Το Ανώτατο Δικαστήριο της Βραζιλίας απομάκρυνε αργά την Κυριακή τον κυβερνήτη της Μπραζίλια από το αξίωμά του για 90 ημέρες λόγω των προβλημάτων ασφαλείας στην πρωτεύουσα, αφού χιλιάδες υποστηρικτές του ακροδεξιού πρώην προέδρου Τζαΐρ Μπολσονάρου εισέβαλαν σε κυβερνητικά κτίρια.
Επίσης, οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης Facebook, Twitter και TikTok διετάχθησαν να μπλοκάρουν προπαγάνδα υπέρ πραξικοπήματος.
Οι αρχές της Βραζιλίας έχουν αρχίσει να διερευνούν τη χειρότερη επίθεση κατά των θεσμών της χώρας από τότε που αποκαταστάθηκε η δημοκρατία πριν από 40 χρόνια, με τον πρόεδρο Λουΐζ Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα να ορκίζεται να φέρει ενώπιον της Δικαιοσύνης αυτούς που είναι υπεύθυνοι για την εξέγερση.
Δεκάδες χιλιάδες αντιδημοκρατικοί διαδηλωτές την Κυριακή εισέβαλαν στο Ανώτατο Δικαστήριο, στο Κογκρέσο και στο προεδρικό μέγαρο, σπάζοντας παράθυρα, αναποδογυρίζοντας έπιπλα, καταστρέφοντας έργα τέχνης και κλέβοντας το αυθεντικό Σύνταγμα της χώρας του 1988. Επίσης, αρπάχτηκαν όπλα από ένα γραφείο της προεδρικής ασφαλείας.
Ο αριστεριστής πρόεδρος Λούλα, που ανέλαβε καθήκοντα την 1η Ιανουαρίου. Είπε ότι η τοπική αστυνομική δύναμη, που λογοδοτεί στον κυβερνήτη της Μπραζίλια, Ιμπανέις Ρότσα, πρώην σύμμαχο του Μπολσονάρο, δεν έκανε τίποτα για να σταματήσει τους διαδηλωτές.
Ο Λούλα διέταξε ομοσπονδιακή επέμβαση για τη δημόσια ασφάλεια στην πρωτεύουσα και υποσχέθηκε παραδειγματική τιμωρία των ηγετών της «φασιστικής» επίθεσης που αποσκοπούσε σε ένα στρατιωτικό πραξικόπημα για την επιστροφή του Μπολσονάρου στην εξουσία.
Η εισβολή προκάλεσε ερωτηματικά μεταξύ των συμμάχων του Λούλα ως προς το πώς ήταν τόσο απροετοίμαστες οι δυνάμεις ασφαλείας στην πρωτεύουσα και αιφνιδιάστηκαν από τους διαδηλωτές, οι οποίοι είχαν ανακοινώσει τα σχέδιά τους ημέρες πριν μέσω των social media.
Ο Λούλα κατηγόρησε τον Μπολσονάρου πως υποκίνησε τους υποστηρικτές του μετά από μια εκστρατεία αβάσιμων ισχυρισμών για νοθεία, μετά το τέλος της προεδρίας του.
Από τη Φλόριντα των ΗΠΑ, όπου πέταξε 48 ώρες πριν λάβει τέλος η θητεία του, ο Μπολσονάρου απέρριψε τις κατηγορίες, γράφοντας στο Twitter πως οι ειρηνικές διαδηλώσεις ήταν δημοκρατικές, μα η εισβολή σε κυβερνητικά κτίρια «ξεπέρασε τα όρια».
Η εισβολή, που θυμίζει αυτήν στο Καπιτώλιο πριν δύο χρόνια από υποστηρικτές του Ντόναλντ Τραμπ, καταδικάστηκε άμεσα από διεθνείς ηγέτες, μεταξύ των οποίων ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν, ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν και ηγέτες χωρών της Λατινικής Αμερικής. O Tζο Μπάιντεν έκανε λόγο για «επίθεση κατά της δημοκρατίας» και είπε πως θα συνεχίσει να συνεργάζεται με τον Λούλα.
«Καταδικάζω την επίθεση εναντίον της δημοκρατίας και της ειρηνικής μεταβίβασης της εξουσίας στη Βραζιλία. Οι δημοκρατικοί θεσμοί της Βραζιλίας έχουν την απόλυτη υποστήριξή μας και η βούληση του βραζιλιάνικου λαού δεν πρέπει να υπονομευθεί», ανέφερε ο Μπάιντεν μέσω Twitter. Νωρίτερα, ο αμερικανός πρόεδρος χαρακτήρισε «εξωφρενική» την κατάσταση στην Μπραζίλια.
Η αστυνομία ανακατέλαβε τα κυβερνητικά κτίρια μετά από τρεις ώρες και διέλυσε τα πλήθη με δακρυγόνα. Σύμφωνα με τον υπουργό Δικαιοσύνης Φλάβιο Ντίνο έγιναν 200 συλλήψεις διαδηλωτών, μα ο κυβερνήτης Ρότσα μίλησε για 400.
Ο Ντίνο είπε ότι σκοπός των ερευνών θα είναι να διαπιστωθεί ποιος χρηματοδότησε τα εκατοντάδες λεωφορεία που έφεραν τους υποστηρικτές του Μπολσονάρου στη Μπραζίλια και επίσης θα διερευνηθεί ο Ρότσα για το επίπεδο προετοιμασίας της ασφάλειας.
Η κατάληψη των κτιρίων σχεδιαζόταν για τουλάχιστον δύο εβδομάδες από υποστηρικτές του Μπολσονάρου σε ομάδες πλατφορμών κοινωνικής δικτύωσης όπως το Telegram και το Twitter, ωστόσο δεν έγιναν κινήσεις για την αποτροπή της επίθεσης. Μηνύματα που είδε μέσα στην εβδομάδα το Reuters έδειχναν μέλη τέτοιων ομάδων να οργανώνουν σημεία συνάντησης σε διάφορες πόλεις ανά τη χώρα, από όπου λεωφορεία θα έφευγαν για τη Μπραζίλια, με σκοπό την κατάληψη κτιρίων. Το σχέδιο περιελάμβανε να κατασκηνώσουν διαδηλωτές μπροστά από τα αρχηγεία της διοίκησης του στρατού, όπου είχαν κατασκηνώσει ομάδες επίδοξων πραξικοπηματιών μετά τη νίκη του Λούλα τον Οκτώβριο.
Ο Μπολσονάρου κινδυνεύει να βρεθεί ενώπιον της Δικαιοσύνης στο πλαίσιο διαφόρων ερευνών και το μέλλον του στις ΗΠΑ, όπου ταξίδεψε με βίζα που εκδίδεται για εν ενεργεία προέδρους, τίθεται εν αμφιβόλω.
Απολογισμός των ζημιών
Ο Βραζιλιάνος πρόεδρος Λούλα ντα Σίλβα επέστρεψε το βράδυ της Κυριακής στην Μπραζίλια και πήγε να διαπιστώσει τις ζημιές στο προεδρικό μέγαρο από την εισβολή, που έμοιαζε με «ριμέικ» αυτής στο ομοσπονδιακό Καπιτώλιο της Ουάσιγκτον πριν από δυο χρόνια- αν και μέχρι στιγμής, δεν έχει αναφερθεί κανένας θάνατος.
Ο Λούλα, που βρισκόταν χθες το απόγευμα στην Αρακουάρα, στην πολιτεία Σαν Πάουλου (νοτιοανατολικά), που επλήγη από πλημμύρες, πήγε κατά σειρά στο προεδρικό μέγαρο και κατόπιν στο Ανώτατο Δικαστήριο. Πλάνα που μετέδωσε το τηλεοπτικό δίκτυο Globo αργά το βράδυ τον εικονίζουν να συζητά με μέλη του Ανώτατου Δικαστηρίου, μπροστά στο κτίριο με σπασμένα παράθυρα μετά την εισβολή αυτών που εξακολουθούν να απορρίπτουν την επιστροφή του στην εξουσία, μια εβδομάδα αφού ανέλαβε την τρίτη του θητεία.
Αντιμέτωπος με μείζονα κρίση μόλις μια εβδομάδα αφότου άρχισε τη νέα του θητεία, έπειτα από τις δύο συναπτές προηγούμενες (2003-2010), ο πρόεδρος καταδίκασε τα γεγονότα «άνευ προηγουμένου στην ιστορία της Βραζιλίας».
«Θα τους βρούμε όλους και θα τιμωρηθούν», τόνισε, αναφερόμενος σε αυτούς που ευθύνονται για τις λεηλασίες και τις καταστροφές. «Θα βρούμε επίσης αυτούς που τους χρηματοδότησαν», πρόσθεσε.
Το κέντρο των τριών εξουσιών στην Μπραζίλια βυθίστηκε στο χάος. Μολονότι η περιοχή ήταν αποκλεισμένη από τις αρχές, οι μπολσοναριστές κατάφεραν να διαπεράσουν τις ζώνες ασφαλείας. Αστυνομικοί προσπαθούσαν, μάταια, να τους απωθήσουν με εκτενή χρήση δακρυγόνων. Βίντεο καταγράφει διαδηλωτές να ρίχνουν έφιππο αστυνομικό κάτω και να τον ξυλοκοπούν με ρόπαλα.
Τοπική ένωση δημοσιογράφων κατήγγειλε πως τουλάχιστον πέντε δημοσιογράφοι υπέστησαν επιθέσεις. Ανάμεσά τους ήταν φωτορεπόρτερ του Γαλλικού Πρακτορείου, που υπέστη χτυπήματα από διαδηλωτές οι οποίοι του έκλεψαν το υλικό του.
Οι ζημιές είναι μεγάλες στα τρία τεράστια κτίρια, κοσμήματα της μοντέρνας αρχιτεκτονικής γεμάτα έργα τέχνης. Πίνακες ανυπολόγιστης αξίας υπέστησαν ζημιές.
Με πληροφορίες από Reuters, ΑΠΕ-ΜΠΕ, AFP, dpa