Black Friday, Cyber Monday, Boxing Day… κάθε χρόνο το επιδεκτικό μας αυτί εξοικειώνεται ολοένα και περισσότερο με ευφημισμούς που ακολουθούν συγκεκριμένες ημέρες του χρόνου, οι οποίες τις περισσότερες φορές συνδέονται με την καταναλωτική μας ταυτότητα και παρουσία. Τα προεόρτια διαστήματα αυτών χαρακτηρίζονται έντονα από πληθωρισμός μηνυμάτων και προσφορών, επιτάχυνση ρυθμών κι ένα απροσδιόριστο συναισθηματικό συνωστισμό. Η πλημμυρίδα συμπιεσμένων εμπειριών και η συγκριτική αγωνία της εφήμερης απόλαυσης μας εξιτάρουν, μας διεγείρουν εγκεφαλικά και σωματικά κι ίσως κάποιες φορές μας προσδίδουν κοινωνικό στάτους και ταυτότητα. Δε παραλείπουν όμως να αφήσουν και κάποια ίχνη απώλειας πίσω τους...
Πόσες φορές αισθανθήκαμε ένα αόριστο αίσθημα κενότητας μετά το πέρας όλων αυτών; Πόσοι εξ ημών νοιώσαμε κόπωση και ηθική εξάντληση, αναζητώντας ένα νόημα μέσα στο θόρυβο που μας περιβάλλει;
Blue Monday λοιπόν...
Ή αλλιώς η απόπειρα του συρμού να περιγράψει το υπαρξιακό κενό που συνοδεύει την αρχή ενός χρόνου που...επαναλαμβάνεται. Ενός χρόνου που συμβαίνουν τόσα πολλά που είναι σαν να μη συμβαίνει τίποτα. Που οι αποστάσεις μειώνονται δραματικά κι όμως λείπει η εγγύτητα. Που οι κραυγές πληθαίνουν τόσο πολύ, με αποτέλεσμα να μην ακούγονται. Που η βία και η αδικία επιβάλλονται με συχνότητα που τις καθιστά πλέον θεσμό.
Τι θα μπορούσαμε άραγε να κάνουμε διαφορετικά; Πώς μπορούμε να απαλλαγούμε από την αψίκορη μανία «προσθήκης» στην καθημερινότητά μας; Από μια υλική ευδαιμονία που το μόνο που παράγει είναι «βιωματική φτώχεια»;
Αυτό αναρωτιέται κι ο Άρλιν Κάγγε στο βιβλίο του «Σιωπή: στην εποχή των θορύβων» (εκδ. Πατάκη, 2017, μετ. Κ. Γλυνιαδάκη) και η απάντησή του βρίσκεται στην προφάνεια του τίτλου. Βρίσκεται στην ανάγκη για δημιουργία ζωτικού χώρου και χρόνου προκειμένου να ακούμε τον εαυτό μας. Μια παλαιοφυής ανάγκη που δε μπορεί να ικανοποιηθεί από την αέναη αναζήτηση του καινούριου και του γρήγορου, ούτε να ξεγελαστεί από τους χαρμοθήρες του άκρατου ατομισμού.
«Η σιωπή είναι η νέα πολυτέλεια»!
Κι είναι μια πολυτέλεια μεστή, διότι προκύπτει μέσα από την «αφαίρεση», μέσα από την αυθεντική προσφορά.
Προκύπτει από τη σίγαση του θορύβου που μας αποπροσανατολίζει κι από τη δυνατότητά μας να αποσυνδεθούμε από την «εικονικότητα» προκειμένου να συνδεθούμε με την εσωτερικότητα. Να αποκαταστήσουμε την επαφή μας με ποιότητες που έχουμε απωλέσει και να δείξουμε αλληλεγγύη στον «άλλο» μέσα μας. Να βιώσουμε την πληρότητα μέσα από το μοίρασμα. Να ανταλλάξουμε το αίσθημα κενότητας, με μια αίσθηση κοινότητας...με μια συλλογική ενσυναίσθηση.
Αυτό είναι το σύγχρονο πρόταγμα της ενεργού πολιτειότητας (active citizenship) που υπηρετεί η ActionAid Ελλάδας μέσα από το έργο και τη στρατηγική της. Είναι η δυνατότητα που παρέχει σε κάθε ενεργό πολίτη να αναζητήσει στοιχεία ταυτότητας μέσα από τη στήριξη του πιο αδύναμου διπλανού του, μακριά από την «αιχμαλωσία» που προκαλεί η γεωγραφία. Είναι η κατανόηση ότι οι ανάγκες των συμπολιτών μας για περισσότερη αξιοπρέπεια, σεβασμό και αυτοπεποίθηση δε λογίζονται με βάση την αιτία που τις κλονίζει, αλλά κυρίως από την ψυχοσυναισθηματική επιβάρυνση που προκαλεί η έλλειψή τους. Κι ότι η μόνη βιώσιμη διέξοδος μπορεί να προκύψει από την ανάπτυξη «κοινοτήτων» έργου και δράσης που θα στοχεύουν στην ενδυνάμωση του ευάλωτου «άλλου», ο οποίος βρίσκεται πλέον εγγύτερα από ότι νομίζαμε τα προηγούμενα χρόνια.
Αυτή την «εγγύτητα» διεκδικούμε καθημερινά γύρω μας, με στοχευμένα προγράμματα ανάπτυξης και ενδυνάμωσης ενηλίκων και παιδιών, τόσο στην Ελλάδα -που αίφνης συνειδητοποίησε την πραγματική της κλίμακα-, όσο και στις κοινότητες του πλανήτη που ασφυκτιά. Σε αυτό το έργο συμπράττουμε με ομάδες πολιτών, οργανώσεις, ιδρύματα και εθελοντές που συντονίζονται σε αυτό το κοινό όραμα, με μια αθόρυβη συμβολή και μια παντοδύναμη «σιωπή». Τη σιωπή της ατομικής προσφοράς. Τη σιωπή της γνήσιας αλληλεγγύης.
«Οι παύσεις... μου θυμίζουν γέφυρες» αναφέρει κάπου ο Κάγγε.
Ας τις διαβούμε λοιπόν με τις επιλογές μας.