητικό Συμβούλιο).
Γιατί τον Φώτη Κωτσή; Διότι πρόκειται περί ενός μαχόμενου νέου συναδέλφου που αντιλαμβάνεται πως ο ΔΣΑ χρειάζεται ριζική αλλαγή. Διότι είναι έτοιμος να έρθει σε ρήξη με το συνδικαλιστικό κατεστημένο, όπως καθίσταται προφανές και από τις προγραμματικές του προτάσεις, οι οποίες είναι ρεαλιστικές και άμεσα υλοποιήσιμες. Διότι γνωρίζει από πρώτο χέρι τα προβλήματα του κλάδου, όχι μόνο επειδή τα ζει στην καθημερινότητά του, αλλά κυρίως επειδή έχει ασχοληθεί επισταμένως με αυτά, καθώς κουβαλάει στους ώμους του δύο θητείες στο ΔΣ του ΔΣΑ. Διότι υποστηρίζει την επιτάχυνση της απονομής δικαιοσύνης μέσω εναλλακτικών μορφών επίλυσης διαφορών (Ιδρυτικός Πρόεδρος του Αθηναϊκού Κέντρου Κατάρτισης και Εκπαίδευσης Διαμεσολαβητών «ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ», 2012). Διότι, τέλος, όπως και ο ίδιος ανέφερε πρόσφατα σε μία εκ των συνεντεύξεών του, φιλοδοξεί να είναι πρόεδρος της δικηγορικής καθημερινότητας και όχι εκκολαπτόμενος βουλευτής!
Στις επερχόμενες αρχαιρεσίες του ΔΣΑ οφείλουμε να είμαστε όλοι παρόντες, διεκδικώντας με την ψήφο μας το Σύλλογο που μας αξίζει.
Για τους δικηγόρους που κουράστηκαν με την συνεχή απαξίωση του επαγγέλματός του και βγαίνουν ΜΠΡΟΣΤΑ!